Σε μια επισφαλή άσκηση ισορροπιών επιδίδεται η Κίνα αναφορικά με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία την ώρα που ΗΠΑ και Ευρώπη καταδικάζουν απερίφραστα τις κινήσεις του Βλαντίμιρ Πούτιν και επιβάλλουν άνευ προηγουμένου κυρώσεις στη Μόσχα.
Σε μια ακόμη ένδειξη της σινο-ρωσικής προσέγγισης, η Κίνα ευθυγραμμίστηκε σε κάποιες απόψεις με τις θέσεις της Ρωσίας με αξιωματούχους του υπ ΕΞ στο Πεκίνο να επιρρίπτουν στις ΗΠΑ την ευθύνη για τις εξελίξεις στην Ουκρανία και να υιοθετούν το ρωσικό αφήγημα περί «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» αντί να καταγγείλουν την εισβολή.
Η Κίνα, ωστόσο, βρίσκεται αντιμέτωπη μ’ ένα δίλημμα που πηγάζει εν μέρει από τις βασικές αρχές της της μη ανάμειξης και του σεβασμού της εδαφικής ακεραιότητας που υπαγορεύουν την εξωτερική της πολιτική. Την περασμένη εβδομάδα ο Κινέζος ΥΠ ΕΞ Ουάνγκ Γι είπε σε Ευρωπαίους αξιωματούχους ότι η χώρα του «υποστηρίζει σταθερά τον σεβασμό και τη διασφάλιση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας όλων των χωρών […], κάτι που ισχύει εξίσου για την Ουκρανία». Ταυτόχρονα, όμως, ο Γουάνγκ υποστήριξε ότι μετά από πέντε γύρους επέκτασης του ΝΑΤΟ προς την ανατολική Ευρώπη «θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη και να αντιμετωπιστούν σωστά τα νόμιμα αιτήματα της Ρωσίας για την ασφάλεια».
Ωστόσο, η Κίνα απείχε από την ψηφοφορία για την καταδίκη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 25 Φεβρουαρίου, αφήνοντας τη Μόσχα να βάλει μόνη της βέτο στο ψήφισμα. Την ίδια μέρα, σε τηλεφωνική του επικοινωνία με τον Βλαντίμιρ Πούτιν ο Κινέζος ομόλογός του Σι Τζινπίνγκ δεν υποστήριξε την επίθεση στην Ουκρανία, αλλά τόνισε ότι τάσσεται υπέρ της επίλυσης του προβλήματος μέσω ρωσο-ουκρανικού διαλόγου. «Το Πεκίνο τηρεί στάση ίσων αποστάσεων εστιάζοντας στα δικά του συμφέροντα και αρχές», δήλωσε η ειδικός σε θέματα που αφορούν τις σχέσεις ΕΕ – Κίνας, Ζούζα Άννα Φερέντσι στο γαλλικό δίκτυο France 24.
Η ευαίσθητη τήρηση ίσων αποστάσεων της Κίνας
Μολονότι η προσέγγιση Κίνας – Ρωσίας επιτάθηκε τα τελευταία χρόνια με τις ηγεσίες των δύο χωρών να ενώνει από τη μία ο απολυταρχισμός και από την άλλη ο κοινός εχθρός – δηλαδή η αμερικανική στρατιωτική ισχύς και ο φιλελευθερισμός της Δύσης – ειδικοί εκτιμούν ότι η εταιρική αυτή σχέση κάθε άλλο παρά άνευ όρων είναι καθώς το Πεκίνο δείχνει απρόθυμο να υποστηρίξει κατηγορηματικά τη Ρωσία.
Το επεσήμανε και ο διάσημος ιστορικός Σεργκέι Ραντσένκο μιλώντας στο iefimerida ότι «οι Κινέζοι είναι σκληροί διαπραγματευτές, θα βοηθήσουν μόνο με το αζημίωτο. Και εκεί ο Πούτιν ακολουθεί μια πολιτική, η οποία θα τον οδηγήσει στην ήττα. Γενικά έχει αποτύχει σε όλα ως ηγέτης της Ρωσίας. Η Κίνα δεν θα κάνει τίποτα δωρεάν για τη Ρωσία, αν και ορισμένες φορές παρέχει κάποια βοήθεια. Στην συγκεκριμένη κατάσταση τηρεί ουδέτερη στάση. Δεν βλέπω να στεριώνει μια συμμαχία Ρωσίας - Κίνας. Αντιθέτως, βλέπω ότι οι αντιθέσεις ανάμεσα τους αυξάνουν, επειδή η κάθε χώρα έχει τα δικά της εθνικά συμφέροντα, τα οποία δεν είναι εναρμονισμένα. Όταν η Ρωσία κάνει κάτι το οποίο διαταράσσει την παγκόσμια τάξη, πιστεύω ότι οι Κινέζοι διαφωνούν, ότι δεν τους αρέσουν τέτοιες ενέργειες και το βλέπουμε αυτό στην πολύ συγκρατημένη αντίδραση τους για την εισβολή στην Ουκρανία».
Πράγματι, τα οικονομικά συμφέροντα της Κίνας παραμένουν στενά δεμένα με τη Δύση παρά τις ιδεολογικές εντάσεις και τα ρήγματα στις σχέσεις των δύο πλευρών. Την περασμένη χρονιά η Κίνα έγινε ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ και πριν από δύο χρόνια ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ουκρανίας, υποσκελίζοντας τη Ρωσία. Καθώς η τελευταία αρχίζει να νιώθει την πίεση των κυρώσεων που σχεδιάστηκαν για να υπονομεύσουν την ικανότητά της να χρηματοδοτεί τον πόλεμο, ίσως στραφεί στην Κίνα για να απορροφήσει μέρος των κραδασμών, μόνον που το Πεκίνο δεν έχει δείξει μέχρι τώρα ενδείξεις ότι θα συνδράμει τη Μόσχα να αποφύγει τα δυτικά μέτρα φοβούμενο μια απώλεια της πρόσβασης στις δυτικές αγορές. Παράλληλα, κινεζικές κρατικές τράπεζες άρχισαν να περιορίζουν τη χρηματοδότηση ρωσικών προϊόντων συμμορφούμενες με τις κυρώσεις, ενώ η Κίνα διεμήνυσε ότι θα συνεχίσει την «κανονική εμπορική συνεργασία» τόσο με τη Ρωσία όσο και με την Ουκρανία.
«Η Κίνα θέλει να διατηρήσει τους δεσμούς με τη Μόσχα, αλλά ταυτόχρονα να μην παρεκκλίνει από τις αρχές της και να μην βλαφτούν οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και την ΕΕ», δήλωσε στη Washington Post η Μπόνι Γκλέιζερ, διευθύντρια του προγράμματος για την Ασία του German Marshall Fund. Aλλά η συντονισμένη απάντηση της Δύσης στη ρωσική εισβολή μπορεί να περιπλέξει τις προσπάθειες της Κίνας να τηρήσει πολιτική ίσων αποστάσεων. «Η Κίνα θέλει σταθερότητα στην περιοχή της και επέκεινα, να είναι σε θέση να διασφαλίσει ότι θα κυνηγά βαθμηδόν και χωρίς αναταράξεις τους διεθνείς τους στόχους (…) Από τη σκοπιά των Βρυξελλών, μια στάση ανοχής από μέρους του Πεκίνου και άρνησης εμπλοκής εκεί που θα μπορούσε πιθανώς να παίξει εποικοδομητικό ρόλο θα βλάψει περαιτέρω την εικόνα της Κίνας εντός της ΕΕ. Το Πεκίνο θα πρέπει να γνωρίζει αυτά τα κόστη και οφέλη καθώς κλιμακώνεται ο πόλεμος και θα πρέπει να υπολογίσει προσεκτικά τα επόμενα βήματά του», τονίζει η Φερέντσι
Οι βλέψεις της Κίνας στην Ταϊβάν
Αναλυτές επεσήμαναν επίσης ότι οι επεκτατικές ατζέντες Κίνας και Ρωσίας έχουν κοινά σημεία αναφερόμενοι στις βλέψεις του Πεκίνου για «επανένωση», διά της βίας εν ανάγκη, με την Ταϊβάν. Διευθυντικό στέλεχος του κινεζικού κρατικού πρακτορείου XinHua επεσήμανε στο ιστολόγιό του στο WeChat ότι συμφέρει την Κίνα να υποστηρίξει μακρόθεν τη Ρωσία στο ουκρανικό, καθώς θα χρειαστεί τη δική της στήριξη για να διεκδικήσει την κυριαρχία επί της Ταϊβάν.
Άλλωστε η Ρωσία έχει τοποθετηθεί θετικά στο θέμα, με τον υπ Εξ της, Σεργκέι Λαβρόφ, να δηλώνει πέρυσι ότι η Μόσχα «θεωρεί την Ταϊβάν μέρος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας». Μόλις χθες ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, έστειλε στην Ταϊβάν αντιπροσωπεία από πρώην αξιωματούχους του Πενταγώνου για να καθησυχάσει, όπως εκτιμάται, την ηγεσία της νησιωτικής χώρας, που αύξησε το επίπεδο συναγερμό στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργού Εξωτερικών χαρακτήρισε «μάταιη» την αμερικανική υποστήριξη στην Ταϊβάν. Αναφορικά με την επίδραση του ουκρανικού στις κινεζικές βλέψεις στην Ταϊβάν η Φερέντσι εκτιμά ότι το Πεκίνο παρακολουθεί την αντίδραση της Δύσης στη Ρωσία, αλλά και την αντίσταση των Ουκρανών. «Τα κράτη μέλη της ΕΕ ενεργούν με γεωπολιτική αποφασιστικότητα που ελάχιστοι θα περίμεναν από μια Ένωση, που συχνά εμφανίζεται διχασμένη και αδύναμη. Κι αυτό το παρακολουθεί το Πεκίνο για να δει πόσο μακριά και πόσο γρήγορα θα μπορούσε να αντιδράσει η ΕΕ σε περίπτωση που η Κίνα επιχειρούσε αλλαγή του status quo στην Ταϊβάν».