H πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας, Τζασίντα Άρντερν, δήλωσε ότι παραιτείται από το αξίωμά της και θέλει, επιτέλους, να παντρευτεί τον αρραβωνιαστικό της.
Η Άρντερν προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της καθώς ανακοίνωνε στους δημoσιογράφους ότι δεν θα συνεχίσει να είναι πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας.
Η ίδια δήλωσε ότι ήλπιζε να βρει την ενέργεια και την καρδιά κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων για να παραμείνει στη θέση της, «αλλά δεν μπόρεσα να το κάνω αυτό», παραδέχτηκε.
«Είμαι άνθρωπος και ήρθε η ώρα»
«Είμαι άνθρωπος. Οι πολιτικοί είναι άνθρωποι. Δίνουμε ό,τι μπορούμε για όσο μπορούμε και μετά έρχεται η ώρα. Και για μένα ήρθε η ώρα.
Ξέρω τι χρειάζεται αυτή η δουλειά. Και ξέρω ότι δεν έχω πια αρκετή ενέργεια για να την ανταποδώσω.
Φεύγω γιατί με μια τόσο προνομιούχα δουλειά συνεπάγεται και μεγάλη ευθύνη. Η ευθύνη να ξέρεις πότε είσαι το κατάλληλο πρόσωπο για να ηγηθείς, αλλά και πότε δεν είσαι.
Έδωσα τα πάντα για να είμαι πρωθυπουργός, αλλά μου έχει πάρει πολλά. Δεν μπορείς και δεν πρέπει να κάνεις τη δουλειά αν δεν έχεις γεμάτο το ντεπόζιτό σου, συν ένα μικρό απόθεμα για τις απρογραμμάτιστες και απροσδόκητες προκλήσεις που αναπόφευκτα έρχονται», δήλωσε συγκινημένη, προσθέτοντας ότι πιστεύει πως το κόμμα της μπορεί να κερδίσει τις επόμενες εκλογές στις 14 Οκτωβρίου, καθώς η ίδια θα συνεχίσει να ασκεί τα κοινοβουλευτικά της καθήκοντα.
Η Νεοζηλανδή πρωθυπουργός επιχείρησε να ξεκαθαρίσει τον λόγο της παραίτησής της. «Ξέρω ότι θα υπάρξει μεγάλη συζήτηση μετά την απόφαση αυτή σχετικά με το ποιος ήταν ο λεγόμενος "πραγματικός λόγος". Μπορώ να σας πω ότι αυτό που μοιράζομαι μαζί σας σήμερα είναι αυτός.
Η μόνη ενδιαφέρουσα οπτική γωνία που θα διαπιστώσετε είναι ότι, διανύοντας έξι χρόνια με κάποιες μεγάλες προκλήσεις, είμαι άνθρωπος» είπε.
Το πολιτικό κόστος στην αντιμετώπιση της πανδημίας
Οι αντίπαλοι της Άρντερν πήραν προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις, την ίδια στιγμή που η κυβέρνησή της εισήγαγε νέο γύρο περιοριστικών μέτρων, καθώς η χώρα επλήγη από την παραλλαγή Όμικρον.
Η Άρντερν αντιμετώπισε αμείλικτη κριτική από ορισμένα τμήματα της κοινής γνώμης για την εφαρμογή μερικών από τους πιο αυστηρούς περιορισμούς έναντι του Covid στον κόσμο.
Όμως, αρνήθηκε σήμερα ότι οι συνεχείς επιθέσεις -οι οποίες συνεχίστηκαν πέρυσι καθώς η οικονομία παραπαίει και το κόστος ζωής αυξάνεται- έπαιξαν ρόλο στην απόφασή της.
«Θα αδικούσα τους Νεοζηλανδούς αν συνέχιζα», ξεκαθάρισε.
Η κ. Άρντερν δήλωσε ότι δεν υπήρξε μια μοναδική στιγμή κατά την οποία συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να παραιτηθεί, αλλά παραδέχθηκε πως οι σωρευτικές προκλήσεις είχαν «καταβάλει το τίμημά τους» και ότι το «τεράστιο βάρος» της λήψης συνεχών δύσκολων αποφάσεων κατά τη διάρκεια μιας σειράς εθνικών κρίσεων ήταν «κουραστικό».
«Αλλά δεν θέλω να αφήσω την εντύπωση ότι οι αντιξοότητες που αντιμετωπίζεις στην πολιτική είναι ο λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι αποχωρούν. Ναι, έχει αντίκτυπο, άνθρωποι είμαστε άλλωστε, αλλά δεν ήταν αυτή η βάση της απόφασής μου» εξήγησε.
Θέλει να παντρευτεί τον αγαπημένο της αρραβωνιαστικό
Η πρωθυπουργός επέμεινε ότι δεν είχε «κανένα άλλο σχέδιο» πέρα από το να χαλαρώσει με την κόρη της και να παντρευτεί τον αρραβωνιαστικό της, Κλαρκ Γκέιφορντ, καθώς ο γάμος τους ακυρώθηκε λόγω των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού.
«Ανυπομονώ να περάσω και πάλι χρόνο με την οικογένειά μου… οπότε στην κόρη μου, "η μαμά ανυπομονεί να είναι εκεί όταν θα ξεκινήσεις το σχολείο φέτος", και στον Κλαρκ, "ας παντρευτούμε επιτέλους"», είπε.
Η Άρντερν δήλωσε ότι δεν έχει πει ακόμη στην κόρη της για τα σχέδιά της, επειδή «τα τετράχρονα είναι φλύαρα, δεν μπορούσα να πάρω το ρίσκο».
Όταν ρωτήθηκε ποιο θα ήταν το πρώτο πράγμα που θα έκανε όταν θα ξυπνούσε την επομένη της λήξης της πρωθυπουργίας της, απάντησε γελώντας: «Μάλλον θα έπινα το φλιτζάνι τσάι που αναπόφευκτα θα μου έφτιαχνε ο Κλαρκ στο κρεβάτι.
Δεν το λέω αυτό αστειευόμενη, στην πραγματικότητα αυτή είναι η πρακτική του τα τελευταία πέντε χρόνια αν δεν ξυπνήσω πριν από αυτόν.
Είπε ότι έφυγε χωρίς τύψεις, προσφέροντας έναν απλό τρόπο με τον οποίο θα ήθελε να τη θυμούνται, «ως κάποια που πάντα προσπαθούσε να είναι ευγενική».
Η μεγαλύτερη τιμή της ζωής της το να είναι πρωθυπουργός
«Το να είμαι πρωθυπουργός ήταν η μεγαλύτερη τιμή της ζωής μου και θέλω να ευχαριστήσω τους Νεοζηλανδούς για το τεράστιο προνόμιο να ηγηθώ της χώρας τα τελευταία πεντέμισι χρόνια», είπε.
«Εκτός από τη φιλόδοξη ατζέντα μας, η οποία επιδίωξε να αντιμετωπίσει μακροπρόθεσμα ζητήματα όπως το στεγαστικό, η παιδική φτώχεια και η κλιματική αλλαγή, έπρεπε επίσης να ανταποκριθούμε σε μια μεγάλη εισβολή βιοασφάλειας, σε μια εγχώρια τρομοκρατική επίθεση, σε μια ηφαιστειακή έκρηξη και σε μια παγκόσμια πανδημία που εκδηλώθηκε μία φορά στα εκατό χρόνια, και στην επακόλουθη οικονομική κρίση», είπε η Άρντερν κάνοντας έναν απολογισμό της θητείας της.
«Οι αποφάσεις που έπρεπε να ληφθούν ήταν συνεχείς και βαρύτατες. Είμαι απίστευτα υπερήφανη για όσα πετύχαμε τα τελευταία πέντε χρόνια, παρά τις πολλές προκλήσεις που μας έτυχαν».
Από μικρή στα βάσανα
Η Άρντερν έχει περάσει ολόκληρη τη ζωή της στην πολιτική, καθώς εντάχθηκε στο Εργατικό Κόμμα στα 17 της χρόνια και εργάστηκε για την τότε πρωθυπουργό Χέλεν Κλαρκ, την πρώτη ηγέτιδα της Νέας Ζηλανδίας.
Μπήκε στο Κοινοβούλιο το 2008, σε ηλικία μόλις 28 ετών, σε μια εκλογική αναμέτρηση όπου οι Εργατικοί έφυγαν από την εξουσία μετά από εννέα χρόνια. Εννέα χρόνια αργότερα εξελέγη ομόφωνα αρχηγός και οδήγησε το κόμμα στη νίκη στις 26 Οκτωβρίου του 2017.
Η Άρντερν έγινε γρήγορα η αγαπημένη των μέσων ενημέρωσης, ως επικεφαλής της κυβέρνησης σε μικρή ηλικία, καθώς και για το ηγετικό της στυλ και την προοδευτική της πολιτική, αναφέρει η βρετανική Daily Mail.
Οι προκλήσεις που αντιμετώπισε η Νέα Ζηλανδία με την Άρντερν στο τιμόνι
Η κυβέρνησή της ήρθε με μια ευρεία πολιτική ατζέντα, μεγάλο μέρος της οποίας πέτυχε, αλλά αναγκάστηκε συχνά να επικεντρωθεί σε σοβαρές κρίσεις.
Η πρώτη ήταν στις 15 Μαρτίου 2019, όταν ο νεοναζί τρομοκράτης Μπρέντον Τάραντ εισέβαλε σε δύο τεμένη στο Κράιστσερτς και πυροβόλησε δεκάδες πιστούς, σκοτώνοντας 51 και τραυματίζοντας 40, στη μακράν χειρότερη μαζική δολοφονία στην ιστορία της Νέας Ζηλανδίας.
Γρήγορα η κυβέρνηση θέσπισε αυστηρούς νόμους περί όπλων, παρόμοιους με την απάντηση της Αυστραλίας στη σφαγή του Πορτ Άρθουρ το 1996, απαγορεύοντας τα τουφέκια εφόδου και τα ημιαυτόματα όπλα σε όλη τη χώρα.
Έναν χρόνο αργότερα βρέθηκε μαζί με άλλους παγκόσμιους ηγέτες αντιμέτωπη με την πανδημία του κορονωϊού και κατέληξε σε μια από τις πιο επιθετικές αντιδράσεις στη Γη.
Τα σύνορα της Νέας Ζηλανδίας έκλεισαν στις 20 Μαρτίου 2020 και οι πολίτες που επέστρεφαν έπρεπε να υπομείνουν δύο εβδομάδες καραντίνας σε ξενοδοχείο. Oι κάτοικοι της Νέας Ζηλανδίας δεν μπορούσαν καν να αγοράσουν φαγητό προς πώληση, όπως μπορούσαν στην Αυστραλία και σε άλλες χώρες που βρίσκονταν σε lockdown.
Παρά τους αυστηρούς περιορισμούς λόγω πανδημίας, η Άρντερν κέρδισε μια σαρωτική εκλογική νίκη στις 17 Οκτωβρίου 2020, κερδίζοντας 65 έδρες στο 120μελές Κοινοβούλιο της Νέας Ζηλανδίας.
Ακολούθησε ένα δεύτερο πανεθνικό lockdown τον Αύγουστο του 2021, όταν έφτασε η παραλλαγή Δέλτα και δόθηκαν εκτεταμένες εντολές εμβολιασμού, μια κατάσταση που προκάλεσε διαμαρτυρίες έξω από το Κοινοβούλιο στο Ουέλινγκτον και αλλού.
Η δημοτικότητα της Άρντερν επλήγη κι άλλο πέρυσι, όταν ο κόσμος βυθίστηκε σε μια κρίση στο κόστος ζωής που προκλήθηκε από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η οποία αύξησε τον πληθωρισμό, αναφέρει το δημοσίευμα της Mail.
Γέννησε την κόρη της εν μέσω της θητείας της
Η προσωπική ζωή της κ. Άρντερν δεν ήταν βαρετή ούτε κατά τη διάρκεια της θητείας της. Ήταν μόλις η δεύτερη επικεφαλής κυβέρνησης που γέννησε κατά τη διάρκεια της θητείας της, όταν η κόρη της, Νιβ, ήρθε στις 21 Ιουνίου 2018.
Η ίδια και ο Γκέιφορντ ανακοίνωσαν τον αρραβώνα τους τον Μάιο του 2019 και επρόκειτο να παντρευτούν τον Ιανουάριο του 2022, αλλά ο γάμος ματαιώθηκε όταν αύξησε τα περιοριστικά μέτρα ως απάντηση στην εξάπλωση της Όμικρον.
Η Άρντερν παραιτείται σε ηλικία μόλις 42 ετών, αφού ανέλαβε τα ηνία της χώρας της πριν από λίγο περισσότερο από πέντε χρόνια, στις 26 Οκτωβρίου 2017. Υπήρξε η νεότερη πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας, και πριν από αυτό η νεότερη εν ενεργεία βουλευτής το 2008, εκλεγμένη σε ηλικία μόλις 28 ετών.