Αποκλεισμένη σε ένα μικρό ιταλικό νησί, το Τζίλιο, μια ερευνήτρια του καρκίνου του μαστού ανησυχούσε όλο και περισσότερο για τον κορωνοϊό και πώς θα εξαπλωνόταν στο νησάκι, από τη στιγμή μάλιστα που έμαθε ότι τρεις επισκέπτες του είχαν νοσήσει με Covid-19.
Η Πάολα Μούτι ανησυχούσε για ταχεία εξάπλωση του κορωνοϊού λόγω της έντονης κοινωνικότητας των 800 κατοίκων του νησιού. Η μητέρα της γεννήθηκε στο νησί Τζίλιο και μένει συχνά στο οικογενειακό σπίτι με την εντυπωσιακή θέα στη θάλασσα.
Προς έκπληξη όλων, όμως, κανείς από τους νησιώτες του Τζίλιο δεν ανέπτυξε συμπτώματα κορωνοϊού, παρόλο που οι συνθήκες φαίνονταν ευνοϊκές για την εξάπλωση της επιδημίας σαν πυρκαγιά.
Ιταλία: Θα κάνουν «ταχεία τεστ» κορωνοϊού σε επιβάτες πούλμαν
Οι κάτοικοι του Τζίλιο έχουν έντονη κοινωνικότητα, τριγυρνούν μονίμως στα στενά σοκάκια κοντά στο λιμάνι και ανεβοκατεβαίνουν στα γρανιτένια σκαλοπάτια στη γειτονιά του Κάστρου στην κορυφή του λόφου, όπου τα σπίτια είναι χτισμένα το ένα πάνω στο άλλο, στη σκιά του παλιού φρουρίου που φτιάχτηκε πριν από αιώνες για την προστασία από τους πειρατές.
Ο Δρ Αρμάντο Σιαφίνο, ο μοναδικός γιατρός του νησιού για περίπου 40 χρόνια, συμμεριζόταν επίσης τις ανησυχίες της Μούτι για τον κίνδυνο ενός τοπικού ξεσπάσματος κορωνοϊού.
«Κάθε φορά που μια συνηθισμένη παιδική ασθένεια, όπως η ιλαρά ή η ανεμοβλογιά, χτυπά κάποιον στο νησί, μέσα σε λίγες μέρες σχεδόν όλοι μολύνονται στο Τζίλιο», αναφέρει ο γιατρός.
Η Μούτι, ερευνήτρια του καρκίνου του μαστού στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου, όπου είναι καθηγήτρια επιδημιολογίας, αποφάσισε να προσπαθήσει να ανακαλύψει γιατί, για πρώτη φορά, οι κάτοικοι του Τζίλιο δεν κόλλησαν τον ιό.
Μήπως οι κάτοικοι μολύνθηκαν αλλά δεν παρουσίασαν συμπτώματα; Ήταν κάτι γενετικό; Κάτι άλλο; Ή απλώς τύχη;
«Ο Δρ Σιαφίνο ήρθε και μου είπε: ''Πάολα, αυτό είναι απίστευτο. Σε αυτήν την πλήρη πανδημία, παρά τα κρούσματα επισκεπτών που ήρθαν στο νησί, κανείς δεν είναι άρρωστος''. Έτσι είπα στον εαυτό μου: ''Σωστά, εδώ μπορούμε να κάνουμε μια μελέτη. Είμαι εδώ''», ανέφερε η Μούτι.
Εν τω μεταξύ, η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Μιλάνου είχε παγιδευτεί στο νησί λόγω του αυστηρού lockdown της Ιταλίας. Αυτό που δεν έβγαζε νόημα για εκείνη και ας φαινόταν μη φυσιολογικό, ήταν το γεγονός ότι πολλοί από τους νησιώτες είχαν στενή επαφή με τους επισκέπτες.
Το πρώτο γνωστό κρούσμα κορωνοϊού στο Τζίλιο ήταν ένας άντρας στα 60 του που έφτασε στις 18 Φεβρουαρίου -λίγες μέρες μετά τη διάγνωση του πρώτου κρούσματος κορωνοϊού στη Βόρεια Ιταλία. «Ο άντρας ήρθε στο Τζίλιο για την κηδεία ενός συγγενή του και έβηχε διαρκώς καθ' όλη τη διάρκεια της τελετής», ανέφερε η Μούτι.
Ο ιός εξαπλώνεται κυρίως μέσω σταγονιδίων όταν κάποιος βήχει, φτερνίζεται ή μιλάει. Ο άντρας επέστρεψε με το πλοίο την ίδια μέρα προς την ηπειρωτική χώρα και πέθανε τρεις εβδομάδες αργότερα σε νοσοκομείο.
Στις 5 Μαρτίου, τέσσερις ημέρες πριν από το εθνικό lockdown, τρεις ακόμη επισκέπτες ήρθαν από την ηπειρωτική χώρα και ήταν θετικοί στον κορωνοϊό. Ένας από αυτούς ήταν ένας Γερμανός από τη Βόρεια Ιταλία, το αρχικό επίκεντρο της επιδημίας της Ευρώπης.
Ο εν λόγω Γερμανός ήταν ιδαίτερα κοινωνικός για αρκετές ημέρες αφότου αφίχθη στο νησί. Συνάντησε παλιούς φίλους του στο Τζίλιο και επισκέφθηκε εστιατόρια. Μετά από μία εβδομάδα, λόγω επίμονου βήχα, έκανε τεστ και βγήκε θετικός. Το επόμενο διάστημα απομονώθηκε σε ένα σπίτι στο νησί.
Υπήρχαν και άλλα γνωστά κρούσματα επισκεπτών, συμπεριλαμβανομένου ενός ντόπιου που ζούσε τα δύο τελευταία χρόνια στην Αυστραλία και επέστρεψε στο Τζίλιο εν μέσω lockdown για να δει τους γονείς του. Τρεις μέρες μετά την άφιξή του στο νησί εμφάνισε έναν ήπιο πυρετό, βγήκε θετικός στο τεστ και ακολούθως απομονώθηκε στο σπίτι των γονιών του.
Κανένα άλλο κρούσμα, όμως, δεν έχει εμφανιστεί στο Τζίλιο, ακόμη και μετά την άρση του lockdown στις αρχές Ιουνίου, όταν και έφτασαν στο νησί τουρίστες από όλη την Ιταλία.
Το Τζίλιο ανήκει στην Τοσκάνη και το γραφείο υγείας της περιοχής έστειλε γρήγορα κιτ για να ελέγξει τα αντισώματα όλων των κατοίκων στον κορωνοϊό.
Στα τέλη Απριλίου, λίγο πριν από την άρση των πρώτων μέτρων του lockdown, οι νησιώτες έκαναν ουρές έξω από το τοπικό ιατρείο για να κάνουν το τεστ. Από τους 800 μόνιμους κατοίκους, 723 έκαναν εθελοντικά το τεστ.
«Όλοι θέλαμε να το κάνουμε, για να είμαστε ήρεμοι» για οποιαδήποτε πιθανή μόλυνση, αλλά και «για να βοηθήσουμε την επιστήμη», δήλωσε ο Σιμόνε Μαντάρο, ο οποίος εργαζόταν στο νεκροταφείο όπου είχε βρεθεί και ο φορέας του κορωνοϊού που είχε πάει στο νησί τον Φεβρουάριο για την κηδεία συγγενή του.
Ο πρεσβύτερος Λορέντζο Πασκουότι, ο ιερέας που έκανε την κηδεία την οποία παρακολούθησαν περίπου 50 άτομα και ο οποίος έκανε και ο ίδιος τεστ, περιγράφει πόσο κοντά είχαν έρθει όσοι βρέθηκαν στο νεκροταφείο εκείνο το πρωινό: «Μετά την κηδεία, υπήρξαν χαιρετούρες, αγκαλιές και φιλιά». Στη συνέχεια ήρθε η πομπή στο νεκροταφείο, όπου «υπήρξαν περισσότερες αγκαλιές και δόθηκαν περισσότερα φιλιά».
Από τους νησιώτες που έκαναν τεστ, μόνο ένας βρέθηκε να έχει αντισώματα, ένας ηλικιωμένος άνδρας που είχε ταξιδέψει με το ίδιο πλοίο προς το Τζίλιο με τον Γερμανό επισκέπτη.
Γεμάτη περιέργεια για το γεγονός ότι «ο ιός δεν φαίνεται να αλληλεπιδρά» με τον ντόπιο πληθυσμό του νησιού, η Μούτι δεν είχε καταλήξει σε συμπεράσματα τη στιγμή που ετοιμαζόταν να φύγει από το νησί αυτό τον μήνα, σχεδιάζοντας να κάνει μια μελέτη προς δημοσίευση. Η Μούτι υποθέτει ότι μπορεί οι νησιώτες να μην εκτέθηκαν αρκετά στον κορωνοϊό για να μολυνθούν.
Την ίδια άποψη είχε και ο Μάσιμο Αντρεόνι, επικεφαλής μολυσματικών ασθενειών στο νοσοκομείο «Tor Vergata» της Ρώμης. Σημείωσε ότι ορισμένοι ασθενείς είναι απλά λιγότερο ικανοί να εξαπλώσουν την ασθένεια για λόγους που εξακολουθούν να είναι ασαφείς.
Η τύχη θα μπορούσε ίσως να έχει παίξει ρόλο, δήλωσε ο Ντανιέλ Αλτμάν, καθηγητής Ανοσολογίας στο Imperial College London. «Θα μπορούσε να είναι κάτι λίγο πολύ ασήμαντο -κανείς δεν μολύνθηκε επειδή βοήθησε η καλή τύχη και δεν υπήρξαν στενές επαφές», έγραψε σε κάποιο mail του.
Ή, συνεχίζει ο Αλτμάν, θα μπορούσε να είναι κάτι πολύ σημαντικό και ίσως… εξωτικό, όπως μια γενετική παραλλαγή που είναι κοινή στον ντόπιο πληθυσμό.
Με τους ντόπιους κατοίκους του Τζίλιο να παντρεύονται ματαξύ τους σε διάφορες γενιές, η Μούτι ήθελε να κάνει μια γενετική μελέτη, αν μπορούσε κάποια στιγμή στο μέλλον.
Το Τζίλιο βρίσκεται σε παρθένα νερά σε ένα προστατευόμενο περιφερειακό θαλάσσιο καταφύγιο και οι νησιώτες είναι περήφανοι που ζουν σε ένα φυσικό περιβάλλον που τους αρέσει να πιστεύουν ότι είναι καλό για την υγεία τους, ανεξάρτητα από τη μελέτη της Μούτι, αν γίνει και ό,τι και αν δείξει.
Να σημειωθεί ότι πριν από μερικά χρόνια το Τζίλιο είχε έρθει στην επικαιρότητα, καθώς ανοιχτά του νησιού είχε βυθιστεί το κρουαζιερόπλοιο «Costa Concordia».
Φωτογραφίες: ΑΡ