Οι πρωτόγνωρες διαδηλώσεις στην Κίνα, με αφορμή τον παρατεταμένο εγκλεισμό και τους περιορισμούς της πολιτικής μηδενικών κρουσμάτων, φέρνουν σε δύσκολη θέση τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ.
Από το περασμένο Σαββατοκύριακο και μέχρι χθες το βράδυ χιλιάδες διαδηλωτές έχουν βγει στους δρόμους, αρνούμενοι να υπακούσουν στους περιορισμούς που έχει θέσει η κινεζική κυβέρνηση.
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν μια φονική πυρκαγιά που ξέσπασε σε πολυκατοικία, με συνέπεια να χάσουν τη ζωή τους 10 άνθρωποι, στην επαρχία της Σιντζιάνγκ.
Οι Αρχές έχουν απαντήσει με ένταση της καταστολής, ενώ επιρρίπτουν ευθύνες σε «εχθρικές δυνάμεις» που υποκινούν τις διαδηλώσεις.
Σύμφωνα με το Reuters, oι Αρχές ήραν απότομα τους περιορισμούς στην κινεζική πόλη Γκουανγκζού, όπου διαδηλωτές συνεπλάκησαν με την αστυνομία το βράδυ της Τρίτης, γεγονός που αποδεικνύει και τις πιέσεις που υφίσταται το φαινομενικά παντοδύναμο καθεστώς.
Τι νέο φέρνουν οι τελευταίες συγκεντρώσεις
Ο Τζαμίλ Αντερλίνι, από το Politico, έχει εργαστεί ως ανταποκριτής στην Κίνα επί 20 χρόνια και παρακολούθησε τις τελευταίες συγκεντρώσεις, αντικρίζοντας μια πρωτόγνωρη εκδήλωση αντίδρασης απέναντι στην κινεζική ηγεσία.
Ο ίδιος σημείωσε: «Ως δημοσιογράφος στην Κίνα για περισσότερες από δύο δεκαετίες, υπήρξα μάρτυρας εκατοντάδων διαδηλώσεων και πράξεων πολιτικής ανυπακοής. Τις αναζήτησα για να πάρω μια αίσθηση της ευρύτερης διάθεσης του έθνους. Σχεδόν χωρίς εξαίρεση, αφορούσαν τοπικά ή μεμονωμένα παράπονα. Όλες κατέληγαν σε βίαιη καταστολή».
Τις περισσότερες φορές, οι διαδηλωτές υποστήριζαν την πίστη τους στο Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και στην κεντρική κυβέρνηση και καταφέρονταν κατά τοπικών αξιωματούχων για διάφορους λόγους.
«Οι μόνες φορές που έγινα μάρτυρας μιας πανεθνικής διαμαρτυρίας ήταν όταν το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα τις ενορχήστρωνε, όπως αυτήν εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών μετά τον βομβαρδισμό της κινεζικής πρεσβείας στο Βελιγράδι το 1999 και, περιοδικά, εναντίον της Ιαπωνίας, όταν η ηγεσία ήθελε να ξεσηκώσει εθνικιστικό φρόνημα», τονίζει ο Αντερλίνι.
«Ήταν λοιπόν εκπληκτικό να ακούω ανθρώπους να ζητούν ανοιχτά δημοκρατία, το τέλος της κομματικής κυριαρχίας και την ανατροπή τού Σι», υπογράμμισε.
Ο ίδιος εκτιμά ότι οι διαδηλώσεις αποτελούν εκδήλωση μιας συσσωρευμένης οργής απέναντι στην εντεινόμενη καταστολή, με αφορμή την πανδημία.
Ο απόλυτος έλεγχος στην Κίνα
Ο δημοσιογράφος του Politico υπογραμμίζει ότι ο προπαγανδιστικός μηχανισμός και οι υπηρεσίες πληροφόρησης του κινεζικού καθεστώτος έχουν πολύ μεγάλη ισχύ.
«Όλες οι ειδήσεις και οι πληροφορίες από το εξωτερικό λογοκρίνονται σε μεγάλο βαθμό και όλες οι εγχώριες πληροφορίες ελέγχονται αυστηρά, με ένστολους αστυνομικούς να σταθμεύουν στα γραφεία των μεγάλων κινεζικών εταιρειών τεχνολογίας και παραστρατιωτικά σώματα παραμένουν σε κάθε πανεπιστημιούπολη».
«Δεδομένου ότι έχουν ελάχιστη ή καθόλου γνώση για τις θηριωδίες του παρελθόντος, οι νέοι Κινέζοι πιστεύουν κυρίως ότι η ''μητέρα πατρίδα'' τούς αγαπάει και δεν θα τους έκανε ποτέ πραγματικά κακό», υπογραμμίζει ο δημοσιογράφος.
Η νέα γενιά της Κίνας που αμφισβητεί
Αυτές οι συγκεντρώσεις όμως, πέρα από την έκταση και τα συνθήματά τους, έχουν κι ένα ακόμη σημαντικό χαρακτηριστικό, συγκεντρώνουν χιλιάδες νέους και νέες που αμφισβητούν το καθεστώς, όπως φαίνεται.
Αυτή η αντίδραση δεν είναι τυχαία... Είναι συνδεδεμένη με τις οικονομικές πολιτικές που ακολουθεί η κινεζική κυβέρνηση και οι οικονομικές πολιτικές είναι συνδεδεμένες με την υγειονομική στρατηγική «zero covid», του Σι Τζινπίνγκ.
Μια σειρά από μέτρα εγκλεισμού εν μέσω θεαματικής αύξησης κρουσμάτων της παραλλαγής Omicron έχει παραλύσει την κατανάλωση, την αγοραστική κίνηση και συνέβαλε στο να οδηγηθεί η ανάπτυξη κάτω από τον επίσημο στόχο του 5,5%, που ήταν ήδη ο χαμηλότερος των τελευταίων δεκαετιών.
Σύμφωνα με τους Financial Times, η ανεργία των νέων φέτος άγγιξε το υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ.
Η ευρύτερη οικονομία της Κίνας βρίσκεται τώρα σε μια από τις πιο αδύναμες φάσεις της εδώ και πολλά χρόνια. Οπως αναφέρουν οι FT, η στρατηγική μηδενικών κρουσμάτων βοήθησε στη θωράκιση της οικονομίας το 2020 και στις αρχές του 2021, έφερε όμως τεράστιο οικονομικό κόστος φέτος.
Εξαιτίας των συνεχών lockdown, η οικονομική πορεία της Κίνας είναι ρευστή και οι νέοι είναι ευάλωτοι στην ανασφάλεια.
Μια από τις πιο σαφείς επιπτώσεις ήταν η ανεργία των νέων, η οποία έφτασε το 20% τον Ιούλιο, λίγο μετά το lockdown στη Σαγκάη. Παρέμεινε κοντά σε αυτό το επίπεδο επί μήνες, σε αντίθεση με τη γενική ανεργία, που βρίσκεται στο 5,5%.
Απέτυχε η πολιτική τύπου «zero Covid»
Σύμφωνα με τη γερμανική SüddeutscheZeitung, «η κινεζική ηγεσία αγνοούσε πάντα τον κορωνοϊό. Πίστευε ότι ήταν πιο δυνατή από την πανδημία και μπορούσε να δημιουργήσει μια νησίδα σχεδόν 10.000.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων στον πλανήτη για 1,4 δισ. ανθρώπους, μια ζώνη χωρίς μόλυνση, θωρακισμένη και ελεγχόμενη».
«Κάτι τέτοιο δείχνει φυσικά υπερβολική αυτοπεποίθηση που ταιριάζει σε ένα σύστημα που θέλει να έχει τον έλεγχο και να κάνει μεγαλεπήβολα σχέδια. Έτσι, ο κόσμος γίνεται μάρτυρας ενός κλασικού δράματος. Πρέπει κανείς να παραδεχθεί ότι η Γη τελικά δεν είναι επίπεδη» καταλήγει η εφημερίδα, καυτηριάζοντας την πολιτική του Πεκίνου.