Η Αίγυπτος ανέστειλε όλες τις πτήσεις από και προς την Κίνα, εν μέσω της παγκόσμιας επιδημίας του κοροναϊού.
Την απόφαση αυτή και ενώ συνεχίζονται οι προσπάθειες περιορισμού του κοροναϊού, ανακοίνωσε επίσημα ο Σύνδεσμος Αιγυπτιακών Πρακτορείων Τουρισμού.
Όλες οι επισκέψεις Κινέζων τουριστών στα τουριστικά θέρετρα της Χώρας του Νείλου, όπως η Χουργκάντα, το Σαρμ ελ-Σέιχ και το Ασουάν που είχαν οργανωθεί από κινεζικά ταξιδιωτικά γραφεία, αναβλήθηκαν, γράφει ο αιγυπτιακός Τύπος.
Ακυρώθηκε η επίσκεψη 30.000 Κινέζω λόγω κοροναϊού
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Egypt Independent, «η Αίγυπτος φιλοξενεί περίπου 24 αιγυπτιακά ταξιδιωτικά γραφεία εξειδικευμένα στην κινεζική αγορά, τα οποία αντιμετωπίζουν σήμερα μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Εκδρομές για περίπου 30.000 Κινέζους τουρίστες που αναμενόταν να επισκεφθούν την Αίγυπτο κατά τη χειμερινή περίοδο ακυρώθηκαν, ενώ η Αίγυπτος αναμενόταν να καλωσορίσει 150.000 Κινέζους επισκέπτες το 2020».
Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με δηλώσεις του Κινέζου Πολιτιστικού Συμβούλου στην πρεσβεία της Κίνας στο Κάιρο, έκανε λόγο για 500.000 επισκέψεις Κινέζων τουριστών κατά το έτος 2018.
Οι επιδημιολόγοι δεν γνωρίζουν αρκετά για τον κοροναϊό
Οι επιδημιολόγοι επιμένουν ότι δεν γνωρίζουν πολλά για τον ιό που εμφανίστηκε τον Δεκέμβριο και χρησιμοποιούν μαθηματικά μοντέλα για να εκτιμήσουν τον αριθμό των πραγματικών κρουσμάτων σε σύγκριση με προηγούμενες επιδημίες, όμως πολλές υποθέσεις ανατρέπονται.
Μέχρι το Σαββατοκύριακο οι επιστήμονες πίστευαν ότι οι άνθρωποι που έχουν προσβληθεί από τον νέο κοροναϊό δεν μπορούν να τον μεταδώσουν σε άλλον προτού εμφανίσουν οι ίδιοι συμπτώματα. Την υπόθεση αυτή επιβεβαίωσαν την Κυριακή οι κινεζικές αρχές, όμως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν την έχει επιβεβαιώσει ακόμη.
Οι Αμερικάνοι εκτίμησαν χθες Δευτέρα ότι δεν έχουν δει αποδείξεις σχετικά. Αν οι άνθρωποι που έχουν προσβληθεί αλλά δεν εμφανίζουν ακόμη συμπτώματα μπορούν να μολύνουν άλλους, αυτό αλλάζει εντελώς τη δυναμική της επιδημίας.
Η περίοδος εκκόλαψης του ιού έχει μόλις αρχίσει να εκτιμάται: περίπου δύο εβδομάδες, ή και λιγότερο σύμφωνα με τον ΠΟΥ που έχει κάνει λόγο για δύο με δέκα ημέρες.