Τα τέσσερα παιδιά, που κατάφεραν να επιβιώσουν μόνα τους επί 40 ημέρες στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου, μετά το αεροπορικό δυστύχημα της Πρωτομαγιάς, στο οποίο έχασαν τη μητέρα τους, βρέθηκαν εκεί σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τη στρατολόγησή τους από παραστρατιωτικούς.
Όπως είπε ο σύζυγος της Μαγκνταλένα Μουκουτούι, τα παιδιά ηλικίας ενός έως 13 ετών, επιβιβάστηκαν στο μονοκινητήριο Cessna C206 με τη μητέρα τους την Πρωτομαγιά για να γλιτώσουν από το «παιδομάζωμα» ενόπλων ανταρτών.
«Φοβόμουν πολύ μήπως στρατολογηθούν τα παιδιά», δήλωσε ο Μανουέλ Ρανοκέ στους New York Times.
O Ρανοκέ, είπε ότι οι αντάρτες – πρώην μέλη των «Ενόπλων Επαναστατικών Δυνάμεων της Κολομβίας» - γνωστών και ως FARC – «δεν σέβονται τίποτε – είναι ικανά να στρατολογήσουν ακόμη και παιδιά ηλικίας δύο ετών». Προ ημερών ο Ρανοκέ είπε στους δημοσιογράφους ότι η ομάδα των ανταρτών – που ελέγχει την τοπική βιομηχανία κοκαϊνης και είναι γνωστή ως το «Μέτωπο Καρολίνα Ραμίρεζ», «ήθελε να με σκοτώσει», σύμφωνα με τη New York Post.
Ο ίδιος είπε ότι είναι συγγενής του κυβερνήτη της περιοχής Los Monos της φυλής αυτοχθόνων Ουιτότο και κρυβόταν επί αρκετούς μήνες. «Δέχθηκα απειλές γιατί είμαι στόχος γι’ αυτούς. Γνωρίζω ότι αυτοί οι ξεδιάντροποι άνθρωποι θα αρχίσουν να χρησιμοποιούν τα παιδιά μου για να με πιέσουν, αλλά δεν θα το επιτρέψω ποτέ», είπε αναφερόμενος στους αντάρτες. «Έχουν οικονομικά συμφέροντα κι αν δεν κάνεις ό,τι σου πουν, γίνεσαι εχθρός τους. Θα με αναζητήσουν, θα στείλουν κάποιον εδώ», πρόσθεσε.
Μάχη για την επιμέλεια των παιδιών
Το μέλλον των παιδιών φαντάζει στο μεταξύ αβέβαιο καθώς έχει ξεσπάσει διαμάχη μεταξύ των συγγενών για το ποιος θα αναλάβει την κηδεμονία τους.
Ο Ρανοκέ είναι ο βιολογικός πατέρας των δύο μικρότερων παιδιών και πατριός των άλλων δύο. Τα παιδιά βρέθηκαν την περασμένη Παρασκευή μετά από μαζική έρευνα με την επωνυμία «Επιχείρηση Ελπίδα» με τον Κολομβιανό Πρόεδρο, Γκουστάβο Πέτρο, να κάνει λόγο για «μαγική μέρα».
Σύμφωνα με τις Αρχές η 13χρονη Λέσλι, ο εννιάχρονος Σολέινι, ο 5χρονος Τιεν και η ενός έτους Κριστίν, επέζησαν τρώγοντας φρούτα και αλεύρι που βρήκαν στα συντρίμμια του αεροσκάφους καθώς και τρόφιμα, που έριξαν ελικόπτερα στην περιοχή.
Αλλά μετά την αεροδιακομιδή τους σε στρατιωτικό νοσοκομείο, κατόπιν αιτήματος των παππούδων από την πλευρά της μητέρας τους που διεκδικούν την επιμέλειά τους, η υπόθεσή τους ανατέθηκε σε μία υπάλληλο. Ο παππούς, Ναρσίζο Μουκουτίου, κατηγόρησε τον Μανουέλ Ρανοκέ ότι κακοποιούσε τη γυναίκα του και υποστήριξε ότι τα εγγόνια του θα έτρεχαν στο δάσος, για να μη γίνουν μάρτυρες των φερόμενων ξυλοδαρμών.
Ερωτηθείς αν είχε επιτεθεί ποτέ στη γυναίκα του, ο Ρανοκέ είπε στους δημοσιογράφους «φραστικά, ναι, μερικές φορές. Σωματικά, σπάνια. Είχαμε κυρίως φραστικούς καυγάδες».
Η επικεφαλής του Κολομβιανού Ινστιτούτου Οικογενειακής Πρόνοιας, Άστριντ Κάσερες, δήλωσε στο ραδιόφωνο BLU: «Θα μιλήσουμε, θα ερευνήσουμε, θα μάθουμε λίγο για την κατάσταση. Το πιο σημαντικό πράγμα αυτή τη στιγμή είναι η υγεία των παιδιών, όχι μόνον η σωματική αλλά και η συναισθηματική».