Τον τρόμο που βίωσαν όταν οι ένοπλοι της Χαμάς εισέβαλαν ξαφνικά στην κοινότητά τους, ένα κιμπούτς 1.100 ατόμων κοντά στα σύνορα με τη Λωρίδα της Γάζας περιγράφουν οι επιζώντες, οι οποίοι αρχικά θεώρησαν πως πρόκειται για άλλον έναν βομβαρδισμό.
Οι κάτοικοι του Be’eri συνήθιζαν μέχρι πρότινος να λένε ότι ο λόγος που το ισραηλινό κιμπούτς ήταν τόσο κοντά στη Λωρίδα τη Γάζας ήταν επειδή διαφορετικά θα ήταν πολύ τέλειο. «Ήταν ένα αστείο, κάτι που λέγαμε επειδή το Be’eri είναι τόσο όμορφο. Είναι το μέρος όπου θέλεις να μεγαλώσουν τα παιδιά σου. Το ηλιοβασίλεμα είναι όμορφο, τα χωράφια είναι πράσινα, έχει όλα όσα θέλεις από ένα μέρος διακοπών» δήλωσε ο Λόταν Πινιάν στο CNN.
Η γειτνίαση του Be’eri με τη Γάζα, η οποία απέχει μόλις 5 χιλιόμετρα, σημαίνει ότι η φιλελεύθερη κοινότητα αποτελεί συχνό στόχο ρουκετών της Χαμάς, ωστόσο αναχαιτίζονται από την ισραηλινή άμυνα. Οι ρουκέτες ήταν το μοναδικό μειονέκτημα του κατά τα άλλα ειδυλλιακού σημείου, θα έλεγαν ο Πινιάν και οι φίλοι του. «Τώρα πια δεν είναι αστείο» προσθέτει.
Νωρίς το πρωί του Σαββάτου, ένοπλοι της Χαμάς εισέβαλαν στο Be’eri και άφησαν πίσω τους μια καταστροφή αφάνταστη κλίμακας. Δολοφόνησαν πάνω από 120 κατοίκους του, μεταξύ των οποίων και παιδιά, και απήγαγαν πολλούς άλλους. Έβαλαν φωτιά στα σπίτια των κατοίκων και στη συνέχεια τους σκότωσαν όταν προσπάθησαν να ξεφύγουν από τη ζέστη και τον καπνό. Λεηλάτησαν , έκλεψαν και κατέστρεψαν ό,τι μπορούσαν.
Ένα διαφορετικός συναγερμός ήχησε τα ξημερώματα του Σαββάτου
Όλα ξεκίνησαν με τις σειρήνες. Η κοινότητα των περίπου 1.100 ανθρώπων ξύπνησε στις 6:30 το πρωί όταν χτύπησε ο συναγερμός, που σήμαινε μια επικείμενη επίθεση με ρουκέτες.
«Αλλά δεν ήταν φυσιολογικό. Είμαστε συνηθισμένοι στους βομβαρδισμούς – ξέρουμε πώς ακούγεται ο συναγερμός: τατ-τατ-τατ-τατ. Αλλά αυτό ήταν διαφορετικό. Δε σταματούσε. Τατ - τατ - τατ - τατ - τατ - τατ - τατ – τατ» δήλωσε η Μιχάλ Πινιάν, σύζυγος του Λόταν.
Τα μηνύματα που αντάλλαξαν μέλη οικογένειας στο κιμπούτς
Η ομάδα WhatsApp της οικογένειας γέμισε από ανήσυχα μηνύματα μεταξύ των γονέων της Μιχάλ, Αμίρ και Μάτι Βάις και των τριών αδερφών της.
9:25 π.μ. Μάτι: πυροβολισμοί στο μπαλκόνι
9:26 π.μ. Ραν: και εδώ ακούγονται πυροβολισμοί έξω από το παράθυρο του καταφυγίου
9:30 π.μ. Μάτι: Ακούω φωνές στα αραβικά έξω από το σπίτι
9:31 π.μ. Ντάλιτ: ακούς και εσύ τις δυνάμεις ασφαλείας;
9:43 π.μ. Αμίρ: ο μπαμπάς είναι τραυματισμένος, είναι μέσα στο σπίτι.
9:43 π.μ. Ραν: Τι εννοείς;
9:44 π.μ. Ντάλιτ: μπήκαν μέσα;
9:44 π.μ. Λόταν: Τι; Μιλήστε μας.
9:47 π.μ. Ραν: Ο Λιμόρ μίλησε με τον Ραχίλι, σου στέλνει κάτι.
9:49 π.μ. Μιχάλ: Η μαμά συνεχίζει να γράφει συνέχεια.
9:52 π.μ. Έντι: Πότε????
9:57 π.μ. Λιμότ: Πότε, τι συμβαίνει με σένα;
10:01 π.μ. Μιχάλ: Μαμά.
10:01 π.μ. Μιχάλ: Απάντησε.10:03 π.μ. Μάτι: σώστε μας
10:04 π.μ. Μάτι: Σώστε μας
10:00 π.μ. Μιχάλ: είσαι στο καταφύγιο;
10:04 π.μ. Μάτι: ο μπαμπάς πυροβολήθηκε και ρίχνουν χειροβομβίδες.
10:04 π.μ. Μάτι: Ανατίναξαν το δωμάτιο ασφαλείας
10:04 π.μ. Μιχάλ: μέσα στο σπίτι;
10:04 π.μ. Μάτι: Ναι.
Αυτό το μήνυμα ήταν το τελευταίο που ήρθε από τη Μάτι, τη μητέρα της Μίχαλ. Μετά από αυτό, σιωπή.
«Ξέραμε ότι πιθανώς ήταν νεκροί. Αλλά υπήρχε ακόμα μια μικρή ελπίδα ότι ίσως δεν ήταν, ότι τους είχαν απαγάγει», δήλωσε ο Λόταν.
Η ιστορία του χήρου Χαντ με την 8χρονη κόρη του
Στην άλλη άκρη του κιμπούτς, ο Τομ Χαντ λάμβανε τα ίδια τρομακτικά μηνύματα για ενόπλους που εισέβαλαν στα σπίτια των γειτόνων του. Το μόνο που μπορούσε να σκεφτεί ήταν η 8χρονη κόρη του Έμιλι – μία από τις ψηλότερες στην τάξη της, με ξανθά μαλλιά και χλωμό δέρμα, ταλαντούχα χορεύτρια και ένα διασκεδαστικό και έξυπνο κορίτσι, όπως είπε στο CNN.
Ο Χαντ πήγε στο Be’eri πριν από 30 χρόνια ως εθελοντής, σχεδιάζονται να μείνει λίγους μήνες, και δεν έφυγε ποτέ. Αφότου η σύζυγός του, η μητέρα της Έμιλι, πέθανε από καρκίνο πριν από μερικά χρόνια, αυτός και η Έμιλι ζούσαν εκεί μόνοι τους.
Η κοινότητα ήταν δεμένη – οι κάτοικοι είπαν στο CNN πως τρώνε όλοι μαζί και μοιράζονται τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων των μισθών τους, οι οποίοι μπαίνουν σε ένα κοινό ταμείο και ανακατανέμονται ισότιμα σε όλες τις οικογένειες. Όσο για τους κατοίκους της Γάζας, τους βλέπουν ως γείτονές τους.
«Υπήρχαν άνθρωποι από τη Γάζα που εργάζονταν στο κιμπούτς και ήταν μέρος της κοινότητας, έφερναν τα παιδιά τους στον παιδικό σταθμό μας. Όταν δεν μπορούσαν πια να έρθουν να δουλέψουν εκεί, αρχίσαμε να μαζεύουμε χρήματα από την κοινότητα και τώρα υπάρχει ένα ταμείο για να τους βοηθά» είπε η Μιχάλ.
Το βράδυ της Παρασκευής, η Έμιλι πήγε στο σπίτι της φίλης της για να κοιμηθεί εκεί. «Είχαν μια κοριτσίστικη βραδιά» δήλωσε ο πατέρας της.
Όταν ήχησαν οι σειρήνες, ήταν σίγουρος πως η κόρη του θα ήταν ασφαλής
Όταν οι σειρήνες χτύπησαν στις 6:30 το πρωί του Σαββάτου, ο Χαντ δεν ανησύχησε ιδιαίτερα – οι συναγερμοί δεν ήταν ασυνήθιστοι στο κιμπούτς. Η Έμιλι κοιμόταν στο σπίτι μιας φίλης της και ήταν σίγουρος πως και τα δύο παιδιά θα ήταν ασφαλή. «Μέχρι που άκουσα τους πυροβολισμούς. Και ήταν ήδη πολύ αργά. Αν το ήξερα… θα μπορούσα ίσως να τρέξω, να την πάρω, να πάρω τη φίλη της, να πάρω τη μητέρα, να τις φέρω πίσω στο σπίτι μου. Αλλά όταν κατάλαβα τι συνέβαινε, ήταν ήδη πολύ αργά» είπε.
Δεν μπόρεσε να έρθει σε επαφή μαζί τους και δεν μπόρεσε να βγει έξω γιατί το κιμπούτς είχε γεμίσει με ένοπλους της Χαμάς. «Έπρεπε να σκεφτώ την Έμιλι. Είχε ήδη χάσει τη μητέρα της, δεν μπορούσα να ρισκάρω να χάσει και τον πατέρα της» είπε.
Το πρόβλημα της οικογένειας Πινιάν- Η πόρτα του καταφυγίου δεν κλείνει από μέσα
Εν τω μεταξύ, οι Πινιάν, σε κατάσταση σοκ από αυτό που κατάλαβαν ότι συνέβαινε στο σπίτι των γονιών τους, προετοιμάζονταν για το ενδεχόμενο το σπίτι τους να είναι ο επόμενος στόχος των τρομοκρατών. Βρίσκονταν μέσα στο καταφύγιό τους, αλλά αντιμετώπιζαν ένα πρόβλημα. Η πόρτα δεν μπορεί να κλειδώσει από μέσα.
Ενώ όλα τα ισραηλινά σπίτια που χτίστηκαν μετά το 1993 πρέπει να διαθέτουν καταφύγιο, αυτά τα ασφαλή δωμάτια έχουν σχεδιαστεί για να αντέχουν σε μια έκρηξη, αλλά όχι σε μια ένοπλη εισβολή.
«Ξέραμε ότι έπρεπε να κρατήσουμε την πόρτα κλειστή, οπότε πήραμε ό,τι βρήκαμε στο καταφύγιο και το τυλίξαμε στο χερούλι… το δέσαμε στο παράθυρο και στη συνέχεια βάλαμε μια καρέκλα από πίσω και το κρατήσαμε σφιχτά με ένα ρόπαλο του μπέιζμπολ» είπε ο Λόταν, ο οποίος πέρασε τις επόμενες πολλές ώρες καθισμένος δίπλα στην πόρτα, σφίγγοντας το ρόπαλο πάνω της, περιμένοντας το στρατό να έρθει να τους σώσει.
Το κιμπούτς έχει τη δική του εθελοντική ομάδα έκτακτης ανάγκης, περίπου 15 άτομα που υποτίθεται ότι προστατεύουν την κοινότητα από τον κίνδυνο μέχρι να έρθει ο στρατός. Με μια στρατιωτική βάση λίγα μόλις λεπτά μακριά, όλοι πίστευαν ότι οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις θα έρχονταν από στιγμή σε στιγμή. Αλλά αυτό δεν συνέβη.
«Περιμέναμε για περίπου 20 ώρες, χωρίς φαγητό, χωρίς νερό, χωρίς τουαλέτα» λέει ο Λόταν. «Και τα παιδιά, δεν ζήτησαν ποτέ τίποτα. Ούτε μία φορά» πρόσθεσε η Μιχάλ.
Πώς κατάφερε ο στρατός να τους βγάλει από το σπίτι
Οι IDF σε δηλώσεις τους στο CNN είπαν πως χρειάστηκαν μέρες έντονης μάχης για να αποκτήσουν τον έλεγχο του κιμπούτς. Για να σώσουν τους Πινιάν, 15 στρατιώτες εισέβαλαν στο σπίτι, σχημάτισαν έναν στενό κύκλο γύρω από την οικογένεια και τους συνόδευσαν σε ένα ασφαλές μέρος – ενώ η μάχη εξακολουθούσε να μαίνεται στο κιμπούτς, όπως είπε η οικογένεια.
Καθώς έφευγαν, είπε ο Λόταν, κάλυψε τα μάτια των παιδιών για να μην δουν τα πτώματα. «Τους είδαμε, όλους, στρατιώτες, μέλη του κιμπούτς και τρομοκράτες. Από όπου κι αν περάσαμε, υπήρχαν πτώματα» είπε ο Λόταν.
Η αντίδραση του Χαντ όταν έμαθε πως η κόρη του είναι νεκρή
Πολλοί από αυτούς που τελικά διασώθηκαν από το κιμπούτς από τον στρατό μεταφέρθηκαν σε ένα ξενοδοχείο στις ακτές της Νεκράς Θάλασσας. Ανάμεσά τους και ο Τομ Χάρντ, ο οποίος πέρασε τις επόμενες ημέρες περιμένοντας να μάθει οτιδήποτε για την 8χρονη κόρη του. Και τότε ήρθαν τ νέα.
«Δύο άνθρωποι από το κιμπούτς, μια ομάδα γιατρών, ψυχιάτρων, κοινωνικών λειτουργών.. και σου λένε. Ήρεμα, αλλά γρήγορα, γιατί έχουν να ενημερώσουν πολλούς άλλους» είπε, προσθέτοντας πως ένιωσε ανακούφιση. Από όλα τα φρικτά ενδεχόμενα, ο θάνατος φαινόταν το λιγότερο επώδυνο.
«Ήταν νεκρή. Ήξερα ότι δεν ήταν μόνη της, ότι δεν ήταν στη Γάζα, ότι δεν ήταν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο γεμάτο με ένας Θεός ξέρει πόσους ανθρώπους, που την έσπρωχναν ... τρομοκρατημένη κάθε λεπτό της κάθε ημέρας, πιθανόν για τα επόμενα χρόνια. Οπότε ο θάνατος ήταν μια ευλογία», δήλωσε στο CNN, με σπασμένη φωνή και δάκρυα να τρέχουν στο πρόσωπό του.
«Σ' αυτόν τον τρελό κόσμο, υπάρχω κι εγώ που ελπίζω η κόρη μου να είναι νεκρή» είπε.
Πολλοί από τους ανθρώπους που διασώθηκαν από το Be'eri μένουν στο ίδιο ξενοδοχείο με τον Χαντ, πράγμα που σημαίνει ότι περιβάλλεται από αγάπη - αλλά και συνεχείς υπενθυμίσεις της Έμιλι. Πολλοί από τους φίλους της που επέζησαν από τη σφαγή βρίσκονται στο ξενοδοχείο.
«Οι φίλοι της Έμιλι γνωρίζουν ότι δεν είναι εδώ μαζί μου. Έτσι με ρωτούν τι της συνέβη ... με κοιτάζουν και τους λέω ότι δεν ξέρω ακόμα», είπε. «Αλλά μετά βλέπουν τους γονείς τους να με αγκαλιάζουν, να κλαίνε ... τα παιδιά δεν είναι ηλίθια, ακόμα και σε αυτή την ηλικία, οπότε μόνο και μόνο που το βλέπουν αυτό είμαι σίγουρος ότι το καταλαβαίνουν».
«Κανείς δεν μιλάει για κηδείες»
Η κοινότητα είναι πολύ δεμένη, προσπαθώντας να συνεχίσει, δήλωσε η Μιχάλ Πίνιαν. Κάθε λίγα λεπτά, κάποιος περνάει για να την αγκαλιάσει, να συζητήσει, να μοιραστεί μια ανάμνηση από τους γονείς της.
Είπε στο CNN ότι γνωρίζει πως οι γονείς της έχουν πεθάνει, επειδή τα πτώματά τους αναγνωρίστηκαν από ανθρώπους που τους γνώριζαν προσωπικά. Ωστόσο, της έχει ζητηθεί να δώσει δείγμα DNA για την επίσημη ταυτοποίηση, κάτι που μπορεί να πάρει αρκετό χρόνο.
Δεν έχει ιδέα τι θα συμβεί στη συνέχεια. «Κανείς δεν μιλάει για κηδείες. Δεν έχουμε κάποιο μέρος για να πάμε. Το κιμπούτς είναι πλέον ένας σφραγισμένος χώρος από τον στρατό», είπε.
Παρόλα αυτά, πιστεύει ότι το Be'eri θα ξαναχτιστεί με κάποια μορφή. «Θα χρειαστούμε πολλή, πολλή, πολλή δύναμη, σωματική και συναισθηματική, για να επιστρέψουμε. Αλλά θα επιστρέψουμε, δεν τίθεται θέμα», δήλωσε.