Ρόλο-κλειδί στο μετεκλογικό τοπίο της Ιταλίας μετά την επικείμενη αναμέτρηση του Σεπτεμβρίου διεκδικεί στα 85 του ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ελπίζοντας να εξασφαλίσει την παραμονή του στο προσκήνιο για μερικά ακόμη χρόνια.
Η καριέρα τού μεγιστάνα των ΜΜΕ, δισεκατομμυριούχου ιδιοκτήτη ακινήτων και τρεις φορές πρωθυπουργού της Ιταλίας εκτείνεται σε βάθος δεκαετιών... Κι αν συρρικνώθηκε το προφίλ του τα τελευταία χρόνια, μετά και την καταδίκη του για φορολογική απάτη, που τον απέκλεισε από τα δημόσια αξιώματα, ο Μπερλουσκόνι αποφάσισε και πάλι -σε μια ηλικία που άλλοι θα αποσύρονταν από τη δράση- να κατέβει υποψήφιος γερουσιαστής στις εκλογές, «ώστε όλοι να είναι ευτυχισμένοι», όπως δήλωσε με το αμίμητο, γεμάτο αυτοπεποίθηση ύφος του στο ραδιόφωνο της Rai.
Εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, οι εκλογές του Σεπτεμβρίου θα φέρουν με θριαμβευτικό τρόπο στην εξουσία τη συμμαχία των ακροδεξιών «Αδελφών της Ιταλίας», της Τζόρτζια Μελόνι, που διατυμπανίζει ότι δεν αποτελεί κίνδυνο για τη δημοκρατία, της αντιμεταναστευτικής Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι και της Forza Italia τού Σίλβιο Μπερλουσκόνι, εξασφαλίζοντάς του έτσι μια θέση επιρροής για την επόμενη πενταετία.
Ο «καβαλιέρε» λέει ότι αποφάσισε την επιστροφή στην πολιτική κονίστρα λόγω μιας αίσθησης καθήκοντος έναντι της Ιταλίας, «που χρειάζεται τις αξίες που μόνο το κόμμα του εκπροσωπεί για να επανεκκινήσει την οικονομία της».
«Οι γονείς μου με δίδαξαν ότι όταν νιώθω ισχυρή την αίσθηση καθήκοντος να κάνω κάτι, τότε θα πρέπει να βρίσκω το θάρρος να το κάνω» ανέφερε στο Politico, απαντώντας γραπτώς σε ερωτήσεις του.
Η επιστροφή του Μπερλουσκόνι
Αν και κυριάρχησε στην πολιτική σκηνή και τα ΜΜΕ της Ιταλίας επί δύο δεκαετίες, η πολιτική καριέρα του Μπερλουσκόνι φαινόταν πριν από λίγο καιρό ότι ήταν πλέον παρελθόν. Το ίματζ του είχε αμαυρωθεί από το σκάνδαλο των «μπούνγκα μπούνγκα» πάρτι οργίων στην πολυτελή βίλα του στο Άρκορε, κοντά στο Μιλάνο. Το 2011, λόγω της κρίσης χρέους και των φόβων χρεοκοπίας της Ιταλίας, παρέδωσε τα ηνία της κυβέρνησης στον τεχνοκράτη Μάριο Μόντι και βρέθηκε στο επίκεντρο πολλών δικαστικών ερευνών, μέχρι την αποπομπή του τελικά από τη Γερουσία, μετά την καταδίκη του για φορολογική απάτη το 2013.
Αλλά η απρόσμενη άνοδος του εθνολαϊκισμού την περασμένη δεκαετία έδωσε στον Μπερλουσκόνι την ευκαιρία να εμφανιστεί με τον μανδύα του υπεύθυνου, ευρωπαϊστή, μετριοπαθούς πολιτικού, που κατάφερε μάλιστα να εκλεγεί ευρωβουλευτής, αν και σπάνια πατούσε το πόδι του στις ψηφοφορίες. Η αποκατάστασή του φάνηκε να ολοκληρώνεται τον περασμένο χρόνο, όταν μετείχε στην κυβερνητική συμμαχία υπό τον Μάριο Ντράγκι.
Όλα αυτά μέχρι τον περασμένο μήνα, που ο Μπερλουσκόνι οσφράνθηκε, κατά πως φαίνεται, την αλλαγή του καιρού και μαζί με τους άλλους εταίρους του αποφάσισαν σε ένα «μυστικό δείπνο» στη βίλα του στη Ρώμη να τραβήξουν το χαλί από τα πόδια του Ντράγκι, ωθώντας έτσι την Ιταλία σε πρόωρες εκλογές, που ο δεξιός συνασπισμός ετοιμάζεται να κερδίσει.
Ο Μπερλουσκόνι αποποιείται κάθε ευθύνη για την πτώση της κυβέρνησης Ντράγκι. «Θα προτιμούσαμε», είπε, «να είχε συνεχίσει η κυβέρνηση Ντράγκι μέχρι το τέλος της θητείας της με εκλογές το 2023… Αυτό δεν κατέστη εφικτό λόγω της ανεύθυνης συμπεριφοράς των Πεντάστερων και των αμφιλεγόμενων χειρισμών των [Κεντροαριστερών] Δημοκρατών. Ως εκ τούτου, δεν υπήρχε άλλη επιλογή από το να επιστρέψουμε την ψήφο στο λαό».
Η Forza Italia τού Μπερλουσκόνι -ελάσσων εταίρος στη συμμαχία με τους Αδελφούς της Ιταλίας και τη Λέγκα, απέχει μακράν από τις μέρες της δόξας του 2008, όταν εξασφάλισε ποσοστό 37%. Οι δημοσκοπήσεις δίνουν στο κόμμα του καβαλιέρε ένα ποσοστό γύρω στο 8%, αλλά η δεξιά συμμαχία αναμένεται να πιάσει συνολικά γύρω στο 45% και να εξασφαλίσει την πλειοψηφία στο ιταλικό κοινοβούλιο.
Ανησυχία σε αγορές και Βρυξέλλες για τη μετεκλογική πορεία της Ιταλίας
Ο Μπερλουσκόνι και οι σύμμαχοί του, όμως, πέρα από τους Ιταλούς ψηφοφόρους, καλούνται να πείσουν και τις αγορές ομολόγων, τους οίκους αξιολόγησης, τους Ευρωπαίους εταίρους και τους θεσμούς, που φοβούνται ότι η πιο δεξιά κυβέρνηση στη μεταπολεμική ιστορία της Ιταλίας θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη δημοκρατία στη χώρα καθώς και τις συμμαχίες της στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Αν δεν πειστούν οι διεθνείς θεσμοί ότι η υπερχρεωμένη Ιταλία θα βρίσκεται σε ασφαλή χέρια, τότε το κόστος δανεισμού της θα εκτιναχθεί στα ύψη και θα περιοριστούν δραστικά περιθώρια ελιγμών της νέας κυβέρνησης στη Ρώμη.
Ο Μπερλουσκόνι δηλώνει τώρα απογοητευμένος από τον Πούτιν
Τις ανησυχίες αυτές εντείνουν και οι εγκάρδιες σχέσεις ορισμένων στη δεξιά συμμαχία της Ιταλίας με ακροδεξιά κόμματα σε άλλες χώρες, όπως το Vox στην Ισπανία και με αυταρχικούς ηγέτες, όπως ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν και ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν.
Η Λέγκα υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας το 2017 με το κόμμα το οποίο στηρίζει τον Πούτιν και ο Σαλβίνι επιχείρησε στα τέλη Μαΐου μια ειρηνευτική αποστολή στη Μόσχα με τα εισιτήρια πληρωμένα από τη ρωσική πρεσβεία, ταξίδι που δεν πραγματοποιήθηκε τελικά λόγω της κατακραυγής κατά του αρχηγού της Λέγκα.
Ο Μπερλουσκόνι, από την άλλη, συνδέεται με μακρά φιλία με τον Πούτιν, στην ντάτσα του οποίου είχε φιλοξενηθεί στο παρελθόν, και πρόσφατα αναγκάστηκε να διαψεύσει δημοσιεύματα περί επαφών του με τον Ρώσο πρέσβη στη Ρώμη.
Μέχρι τώρα είχε αποφύγει την κριτική στην εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, αλλά στις δηλώσεις του στο Politico έσπευσε να την καταδικάσει: «Η Ρωσία σήμερα με την επίθεση στην Ουκρανία παραβίασε το Διεθνές Δίκαιο και έφερε έναν οδυνηρό πόλεμο στην καρδιά της Ευρώπης», είπε.
Ο Μπερλουσκόνι υποστήριξε ότι την εποχή που ήταν πρωθυπουργός εργάστηκε για τη βελτίωση των σχέσεων της Δύσης με τη Ρωσία, αλλά τώρα δηλώνει «βαθιά απογοητευμένος» από τον Πούτιν.
Μπερλουσκόνι: Είμαστε υπέρ της Ευρώπης, της Δύσης και του ΝΑΤΟ
Ο 85χρονος μεγιστάνας αρνείται ότι κάποιο από τα κόμματα της δεξιάς συμμαχίας είναι εξτρεμιστικό, κάνοντας λόγο για έναν «κεντροδεξιό συνασπισμό», ο οποίος «δεν έχει καμία σχέση με ακραία κινήματα σε άλλες χώρες».
«Είμαστε φιλοευρωπαίοι, φιλοδυτικοί, υπέρ του ΝΑΤΟ, με τη φιλελεύθερη δημοκρατία ως μοναδικό σημείο αναφοράς μας» λέει, προσθέτοντας ότι δεν θα μετείχε σε καμία κυβέρνηση αν δεν ήταν απολύτως βέβαιος για τη «δημοκρατική ορθότητα, την αίσθηση ευθύνης και τη νομιμοφροσύνη της απέναντι στην Ευρώπη και τη Δύση».
Αντίθετα, λέει ο Μπερλουσκόνι, η νομιμοφροσύνη της κεντροαριστεράς είναι που αμφισβητείται, καθώς ο συνασπισμός της περιλαμβάνει κι ένα αριστερό κόμμα που ψήφισε κατά της ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
Τα σχόλια του Μπερλουσκόνι για τον Ματαρέλα που προκάλεσαν σάλο
Την περασμένη εβδομάδα ο Μπερλουσκόνι προκάλεσε σάλο, όταν, συζητώντας σε ραδιοφωνική του συνέντευξη για την προτεινόμενη μεταρρύθμιση του προεδρικού συστήματος, τόνισε ότι, αν αυτή εγκριθεί, τότε ο πρόεδρος της χώρας, Σέρτζι Ματαρέλα, θα πρέπει να παραιτηθεί.
Το σχόλιό του εκλήφθηκε ως επίθεση κατά του Ματαρέλα, εγγυητή των δημοκρατικών ισορροπιών και δημοφιλέστερο πολιτικό στην Ιταλία. Οι αντίπαλοι του Μπερλουσκόνι κατήγγειλαν τη δεξιά συμμαχία ότι συνωμοτεί για να διαλύσει το δημοκρατικό σύστημα της χώρας και ότι ο Μπερλουσκόνι ονειρεύεται τον προεδρικό θώκο, κάτι που ο ίδιος διέψευσε.
Δεν αποκλείεται, ωστόσο, σχολιάζει το Politico, ο «καβαλιέρε» να έχει βλέψεις για το δεύτερο υψηλότερο θεσμικά αξίωμα στη χώρα, εκείνο του προέδρου της Γερουσίας, αν και οι σύμμαχοί του δεν τον έχουν στηρίξει μέχρι στιγμής. Αλλά ακόμη και χωρίς επίσημο θεσμικό ρόλο, ο Μπερλουσκόνι μπορεί να ασκεί σημαντική επιρροή στη νέα κυβέρνηση, αν το κόμμα του συγκεντρώσει τις ψήφους που περιμένει.
«Αν πάρει ένα 7-8%, όπως αναμένεται, μπορεί να κάνει τη διαφορά ανάμεσα σε μια ξεκάθαρη νίκη για τη δεξιά και ένα όχι τόσο καθαρό αποτέλεσμα. Θα είναι κρίσιμος ο ρόλος του για την επιβίωση του συνασπισμού και θα κάνει τους συμμάχους του να το αισθανθούν», λέει ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Σάρεϊ, Ντανιέλε Αλμπερτάτσι.
Από ιδεολογικής άποψης, υπάρχει ευρεία συμφωνία μεταξύ των κομμάτων της δεξιάς συμμαχίας αναφορικά με το εκλογικό τους πρόγραμμα για τις περικοπές φόρων και το μεταναστευτικό και τα ακροδεξιά κόμματα είναι απίθανο να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες των πιο ακραίων οπαδών τους.
Ο Μπερλουσκόνι μπορεί, αν το θελήσει, να χαράξει κόκκινες γραμμές, καθώς η πιο κεντρώα Forza Italia είναι το μόνο από τα δεξιά κόμματα που θα μπορούσε θεωρητικά να στραφεί και να υποστηρίξει μια κυβέρνηση που θα κλίνει προς τα αριστερά ή μια τεχνοκρατική, χωρίς να πληρώσει υψηλό τίμημα σε ψήφους. Ως εκ τούτου, ο Μπερλουσκόνι τούς «είναι απαραίτητος. Μπορεί να παίζει πολλά παιχνίδια στο κέντρο και να παραμείνει επίκαιρος για την επόμενη πενταετία», λέει ο Αλμπερτάτσι.