Ο μεταβατικός πρωθυπουργός της Μπουρκίνα Φάσο δήλωσε χθες Τρίτη πως δεν μπορούν να διεξαχθούν εκλογές στη χώρα της Αφρικής «χωρίς ασφάλεια», μετά τον θάνατο περίπου σαράντα ανθρώπων το σαββατοκύριακο σε δυο επιθέσεις αποδιδόμενες σε τζιχαντιστές.
«Δεν μπορούμε να διεξαγάγουμε εκλογές χωρίς ασφάλεια. Αν έχετε κανένα μαγικό ραβδί που θα μας εγγυηθεί την ασφάλεια το συντομότερο δυνατόν, θα οργανώσουμε εκλογές», είπε ο Απολινέρ Γιοάχιμσον Κιελέμ ντε Ταμπελά απευθυνόμενος στο μεταβατικό κοινοβούλιο.
Την Μπουρκίνα Φάσο, όπου έγιναν δυο στρατιωτικά πραξικοπήματα το 2022, κυβερνά από τον περασμένο Σεπτέμβριο ο λοχαγός Ιμπραήμ Τραορέ.
Οι στρατιωτικοί αναμένεται να παραδώσουν ξανά την εξουσία στους πολίτες τον Ιούλιο του 2024, αφού διεξαχθούν προεδρικές εκλογές.
«Αν οργανώναμε εκλογές τώρα, ενώ τμήμα της επικράτειας είναι απρόσιτο, θα σήμαινε πως όποιος εκλεγόταν κακώς θα εκλεγόταν», επιχειρηματολόγησε χθες ο μεταβατικός πρωθυπουργός.
«Για να είναι αποδεκτές οι εκλογές, πρέπει τουλάχιστον όλη η χώρα να μπορεί να συμμετάσχει» στη διαδικασία, πρόσθεσε.
Δίχως τέλος οι εχθροπραξίες τζιχαντιστών στη Μπουρκίνα Φάσο
Η Μπουρκίνα Φάσο είναι αντιμέτωπη από το 2015 με την κλιμακούμενη βία τζιχαντιστών που εμφανίστηκαν στο Μαλί και στον Νίγηρα μερικά χρόνια νωρίτερα, προτού η δράση τους εξαπλωθεί.
Το Σάββατο, «φυλασσόμενη οχηματοπομπή» έγινε «στόχος επίθεσης ενόπλων» κοντά στην Μπουρασό, σύμφωνα με τις αρχές της περιφέρειας Μπουκλ της επαρχίας Μουχούν, που γειτονεύει με το Μαλί, χωρίς να κάνει λόγο για θανάτους, αναφέροντας πως 18 άνθρωποι τραυματίστηκαν.
Όμως τοπικός αξιωματούχος δήλωσε υπό τον όρο να μην κατονομαστεί ότι «η επίθεση αυτή είχε περίπου είκοσι νεκρούς, κυρίως VDP (σ.σ. Volontaires pour la défense de la patrie, «εθελοντές για την υπεράσπιση της πατρίδας», βοηθητικοί του στρατού).
Επιβεβαιώνοντας την επίθεση, πηγή προσκείμενη στις δυνάμεις ασφαλείας είπε πως «αναπτύχθηκε αεροπορική υποστήριξη μετά την ενέδρα», που «επέτρεψε να εντοπιστούν και να εξουδετερωθούν (σ.σ. σκοτωθούν) περίπου τριάντα τρομοκράτες» βορειοανατολικά της Μπουρασό.
Την Κυριακή, «άλλη ομάδα» φερόμενων ως τζιχαντιστών «επιτέθηκε σε κατοίκους του Ουακαρά, επίσης στην περιφέρεια Μπουκλ της επαρχίας Μουχούν, με αποτέλεσμα να προκαλέσει θύματα», συνέχισε η ίδια πηγή.
«Καταγράψαμε περίπου είκοσι νεκρούς από τους δράστες της επίθεσης στο χωριό Ουακαρά», περίπου 100 χιλιόμετρα από την Μπουρασό, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο κάτοικος, σπεύδοντας να διευκρινίσει πως αυτός «ο απολογισμός είναι προσωρινός».
Πολλαπλασιάστηκαν οι επιθέσεις τζιχαντιστών τη τελευταία εβδομάδα
Τις τελευταίες εβδομάδες επιθέσεις έχουν πολλαπλασιαστεί στην περιφέρεια Μπουκλ της επαρχίας Μουχούν, που γειτονεύει με το Μαλί. Από την 13η ως την 21η Μαΐου, διαπράχθηκαν τρεις φονικές επιθέσεις σε χωριά της περιοχής.
Και άλλες περιοχές, όπως η επαρχία Κομπιεγκά, κοντά στα σύνορα με το Τόγκο και το Μπενίν, καθώς και το τομείς στο Σαχέλ, στον απώτερο βορρά της χώρας, υπέστησαν επίσης επιθέσεις.
Συνολικά, πάνω από 100 άνθρωποι σκοτώθηκαν σε τζιχαντιστικές ενέργειες μόνο τον Μάιο.
«Δεν θα διαπραγματευθούμε ποτέ»
Οι περίπου 50.000 VDP που μετρά η χώρα, πολίτες που οπλίζονται από το κράτος και εκπαιδεύονται για έναν ως δυο μήνες, πληρώνουν εξαιρετικά βαρύ τίμημα στον αντιτζιχαντιστικό αγώνα στην Μπουρκίνα Φάσο.
Χθες ο μεταβατικός πρωθυπουργός επανέλαβε πως σκοπός της κυβέρνησης είναι να αυξήσει τον αριθμό τους.
«Η φιλοδοξία μας είναι να αυξήσουμε τον αριθμό των VDP στους 100.000 και ακόμη πιο πέρα», ανέφερε στο μεταβατικό κοινοβούλιο στην ομιλία του για την κατάσταση στη χώρα.
Πρόσθεσε πως «δεν είναι δυνατό» να διεξαχθεί οποιαδήποτε «διαπραγμάτευση» με τις «ορδές τρομοκρατών».
«Δεν θα διαπραγματευτούμε ποτέ, ούτε την εδαφική ακεραιότητα ούτε την εθνική κυριαρχία της Μπουρκίνα Φάσο», επέμεινε. «Η μόνη διαπραγμάτευση που αξίζει στα ένοπλα κακοποιά στοιχεία είναι αυτή που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο πεδίο της μάχης», συμπλήρωσε.
Η βία των τζιχαντιστικών οργανώσεων, που ορκίζονται πίστη είτε στην Αλ Κάιντα ή στο Ισλαμικό Κράτος, έχει στοιχίσει τη ζωή σε πάνω από 10.000 ανθρώπους –πολίτες και στρατιωτικούς–, κατά υπολογισμούς μη κυβερνητικών οργανώσεων, ενώ ξερίζωσε από τον τόπο τους κάπου δυόμισι εκατομμύρια πολίτες, που μετατράπηκαν σε εσωτερικά εκτοπισμένους, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.