Σημάδια χαλάρωσης δείχνει η Κίνα αναφορικά με την υποχρεωτική καραντίνα για ταξιδιώτες που εισέρχονται στην χώρα.
Το Πεκίνο μείωσε σήμερα στο μισό τη διάρκεια της υποχρεωτικής καραντίνας για τους ταξιδιώτες που φθάνουν στην Κίνα, κάτι που αποτελεί μείζονα χαλάρωση των περιορισμών εισόδου που έχουν επιβληθεί από τη χώρα αυτή, η οποία ακολουθεί από την αρχή της πανδημίας μια αυστηρή πολιτική μηδενικών κρουσμάτων Covid.
Σύνορα ερμητικά κλειστά
Πρώτη χώρα που επλήγη από την Covid-19, η Κίνα έκλεισε το Μάρτιο του 2020 τα σύνορά της για τους κατόχους ξένων διαβατηρίων, ώστε να προφυλαχθεί από νέες μολύνσεις, τη στιγμή που ο ιός διαδιδόταν στον υπόλοιπο κόσμο.
Για να αποθαρρύνει την επιστροφή των πολιτών του, το Πεκίνο έχει επιβάλει εδώ και περισσότερο από δύο χρόνια μια μακρά και δαπανηρή καραντίνα σε ξενοδοχείο ή σε ένα από τα κέντρα που έχει δημιουργήσει για το σκοπό αυτό. Παράλληλα η Κίνα είχε μειώσει κατά πολύ τον αριθμό των πτήσεων από το εξωτερικό.
Η χώρα επιτρέπει έκτοτε να επιστρέφει με το σταγονόμετρο στην Κίνα ένας ορισμένος αριθμός ξένων, όχι όμως να έρχονται τουρίστες. Και το μεγαλύτερο μέρος των επιστροφών αφορά προς το παρόν κινέζους υπηκόους.
Στις 10 μέρες η καραντίνα
Βάσει της νέας οδηγίας, η καραντίνα κατά την άφιξη στην Κίνα μειώνεται στις 10 ημέρες, έναντι των 21 που ίσχυαν αρχικά.
Οι επιβάτες που φθάνουν στην Κίνα θα πρέπει να παραμένουν για επτά ημέρες στο ξενοδοχείο και μετά να παραμένουν για τρεις ημέρες υπό παρακολούθηση στο σπίτι, ανακοίνωσε σήμερα το υπουργείο Υγείας.
Από τον Απρίλιο, αυξανόμενος αριθμός πιλοτικών πόλεων, μεταξύ των οποίων το Πεκίνο το Μάιο, είχαν ήδη μειώσει σε δέκα ημέρες την καραντίνα για τις αφίξεις από το εξωτερικό.
«Σπάνιο είδος» οι διεθνείς πτήσεις
Ωστόσο, οι σπάνιες διεθνείς πτήσεις συχνά ματαιώνονται, επειδή το Πεκίνο εφαρμόζει ένα σύστημα που έγκειται στο να αναστέλλει τις συνδέσεις όταν ορισμένος αριθμός επιβατών διαγιγνώσκονται θετικοί.
Οι νέοι κανόνες που ανακοινώθηκαν σήμερα ισχύουν επίσης για τα πρόσωπα που χαρακτηρίζονται στην Κίνα επαφές διαγνωσμένων κρουσμάτων.