Το κοινοβούλιο της Λετονίας κάλεσε έναν βουλευτή κόμματος που εκπροσωπεί τη ρωσόφωνη μειονότητα να περάσει εξετάσεις γλωσσομάθειας για να διακριβωθεί αν γνωρίζει επαρκώς τη γλώσσα, ώστε να κατέχει τη θέση αυτή.
Σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Λετονίας προέρχεται από τη ρωσική μειονότητα. Η χώρα προσπαθεί να περιορίσει τη χρήση της ρωσικής γλώσσας στον δημόσιο βίο. Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει ότι οι βουλευτές της χώρας οφείλουν να γνωρίζουν τη λετονική γλώσσα απταίστως.
Μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2022 ο Βίκτορς Πούκα, βουλευτής του Κόμματος Σταθερότητας που πρόσκειται στη ρωσόφωνη μειονότητα, κατηγορείται ότι δεν πληροί αυτήν την προϋπόθεση. Ο Πούκα έχει καταδικαστεί κατ’ επανάληψη σε πρόστιμο επειδή δεν εμφανίστηκε στο απαιτούμενο τεστ γλωσσομάθειας. Έδωσε τελικά εξετάσεις την περασμένη εβδομάδα και απέτυχε.
Σήμερα το Κοινοβούλιο, με κατεπείγουσα απόφασή του, διέταξε τον Πούκα να περάσει το τεστ, δίνοντάς του το περιθώριο να προσπαθήσει δύο φορές.
«Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, η Λετονία είναι η χώρα μου και η περιφέρεια του Λατγκάλε το σπίτι μου. Ο Θεός να ευλογεί τη Λετονία!» είπε ο Πούκα στους δημοσιογράφους, πριν από την ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο.
Εάν ο Πούκα δεν καταφέρει να περάσει το τεστ γλωσσομάθειας μέσα σε διάστημα πέντε μηνών, κινδυνεύει να στερηθεί την έδρα του στο Κοινοβούλιο.
Η Λετονία, μια χώρα της Βαλτικής που αριθμεί μόλις 1,8 εκατ. κατοίκους, ανεξαρτητοποιήθηκε από τη Σοβιετική Ένωση το 1991 αλλά «κληρονόμησε» μια μεγάλη ρωσική μειονότητα. Έκτοτε, η Ρίγα προώθησε διάφορες μεταρρυθμίσεις ώστε η λετονική να γίνει η μοναδική γλώσσα διδασκαλίας στα δημόσια σχολεία, υποχρεώνοντας μάλιστα τα ρωσόφωνα εκπαιδευτικά ιδρύματα να αλλάξουν γλώσσα. Οι λετονικές αρχές άρχισαν μάλιστα να εφαρμόζουν μέτρα απέλασης των Ρώσων πολιτών που δεν πληρούν τον κανόνα που τους υποχρεώνει να γνωρίζουν στοιχειωδώς τη λετονική γλώσσα.