Συμμαχία ΜΚΟ που αγωνίζεται εναντίον των όπλων διασποράς, η Cluster Munition Coalition (CMC), κατήγγειλε χθες Πέμπτη τη χρήση τους από τον στρατό στη Μιανμάρ, χώρα που σπαράσσεται από ένοπλη σύγκρουση ανάμεσα στη χούντα και αντιπάλους της μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου 2021.
Η Μιανμάρ δεν έχει ούτε υπογράψει ούτε επικυρώσει τη διεθνή σύμβαση του 2008 που απαγόρευσε τα όπλα διασποράς, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν είχε τεκμηριωθεί η χρήση τους, σύμφωνα με ανακοίνωση Τύπου που δημοσιοποίησε η CMC.
Όμως νέες πληροφορίες, ανάμεσά τους φωτογραφικό υλικό, δείχνουν πως «οι ένοπλες δυνάμεις της Μιανμάρ χρησιμοποίησαν όπλα διασποράς (...) κατά τη διάρκεια επιθέσεων σε διάφορες περιοχές της χώρας από το 2021, ακόμη και πολύ πρόσφατα, στις αρχές του Ιουνίου του 2023», τονίζει η συμμαχία των ΜΚΟ.
Η CMC εξέτασε κυρίως φωτογραφίες που δείχνουν υπολείμματα βομβών διασποράς που ερρίφθησαν από την Πολεμική Αεροπορία σε επιδρομές στις πολιτείες Τσιν, Κάγια, Καγίν και Σαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 13 μηνών.
«Η παραγωγή και η χρήση όπλων διασποράς από τη Μιανμάρ είναι εξαιρετικά ανησυχητική καθώς αυτά τα όπλα, που δεν κάνουν διακρίσεις, σκοτώνουν κυρίως άμαχους. Τίποτε δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη χρήση τους», υπογράμμισε, σύμφωνα με την ανακοίνωση, ο ερευνητής Γέσουα Μοσέρ-Πουανγκσούαν, του Παρατηρητηρίου Όπλων Διασποράς.
Τα όπλα αυτά διασπείρουν ως και εκατοντάδες μικρού μεγέθους εκρηκτικούς μηχανισμούς, τα λεγόμενα υποπυρομαχικά, και κάποια από αυτά δεν εκρήγνυνται και παραμένουν στο έδαφος, εγείροντας κίνδυνο για τους πολίτες κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε πολέμου, ως ακόμα και χρόνια μετά τη χρήση τους.
Τι είναι τα όπλα διασποράς -Η σύμβαση χωρών που τα απαγορεύουν
Συνολικά 112 χώρες έχουν επικυρώσει τη σύμβαση του 2008 που απαγορεύει την παραγωγή και τη χρήση όπλων διασποράς. 12 την έχουν υπογράψει.
Σύμφωνα με τη CMC, τα όπλα διασποράς που χρησιμοποιούνται από την Πολεμική Αεροπορία της Μιανμάρ «μοιάζουν» με άλλα προϊόντα που κατασκευάζονται σε κρατική βιομηχανία όπλων, τη λεγόμενη KaPaSa («Βιομηχανίες Αμυντικών Προϊόντων της Μιανμάρ»), ωστόσο στα απομεινάρια των βομβών δεν υπάρχει «κανένα διακριτικό για τον τόπο κατασκευής ή συναρμολόγησής τους».
Ο στρατός της Μιανμάρ συναντά σθεναρή αντίσταση από αντάρτες που εναντιώνονται στο στρατιωτικό πραξικόπημα με το οποίο ανατράπηκε η κυβέρνηση της νομπελίστριας ειρήνης Αούνγκ Σαν Σου Τσι. Η καταστολή έχει στοιχίσει τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους.
Οι επιθέσεις με όπλα διασποράς εγγράφονται, κατά τη CMC, στο πλαίσιο της κλιμάκωσης της ένοπλης σύρραξης στη βορειοδυτική και στη νοτιοανατολική Μιανμάρ.
Η σύγκρουση, κατά την ανακοίνωση, χαρακτηρίζεται επίσης από την ευρεία χρήση ναρκών κατά προσωπικού «από όλες τις πλευρές».