Τις πρώτες μέρες της επιδημίας του κορωνοϊού στην Ουχάν της Κίνας η εξασφάλιση ενός διαγνωστικού τεστ ήταν τόσο δύσκολη, που οι κάτοικοί της τη συνέκριναν με το να κερδίσουν το λαχείο.
Χιλιάδες πολίτες περίμεναν επί ώρες στις ουρές των νοσοκομείων στην Ουχάν τον Ιανουάριο - ενίοτε δίπλα στις σορούς θυμάτων του φονικού κορωνοϊού στους διαδρόμους κι ενώ άλλοι συμπολίτες τους έπεφταν «σαν τις μύγες» στους δρόμους της κινεζικής μεγαλούπολης- , αλλά οι περισσότεροι δεν μπορούσαν να υποβληθούν στις αναγκαίες για την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο εξετάσεις. Και για τους ελάχιστους που τα κατάφερναν τα τεστ αυτά έβγαζαν συχνά εσφαλμένα αρνητικά αποτελέσματα. Κι όπως αποκαλύπτει μεγάλη έρευνα του Associated Press η ευρεία έλλειψη διαγνωστικών τεστ και τα προβλήματά τους σε μια εποχή που θα μπορούσε να αναχαιτιστεί η διασπορά του κορωνοϊού οφειλόταν κυρίως στην ευνοιοκρατία και τη μυστικοπάθεια στους κόλπους του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων της Κίνας.
Τα εσφαλμένα αποτελέσματα των εξετάσεων εμπόδισαν τους επιστήμονες και τους αξιωματούχους να διαπιστώσουν την έκταση και την ταχύτητα διασποράς του κορωνοϊού – άλλη μια αποτυχία των Αρχών της Κίνας στη χαοτική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης στο πρώτο στάδιό της, που επέτρεψε στον κορωνοϊό να εξαπλωθεί στην Ουχάν και στη συνέχεια σ’ ολόκληρο τον πλανήτη μολύνοντας μέχρι στιγμής πάνω από 64 εκατ. ανθρώπους και προκαλώντας τον θάνατο σχεδόν 1,5 εκατ.
Τα υπόγεια ντιλ του κινεζικού CDC με τρεις εταιρείες από τη Σαγκάη
Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) της Κίνας εκχώρησε τα αποκλειστικά δικαιώματα σχεδιασμού και διανομής των διαγνωστικών τεστ σε τρεις εταιρείες στη Σαγκάη, με τις οποίες στελέχη του διατηρούσαν προσωπικές επαφές. Τα ντιλ αυτά προχώρησαν χάρη στην κουλτούρα νεποτισμού και υπόγειων διασυνδέσεων που άκμαζε μέσα σ’ ένα υποχρηματοδοτούμενο δημόσιο σύστημα υγείας, σύμφωνα με την έρευνα που βασίστηκε σε συνεντεύξεις με πάνω από 40 γιατρούς, υπαλλήλους του κινεζικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, ειδικούς του τομέα της Υγείας και άλλες πηγές, καθώς και σε εκατοντάδες εσωτερικά έγγραφα, συμβόλαια, μηνύματα και email, που περιήλθαν στην κατοχή του AP.
Οι τρεις εταιρείες από τη Σαγκάη, η GeneoDx Biotech, η Huirui Biotechnology και η BioGerm Medical Technology, κατέβαλαν ως αντίτιμο στο κινεζικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων από 146.600 δολάρια έκαστη, σύμφωνα με πηγές που έχουν γνώση της συναλλαγής. Άγνωστο παραμένει αν τα ποσά αυτά κατέληξαν στις τσέπες συγκεκριμένων ατόμων. Στο μεταξύ το κινεζικό CDC και η προϊσταμένη του Αρχή, η Εθνική Επιτροπή Υγείας (NHC), προσπάθησαν να εμποδίσουν άλλους επιστήμονες και εταιρείες να κάνουν εξετάσεις για τον κορωνοϊό με δικά τους αυτοσχέδια διαγνωστικά τεστ. Μάλιστα η ΝHC ζητούσε από τα νοσοκομεία της Ουχάν να στέλνουν δείγματα του κορωνοϊού – που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη των τεστ – μόνον σε εργαστήρια υπό τη δικαιοδοσία της. Παράλληλα αποδέχονταν ως έγκυρα μόνον τα αποτελέσματα των τεστ που είχαν κατασκευάσει οι εταιρείες από τη Σαγκάη, με αποτέλεσμα να καθυστερούν πολλές μέρες για να επιβεβαιώσουν ένα κρούσμα - είναι χαρακτηριστικό ότι στο διάστημα μεταξύ 5 και 17 Ιανουαρίου δεν είχε καταγραφεί ούτε ένα νέο κρούσμα της Covid-19, αν και η εκ των υστέρων ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι εκατοντάδες άτομα είχαν μολυνθεί. Κι αυτό με τη σειρά του συνέτεινε στην καθυστερημένη αντίδραση των Αρχών, όπως η προειδοποίηση της κοινής γνώμης, η απαγόρευση των μεγάλων συναθροίσεων και οι περιορισμοί στις μετακινήσεις. Μια μελέτη εκτιμά ότι αν είχαν ληφθεί τέτοια μέτρα δύο εβδομάδες νωρίτερα, τότε ο αριθμός των κρουσμάτων θα μπορούσε να είχε μειωθεί κατά 86%!
Τα αναποτελεσματικά τεστ
Όταν έφθασαν τα διαγνωστικά τεστ από τις τρεις εταιρείες της Σαγκάης, πολλά αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά και έδιναν ανακριβή αποτελέσματα, χώρια που το προσωπικό των νοσοκομείων δίσταζε να χρησιμοποιήσει test kits άλλων εταιρειών, αφού δεν είχαν την έγκριση του CDC της Κίνας. Έτσι, με λιγοστά διαθέσιμα τεστ – και πολλά εξ’ αυτών αναποτελεσματικά , μόνον ένας στους 19 φορείς στην Ουχάν υποβλήθηκε σε εξετάσεις και διαγνώστηκε θετικός μέχρι τις 31 Ιανουαρίου σύμφωνα με υπολογισμούς του Imperial College του Λονδίνου. Άλλοι πολίτες που δεν είχαν υποβληθεί σε εξετάσεις, ή βγήκαν εσφαλμένα αρνητικοί, επέστρεφαν στα σπίτια τους διασπείροντας πιθανώς τον κορωνοϊό.
Χαρακτηριστική η περίπτωση του Πενγκ Γι. Λίγες μέρες αφότου άρχισε να υποφέρει από έντονο βήχα ο 39χρονος γιατρός στήθηκε επί οκτώ ώρες στην ουρά ενός νοσοκομείου στην Ουχάν. Η αξονική τομογραφία έδειξε λοίμωξη στους πνεύμονές του, αλλά δεν μπόρεσε να υποβληθεί σε εξετάσεις για τον κορωνοϊό, που ήταν αναγκαίες για την εισαγωγή του. Όταν τελικά έκανε το τεστ στις 30 Ιανουαρίου, βγήκε αρνητικό. Ωστόσο, ο πυρετός του δεν έλεγε να πέσει κι οι συγγενείς του εκλιπαρούσαν για ένα νέο τεστ. Το δεύτερο, στις 4 Φεβρουαρίου, βγήκε θετικό, αλλά ήταν ήδη πολύ αργά. Λίγες εβδομάδες αργότερα ο Πενγκ έχασε τη μάχη με την Covid-19. «Από τη στιγμή που είχαν στην Κίνα μόνον τρεις εταιρείες που παρείχαν διαγνωστικά τεστ, η δυνατότητα διεξαγωγής εξετάσεων ήταν πολύ περιορισμένη», λέει ο Γιανζόνγκ Χουάνγκ, συνεργάτης σε θέματα παγκόσμιας υγείας της αμερικανικής δεξαμενής σκέψης Council on Foreign Relations. «Ήταν ένα τεράστιο πρόβλημα, που οδήγησε σε ταχύτατη αύξηση των κρουσμάτων και των θανάτων»…