Μια λαϊκή κινητοποίηση που καταστέλλεται με αίμα, μια οικονομία που έχει παραλύσει από την πρωτόγνωρη γενική απεργία, σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ του στρατού και ένοπλων ομάδων ανταρτών: τις τελευταίες 100 ημέρες η Μιανμάρ βυθίζεται στο χάος.
Είναι εμφύλιος (…) ο στρατός έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στον λαό, συνοψίζει ο αναλυτής Κιν Ζάου Ουίν.
Το πρωί της 1ης Φεβρουαρίου οι στρατηγοί στη Μιανμάρ ανέτρεψαν την εκλεγμένη κυβέρνηση της Αούνγκ Σαν Σου Τσι, έθεσαν την ίδια σε κατ’ οίκον περιορισμό και κήρυξαν τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, βάζοντας τέλος απότομα σε μια δημοκρατική παρένθεση 10 ετών. Αύριο Τρίτη συμπληρώνονται 100 ημέρες από το πραξικόπημα.
Σε όλη τη Μιανμάρ, από τις πόλεις ως τα πιο απομακρυσμένα χωριά, πραγματοποιούνται σχεδόν καθημερινά αιματηρές διαδηλώσεις με τη συμμετοχή κυρίως νέων που αποζητούν δημοκρατία και ενημερώνονται μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις νέες τεχνολογίες. Χιλιάδες απεργοί έχουν αποκλείσει μεγάλο μέρος της χώρας, προκαλώντας προβλήματα στη λειτουργία τραπεζών, νοσοκομείων, λιμανιών και δημόσιων υπηρεσιών. Η χούντα απαντά με τα όπλα.
Σχεδόν 800 νεκροί στη Μιανμαρ
Τουλάχιστον 780 πολίτες έχουν σκοτωθεί τους τελευταίους τρεις μήνες, σύμφωνα με την Ένωση Αρωγής Πολιτικών Κρατούμενων (ΑΑΡΡ). Ο στρατός κάνει λόγο για πολύ λιγότερους νεκρούς και επιρρίπτει τις ευθύνες για τη βίας στους “ταραξίες” που επιδίδονται “σε τρομοκρατικές ενέργειες”. Οι συλλήψεις αυξάνονται.
Περισσότεροι από 3.800 άνθρωποι κρατούνται, συχνά σε μυστικές τοποθεσίες, σύμφωνα με την ΑΑΡΡ, η οποία καταγγέλλει τη βία εναντίον γυναικών, εξωδικαστικές εκτελέσεις και βασανιστήρια όπως στην περίπτωση του ποιητή Κετ Τι, ο οποίος συνελήφθη το Σάββατο και πέθανε υπό κράτηση 24 ώρες αργότερα.
“Οι άνθρωποι ζουν στον φόβο και νιώθουν απελπισμένοι (…) κάποιοι σκέφτονται την αυτοκτονία”, αναφέρει η αδελφή Αν Ρόουζ Νου Τουάνγκ. Η μοναχή αυτή αναδείχθηκε σε σύμβολο της αντίστασης όταν στη διάρκεια διαδήλωσης που κατεστάλη βίαια τον Μάρτιο γονάτισε μπροστά από τους στρατιωτικούς με τα χέρια σταυρωμένα παρακαλώντας τους “να μην πυροβολήσουν”. Σήμερα εργάζεται σε κλινική της πολιτείας Καχίν όπου φροντίζει αντιφρονούντες που τραυματίστηκαν, οι οποίοι “θυσιάζουν τη ζωή τους για το μέλλον τους”.
Παρά τη βία οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται. Θέλουμε να βρισκόμαστε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, δηλώνει ένας διαδηλωτής. Προκειμένου να διατηρήσουν την πίεση στη χούντα, αποφεύγοντας παράλληλα τα αντίποινα οι διαδηλωτές προτιμούν τις αιφνιδιαστικές κινητοποιήσεις, με τη συμμετοχή λιγότερων ατόμων, μια τακτική που φαίνεται να αποδίδει τις τελευταίες ημερότερες. Η αντίσταση οργανώνεται και πολιτικά.
Χιλιάδες αντιφρονούντες έχουν καταφύγει σε περιοχές της Μιανμάρ που ελέγχονται από τους αντάρτες, στο βόρειο και ανατολικό τμήμα της χώρας, και πρώην βουλευτές που πέρασαν στην παρανομία σχημάτισαν μια “κυβέρνηση εθνικής ενότητας”. Όμως προς το παρόν αυτή δεν ασκεί μεγάλη επιρροή. Η επιθυμία της να δημιουργήσει “ομοσπονδιακό στρατό” ενάντια στη χούντα, στον οποίο θα συμμετέχουν αντιφρονούντες και μαχητές των ανταρτών, δεν έχει προκαλέσει ενθουσιασμό μεταξύ των διάφορων εθνοτήτων στη χώρα. Από την πλευρά τους οι αντάρτες επέστρεψαν στις επιθέσεις.
Η Εθνική Ένωση Κάρεν (KNU), που διαθέτει πολλές χιλιάδες άνδρες στην ανατολική Μιανμάρ, επιτίθεται σε στρατιωτικές βάσεις και ο στρατός απαντά με αεροπορικά πλήγματα, τα πρώτα εδώ και περισσότερα από 20 χρόνια στην περιοχή. Οι συγκρούσεις και οι αεροπορικές επιδρομές είναι επίσης έντονες στην πολιτεία Καχίν, όπου οι αντάρτες κατέρριψαν στρατιωτικό ελικόπτερο την προηγούμενη εβδομάδα. Δεκάδες χιλιάδες άμαχοι έχουν εκτοπιστεί από τη βία, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Έκρηξη φτώχειας στη Μιανμαρ
Πόσο θα αντέξει η χώρα, μια από τις πιο φτωχές της Ασίας; Λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας του κορωνοϊού και της πολιτικής κρίσης ο μισός πληθυσμός της Μιανμάρ κινδυνεύει να βρεθεί κάτω από το όριο της φτώχειας ήδη από το 2022, ένα πισωγύρισμα 16 ετών, προειδοποίησε το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα.
Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι η οικονομία της Μιανμάρ θα συρρικνωθεί κατά 10% το 2021, αφού το 2019 αναπτύχθηκε κατά σχεδόν 7%. Το οικονομικό και πολιτικό χάος δεν φαίνεται να επηρεάζει τους στρατηγούς οι οποίοι αψηφούν και τις διεθνείς καταδίκες του πραξικοπήματος αλλά και τις κυρώσεις που έχουν ανακοινώσει ΗΠΑ και ΕΕ.
Περισσότερες από 200 μη κυβερνητικές οργανώσεις έχουν ζητήσει από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να επιβάλει διεθνές εμπάργκο στην πώληση όπλων στη Μιανμάρ, όμως η Κίνα και η Ρωσία, παραδοσιακοί σύμμαχοι του βιρμανικού στρατού, αντιτίθενται σθεναρά.