Οι Δημοκρατικοί στη Γερουσία δηλώνουν ότι πλησιάζουν σε συμβιβασμό με τους Ρεπουμπλικάνους, για το θέμα της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ.
Συγκεκριμένα, οι Δημοκρατικοί στη Γερουσία δήλωσαν ότι έχουν ενθαρρυνθεί από τις συνομιλίες με τους Ρεπουμπλικάνους σχετικά με την προώθηση νομοθεσίας για την οπλοκατοχή, αλλά προειδοποίησαν ότι ο οποιοσδήποτε συμβιβασμός δεν θα καλύψει όλα τα βήματα, τα οποία, απαιτούνται σύμφωνα με τους ίδιους, για τον περιορισμό της βίας των όπλων.
Κοντά σε συμφωνία για την οπλοκατοχή
«Κάθε ημέρα ερχόμαστε πιο κοντά σε μία συμφωνία και δεν απομακρυνόμαστε», δήλωσε ο γερουσιαστής Κρις Μέρφι από το Κονέκτικατ, ο οποίος συνεργάζεται με τον Ρεπουμπλικάνο γερουσιαστή Τζον Κόρνιν από το Τέξας, για την πιθανή επίτευξη μιας συμφωνίας.
Ο αρχηγός της μειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία Μιτς Μακόνελ δήλωσε πως ελπίζει ότι οι δύο πλευρές θα βρουν κοινό έδαφος, μετά από ένα κύμα μαζικών επιθέσεων με όπλα στις πόλεις Μπάφαλο (Νέα Υόρκη), Ουβάλντε (Τέξας), Τούλσα (Οκλαχόμα) αλλά και σε άλλες περιοχές.
«Ελπίζουμε ότι τελικά θα έχουμε ένα αποτέλεσμα που θα κάνει τη διαφορά», δήλωσε ο Μακόνελ στη διάρκεια μιας συνέντευξης Τύπου. Ο Τσακ Σούμερ, ηγέτης της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία που εκλέγεται στη Νέα Υόρκη, δήλωσε ότι θα δώσει χρόνο για τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων, τουλάχιστον μέχρι το τέλος της εβδομάδας, προκειμένου να επιτευχθεί μία συμφωνία.
Οι συνομιλίες έχουν καλλιεργήσει ελπίδες για μία σπάνια διακομματική συμφωνία συμβιβασμού στο Κογκρέσο, για ζητήματα που σχετίζονται με τα όπλα, καθώς τα δύο νομοθετικά σώματα δεν κατόρθωσαν να αναλάβουν νομοθετική δράση, μετά από παρόμοιες μαζικές επιθέσεις με όπλα κατά την τελευταία δεκαετία.
Οι περισσότεροι Αμερικανοί θέλουν την ενίσχυση της νομοθεσία για την οπλοκατοχή
Οι περισσότεροι Αμερικανοί υποστηρίζουν την ενίσχυση της νομοθεσίας για την οπλοκατοχή, όπως δείχνουν τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων. Αρκετοί συγγενείς όσων σκοτώθηκαν στις πρόσφατες επιθέσεις επισκέφτηκαν την Ουάσινγκτον, όπως και διασημότητες παροτρύνοντας για την ανάληψη δράσης.
«Δεν είναι για τους Ρεπουμπλικάνους. Δεν είναι για τους Δημοκρατικούς. Είναι για τους ανθρώπους. Είναι για την ανθρώπινη ζωή», δήλωσε η Κίμπερλι Σάλτερ, ο σύζυγος της οποίας, Άαρον Σάλτερ Τζούνιορ, ήταν μεταξύ των δέκα θυμάτων της επίθεσης στο σούπερ μάρκετ του Μπάφαλο.
Ο Δημοκρατικός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν υποστηρίζει την προσπάθεια, όπως δήλωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Καρίν Ζαν-Πιερ. «Είναι αισιόδοξος για αυτά που βλέπει», είπε η ίδια στη διάρκεια μιας ενημέρωσης των δημοσιογράφων.
Ωστόσο, η οποιαδήποτε συμφωνία που θα αναδυθεί είναι πιθανό να μην συμπεριλαμβάνει όλους τους περιορισμούς για την οπλοκατοχή, που τόσο ο Μπάιντεν, όσο και άλλοι Δημοκρατικοί υποστηρίζουν ότι είναι αναγκαίοι, για τη μείωση της βίας των όπλων που ευθύνεται για το θάνατο περισσότερων από 45.000 Αμερικανών την προηγούμενη χρονιά.
Ο Μπάιντεν κάλεσε την απαγόρευση των ημιαυτόματων όπλων
Ο Μπάιντεν την προηγούμενη εβδομάδα κάλεσε για την απαγόρευση των ημιαυτόματων, επιθετικού τύπου όπλων, αλλά και των γεμιστήρων με πολλές σφαίρες ή τουλάχιστον για την αύξηση του ελάχιστου ορίου ηλικίας για την αγορά αυτών των όπλων από τα 18 στα 21 έτη. Οι δράστες των επιθέσεων στις πόλεις Μπάφαλο και Ουβάλντε ήταν ηλικίας 18 ετών και χρησιμοποίησαν ημιαυτόματα όπλα.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων στην οποία πλειοψηφούν οι Δημοκρατικοί κινείται προς την κατεύθυνση ψήφισης ορισμένων προτάσεων, για τις οποίες, θεωρείται αβέβαιο ότι θα ψηφιστούν από τη Γερουσία, όπου υπάρχει ισάριθμη κατανομή εδρών μεταξύ των δύο κομμάτων, καθώς αρκετοί Ρεπουμπλικάνοι είναι αντίθετοι στην ενίσχυση των ελέγχων οπλοκατοχής.
«Είναι προφανές, ότι μία συμφωνία με τους Ρεπουμπλικάνους δεν θα βρίσκεται κοντά στην πλήρη λίστα των πραγμάτων που θεωρώ απαραίτητα για τον έλεγχο αυτής της επιδημίας», δήλωσε ο Μέρφι. «Αλλά, οι Αμερικανοί επιζητούν την πρόοδο», στο ζήτημα αυτό, πρόσθεσε ο ίδιος.
Αντί των αρχικών προτάσεων, ο Μέρφι και ο Κόρνιν εξετάζουν πιο μετριοπαθείς προτάσεις αναφορικά με την ενθάρρυνση των πολιτειών να υιοθετήσουν «προληπτικούς» νόμους, ώστε να μην μπορούν να πάρουν όπλα, όσοι άνθρωποι θεωρείται ότι μπορούν να απειλήσουν τη δημόσια ασφάλεια ή τους ίδιους τους εαυτούς τους, την αναβάθμιση της ασφάλειας των σχολείων, την ενίσχυση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, αλλά και την ενεργοποίηση πιο αυστηρού πλαισίου, ώστε τα όπλα να μην μακριά, από όσους δεν πρέπει να οπλοφορούν.