Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν δεν κληρονόμησε από τους προγόνους του το μουσικό του ταλέντο, σύμφωνα με μια νέα μελέτη, που δείχνει ότι τα γονίδιά του αποκάλυψαν χαμηλή γενετική προδιάθεση αναφορικά με τον συγχρονισμό του ρυθμού, που συνδέεται στενά με τη μουσικότητα.
Ερευνητές λένε ότι τα ευρήματά τους αποδεικνύουν ότι το DNA μας δεν καθορίζει τα ταλέντα που θα αναπτύξουμε στο διάβα του βίου μας.
Η ομάδα των ερευνητών του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Βάντερμπιλτ στο Νάσβιλ του Τενεσί και συνάδελφοί τους από τα Ινστιτούτα Μαξ Πλανκ για την Αισθητική Εμπειρική της Γερμανίας και Ινστιτούτο Ψυχογλωσσολογίας (MPI-PL) της Ολλανδίας ανέλυσαν το DNA του Μπετόβεν από τρίχες από τα μαλλιά του, που είχαν χρησιμοποιηθεί σε άλλη μελέτη τον περασμένο χρόνο.
Η μέθοδος της έρευνας στο DNA του Μπετόβεν
Στόχος τους ήταν να μελετήσουν τη γενετική μουσική προδιάθεση του Μπετόβεν, συγκρίνοντας το DNA του με εκείνο σχεδόν 145.000 ατόμων, που είχαν στα αρχεία τους.
Χρησιμοποίησαν το DNA του Mπετόβεν από την προηγούμενη μελέτη για να υπολογίσουν ένα «πολυγονιδιακό σκορ» ως δείκτη για τη γενετική του προδιάθεση για τον συγχρονισμό ρυθμού.
Η ανάλυση έδειξε ότι το πολυγονιδιακό σκορ του Μπετόβεν δεν ήταν τόσο υψηλό, ώστε να δικαιολογεί το ταλέντο του στη μουσική.
«Είναι ενδιαφέρον ότι ο Μπετόβεν, ένας από τους πιο διάσημους μουσικούς στην ιστορία, είχε μια ασυνήθιστη πολυγονιδιακή παρτιτούρα για τη γενική μουσικότητα - κατατάσσεται μεταξύ του 9ου και του 11ου εκατοστημόριου με βάση σύγχρονα δείγματα» δήλωσε η υποψήφια διδάκτορας του Πανεπιστημίου Βάντερμπιλτ, Tara Henechowicz.
Το τεστ DNA δεν καθορίζει αξιόπιστα αν κάποιος είναι προικισμένος μουσικά
Οι συντάκτες της μελέτης, που δημοσιεύθηκε προ ημερών στην επιθεώρηση Current Biology, υπογραμμίζουν ότι είναι λάθος, βάσει των ευρημάτων τους, να συμπεράνει κάποιος ότι ο Μπετόβεν δεν είχε εξαιρετικές μουσικές ικανότητες. Αυτό που υπογραμμίζουν τα ευρήματά τους, λένε, είναι τα προβλήματα που ανακύπτουν όταν επιχειρεί κάποιος να κάνει προβλέψεις μόνο βάσει της γενετικής αλληλουχίας ενός ατόμου.
«Η αναντιστοιχία μεταξύ της πρόβλεψης που βασίζεται στο DNA και της μουσικής ιδιοφυΐας του Μπετόβεν παρέχει ένα πολύτιμο δίδαγμα, επειδή δείχνει ότι τα τεστ DNA δεν μπορούν να μας δώσουν μια οριστική απάντηση για το αν ένα συγκεκριμένο παιδί θα καταλήξει να είναι μουσικά προικισμένο», είπε η Henechowicz.
Οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι η εργασία τους δεν αποκλείει ότι το DNA συμβάλλει στις μουσικές ικανότητες των ανθρώπων (προηγούμενες μελέτες είχαν διαπιστώσει ποσοστό κληρονομικότητας 42% όσον αφορά στη μουσικότητα), αλλά υπογραμμίζει πως αυτά τα γενετικά τεστ, χρήσιμα σε μελέτες μεγάλου πληθυσμού, μπορούν να αποδειχθούν παραπλανητικά όταν εφαρμόζονται σε ένα μεμονωμένο άτομο, του οποίου οι συμπεριφορές είναι σύνθετες και πολυπαραγοντικές.
«Η τρέχουσα μελέτη και άλλες πρόσφατες εργασίες υποδηλώνουν επίσης ότι το περιβάλλον παίζει βασικό ρόλο στη μουσική ικανότητα, όπως και η αφοσίωση» στη μουσική, πρόσθεσε η δρ Ρέινα Γκόρντον, που συνυπογράφει την έρευνα.