Nέα στοιχεία βγαίνουν στο φως.
Ο λόγος για την υπόθεση με τις διώξεις, τα βασανιστήρια, τους εκβιασμούς και τις εξαντλητικές ανακρίσεις που υπέστησαν ζάπλουτοι πρίγκιπες της Σαουδικής Αραβίας, όταν ο Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν είχε εξαπολύσει προ τριετίας πογκρόμ κατά της ελίτ της χώρας του.
Οι συλλήψεις και οι φυλακίσεις εκατοντάδων πριγκίπων και επιχειρηματιών στο ξενοδοχείο Ritz-Carlton στο Ριάντ τον Νοέμβριο του 2017 είχαν χαρακτηριστεί από το στρατόπεδο του πρίγκιπα διαδόχου του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας ως εκστρατεία κατά της διαφθοράς, αλλά θεωρήθηκαν ευρέως ως προσπάθεια του Μπιν Σαλμάν να εδραιωθεί στην εξουσία για να προχωρήσει το σχέδιό του για εκσυγχρονισμό του βασιλείου.
Πηγή περιέγραψε στον Guardian ότι είχαν καλύψει τα μάτια όλων των συλληφθέντων και σχεδόν όλοι υπέστησαν «τη νύχτα του ξυλοδαρμού», όπως την αποκαλούν οι Αιγυπτιακές μυστικές υπηρεσίες, με τους πρίγκιπες και τους δισεκατομμυριούχους δεμένους στους τοίχους του πεντάστερου ξενοδοχείου-φυλακή να υφίστανται βασανιστήρια. Ορισμένους εξ’ αυτών τους απείλησαν ότι θα βγάλουν στο φως τα εξωσυζυγικά τους παραστρατήματα και ύποπτες επιχειρηματικές συναλλαγές προκειμένου να συναινέσουν στην εκχώρηση σημαντικού μέρους της περιουσίας τους στο κράτος. Ωστόσο, ορισμένοι από τους ανακριτές που είχε στείλει ο Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν βρήκαν «τοίχο» σε κάποιες περιπτώσεις και αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη συνδρομή ελβετικών τραπεζών για στοιχεία που αφορούσαν καταθέσεις των συλληφθέντων εγείροντας έτσι υποψίες στην Ευρώπη.
Η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας είπε ότι «ανέκτησε» κάπου 107 δισ. δολάρια από το πογκρόμ, αλλά πηγές υποστηρίζουν ότι το ποσό ήταν στην πραγματικότητα γύρω στα 28 δισ. δολάρια. Ορισμένοι από τους κρατούμενους του Μπιν Σαλμάν είπαν σε έμπιστά τους πρόσωπα ότι δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί τους φυλάκισαν, αφού η ευνοιοκρατία ήταν επί δεκαετίες αποδεκτή στο σύστημα της Σαουδικής Αραβίας. Η προσπάθεια του πρίγκιπα διαδόχου να ανατρέψει το σύστημα αυτό, ώστε να επιστραφούν τα χρήματα στα κρατικά ταμεία προκάλεσε σοκ στους επιχειρηματικούς κύκλους της χώρας.
Μεταξύ των 381 συλληφθέντων ήταν και ο δισεκατομμυριούχος πρίγκιπας Αλ Ουαλίντ μπιν Ταλάλ, ο οποίος παρέμεινε κρατούμενος για πάνω από 80 μέρες στην αυτοσχέδια φυλακή, αλλά και ο πρώην επικεφαλής της Εθνοφρουράς, Πρίγκιπας Μιτέμπ μπιν Αμπντουλάχ, που απελευθερώθηκε μετά από «διακανονισμό» για ποσό άνω του ενός δισ. δολαρίων. Πηγές ανέφεραν ότι «η νύχτα του ξυλοδαρμού» σχεδιάστηκε για να «μαλακώσουν» οι κρατούμενοι προτού ξεκινήσει η ανάκρισή τους για διαφθορά. Λίγους μήνες αργότερα στο ίδιο ξενοδοχείο είχε διαμείνει ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία, την πρώτη με την ιδιότητα του Προέδρου των ΗΠΑ στο εξωτερικό, που θεωρήθηκε επιτυχία για το Ριάντ και τον Μπιν Σαλμάν.
Στο ίδιο ξενοδοχείο φιλοξενήθηκε τον ίδιο χρόνο και το «Νταβός της Ερήμου», όπου ο πρίγκιπας-διάδοχος του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας παρουσίασε τα φιλόδοξα σχέδιά του να βάλει τέλος στην εξάρτηση του βασιλείου από το πετρέλαιο. Στο πλαίσιο των μεταρρυθμιστικών του προσπαθειών δόθηκε για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας – και κόντρα στη γνώμη των υπερσυντηρητικών μουλάδων της χώρας - άδεια στις γυναίκες να οδηγούν, αλλά η φήμη του Μπιν Σαλμάν δέχθηκε τεράστιο πλήγμα αργότερα με την υπόθεση της στυγερής δολοφονίας του σφοδρού επικριτή του, δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι στο κτίριο της πρεσβείας της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία η CIA αλλά και η ερευνήτρια του ΟΗΕ, Ανιές Καλαμάρ είδαν «δάκτυλο» του πρίγκιπα διαδόχου.