Το γαλλο-γερμανικό ζευγάρι «ράγισε» σε χίλια κομμάτια στην πρόσφατη σύνοδο για το Brexit, την περασμένη Τετάρτη και Πέμπτη. Υπήρχαν ήδη σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις δύο όχθες του Ρήνου, αλλά είναι η πρώτη φορά που η Ανγκελα Μέρκελ δημοσιοποίησε τη διαφωνία της με βαριές εκφράσεις.
Οπως γράφει ο έμπειρος ανταποκριτής της Liberation στις Βρυξέλλες, Ζαν Κατρεμέρ, η γερμανίδα καγκελάριος χαρακτήρισε «ακατανόητο» το «σκεπτικό» του Μακρόν, ο οποίος αντιτίθεται σε μεγάλη παράταση των διαπραγματεύσεων για το Brexit, ενώ η Ανγκελα Μέρκελ ήταν έτοιμη να παραχωρήσει ένα έτος στην Τερέζα Μέι ώστε να μπορέσει να ολοκληρώσει τη συμφωνία διαζυγίου με την ΕΕ. Μάλιστα, άνθρωποι της Μέρκελ, όπως ο Χριστιανοδημοκράτης πρόεδρος της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων της Μπούντεσταγκ Νόρμπερτ Ρέντγκεν κατηγόρησαν τον ένοικο των Ηλυσίων ότι δίνει προτεραιότητα στα εσωτερικά πολιτικά του συμφέροντα έναντι της ευρωπαϊκής ενότητας.
Ωστόσο το σκεπτικό του Γάλλου προέδρου ήταν απλό: Η Ενωση βρίσκεται αντιμέτωπη με άλλα προβλήματα και δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της να είναι αιχμάλωτη από μια βρετανική πολιτική σκηνή που είναι ανίκανη να εφαρμόσει το δημοψήφισμα που η ίδια προκάλεσε.
Τελικά βρέθηκε συμβιβαστική λύση ανάμεσα στον Μακρόν και την Μέρκελ (παράταση ως τις 30 Οκτωβρίου) αλλά η γερμανική κυβέρνηση δεν έκρυψε τον θυμό της για την αντίσταση που συνάντησε στο πρόσωπο ενός εταίρου που ήταν συνήθως υπάκουος.
Περιέργως, γράφει ο Κατρεμέρ, τα γαλλικά μίντια έγραψαν για απομόνωση του Παρισιού (παρότι υποστήριξαν τον Μακρόν το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, η Ισπανία, η Μάλτα αλλά επίσης η Αυστρία και η Δανία) και σχεδόν τον κατηγόρησαν ότι δεν έπαιξε συλλογικό παιχνίδι και αρνήθηκε να στηρίξει τη γραμμή του Βερολίνου. «Είναι απίστευτο να μας κατηγορούν ότι εμποδίζουμε την ΕΕ να γυρίζει γύρω από την ουρά της την ώρα που εμείς προσπαθήσαμε να την εμποδίσουμε, απλά, να βυθιστεί στη γενικευμένη νωχελικότητα», σχολίασε υπογείως το γαλλικό προεδρικό μέγαρο.
Κατά τον ίδιο αρθρογράφο, ο Μακρόν «διέβη το κατώφλι»: Μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα κατά το οποίο επένδυε στη γαλλογερμανική σχέση, έχει οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι οι Χριστιανοδημοκράτες, αλλά και οι συγκυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες υπερασπίζονται αποκλειστικά τα γερμανικά εθνικά συμφέροντα, τα οποία μεταμφιέζουν σε ευρωπαϊκά.
Εδώ και ενάμιση χρόνο, ο Γάλλος πρόεδρος βλέπει τους εταίρους πέραν του Ρήνου να ακυρώνουν τη μία πρωτοβουλία του μετά την άλλη, είτε πρόκειται για την δημιουργία ενός προϋπολογισμού και ενός κοινοβουλίου της ευρωζώνης, είτε για την φορολόγηση των κολοσσών της πληροφορικής, τη δημιουργία ευρωστρατού κ.ο.κ.
Η γαλλική πλευρά, καταλήγει χαρακτηριστικά ο Κατρμέρ, αισθάνεται ότι δεν υπάρχει πλέον λόγος να μπαίνει σε συμβιβασμούς που αποδυναμώνουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση: αν το Βερολίνο δεν επιθυμεί περισσότερη Ευρώπη ή ενδιαφέρεται απλώς για μια γερμανική Ευρώπη, ας το πει ανοικτά. Αλλά το Παρίσι δεν έχει λόγο να συνεχίσει αυτό το παιχνίδι χάριν μιας Ένωσης που δεν είναι παρά κατ' όνομα Ευρωπαϊκή.
Η συζήτηση δεν είναι φιλολογική: το νεώτερο επεισόδιο της γαλλογερμανικής αντιπαράθεσης πρόκειται να εκτυλιχθεί σήμερα Δευτέρα, οπότε η Γαλλία θα καταψηφίσει στο Συμβούλιο Υπουργών την επανέναρξη μιας νέας εμπορικής διαπραγμάτευσης μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε., στη θέση της ατυχήσασας συμφωνίας ΤΤΙΡ.
Ο Γάλλος πρόεδρος δηλώνει ότι δεν είναι νοητή η διαπραγμάτευση με την κυβέρνηση Τραμπ, όσο αυτή αρνείται να συμμορφωθεί με το Σύμφωνο των Παρισίων για την κλιματική μεταβολή και έχει θεσπίσει εναντίον της ευρωπαϊκής πλευράς δασμούς στον χάλυβα και το αλουμίνιο.
Το κοινό μυστικό, ωστόσο, είναι ότι ο Μακρόν επιθυμεί να μείνει εκτός της νέας διαπραγμάτευσης, ο ευαίσθητος για τη Γαλλία τομέας της αγροτικής παραγωγής, παρά τις υπερατλαντικές πιέσεις περί του αντιθέτου.
Μάλιστα ο Ντόναλντ Τραμπ απειλεί ευθέως με επιβολή δασμών στην ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, θέτοντας τη Γερμανία σε συναγερμό.
Η ανάλυση των Financial Times για το επερχόμενο διαζύγιο
Ο Βόλφγκανγκ Μύνχαου των Financial Times επισημαίνει ότι οι συνεργάτες του Μακρόν (άνθρωποι με ιδιαίτερους δεσμούς με την άλλη πλευρά του Ρήνου) άργησαν να αντιληφθούν ότι με την εκλογική ήττα του Σοσιαλδημοκράτη διεκδικητή της καγκελαρίας Μάρτιν Σουλτς η γερμανική πολιτική επέστρεψε στις νόρμες της.
Ιδιαίτερο σοκ αποτέλεσαν εν συνεχεία οι τοποθετήσεις της Άνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ σε ό,τι αφορά την κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα. Η διάδοχος της Μέρκελ στην ηγεσία της Χριστιανοδημοκρατίας υποστήριξε ότι η Γαλλία θα πρέπει να παραδώσει στην Ε.Ε. την έδρα του μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ παράλληλα πρότεινε την κατάργηση του Στρασβούργου ως δεύτερης έδρας του Ευρωκοινοβουλίου.
Επιπλέον πρότεινε στη Γαλλία την κοινή κατασκευή αεροπλανοφόρου, πρόταση η οποία δεδομένης της καθήλωσης των γερμανικών στρατιωτικών δαπανών ακούγεται ειρωνική.
Για το Παρίσι, το πρόβλημα δεν είναι η Μέρκελ – αλλά το τι ακολουθεί.
Κατά τον Μύνχαου, μία νέα εστία κρίσης απειλείται να προκύψει λόγω της αντίθεσης του Μακρόν στην ανάληψη της προεδρίας της Κομισιόν από τον Βαυαρό Μάνφρεντ Βέμπερ, επικεφαλής του ευρωψηφοδελτίου του ΕΛΚ.
Όμως, ο μεγαλύτερος κίνδυνος, κατά τον ίδιο, θα είναι μια πιθανή επιστροφή της κρίσης της ευρωζώνης. Η Γαλλία είναι περισσότερο εκτεθειμένη από το Γερμανία στο ιταλικό χρέος, κυριότερη πηγή ανησυχίας για τη νομισματική ένωση. Οι δε γαλλικές συνταγές της προώθησης της ενοποίησης της αγοράς κεφαλαίων και της αναμόρφωσης των δημοσιονομικών περιορισμών για την τόνωση των επενδύσεων αποτελούν στη Γερμανία ταμπού.
Παρά τις θεαματικές χειρονομίες σύσφιξης των διμερών σχέσεων, όπως η συνυπογραφή πρόσφατα της Συμφωνίας του Άαχεν, Γαλλία και Γερμανία μπαίνουν, όπως διαπιστώνει ο Μύνχαου, σε φάση απόκλισης των συμφερόντων και των ηγεσιών τους. Οι κραδασμοί θα γίνουν αισθητοί σε όλη την Ευρώπη.