Σε «τεντωμένο σχοινί» βρίσκεται η κατάσταση στην Ουκρανία και μπορεί ανά πάσα στιγμή να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, εξηγεί στο iefimerida.gr ο Σπύρος Πλακούδας.
Ο Επίκουρος Καθηγητής Εθνικής Ασφάλειας στο Rabdan Academy στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και πρώην Αντιπρόεδρος του ΚΕΔΙΣΑ (Κέντρο Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων) απάντάει στο μεγάλο ερώτημα των τελευταίων ημερών αν θα πρέπει να ανησυχούμε για έναν μεγάλο επικείμενο πόλεμο στην Ουκρανία ή όχι.
«Κανείς δεν γνωρίζει τι έχει στο μυαλό του ο Πούτιν»
«Από τη μία, τις τελευταίες μέρες επικρατεί πανικός, ο οποίος πιστοποιείται από τη φυγή όχι μόνο του μη αναγκαίου διπλωματικού προσωπικού του Ισραήλ, των ΗΠΑ και άλλων χωρών, αλλά και των Ουκρανών ολιγαρχών. Πάνω από την Ουκρανία σχεδόν τίποτα δεν ίπταται γιατί ακριβώς δεν μπορεί να εξασφαλιστεί η ασφάλεια. Από την άλλη μόλις πριν από λίγες ώρες η Ρωσία, δια στόματος του επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας, Σεργκέι Λαβρόφ, εξέπεμψε μήνυμα αποκλιμάκωσης με την ανακοίνωση ότι μετά το πέρας των γυμνασίων, οι ανεπτυγμένες, στα ανατολικά σύνορα της Ουκρανίας, Ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις, θα επιστρέψουν στις βάσεις τους. Τι ακριβώς συμβαίνει κανείς δεν γνωρίζει», αναφέρει ο κ. Πλακούδας, τονίζοντας ότι αποτελεί μεγάλο ερώτημα τι έχει στο μυαλό του αυτή τη στιγμή ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τον Επίκουρο Καθηγητή, κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά αν θα πρέπει να αναμένουμε μια υποχώρηση της Ουκρανίας και κατά συνέπεια (αυτο)φινλανδοποίηση έναντι της Ρωσίας ή αν ή Ρωσία αναμένει μία ακόμη πιο βελτιωμένη πρόταση της Αμερικής και του ΝΑΤΟ ως ύστατη ευκαιρία για διαφυγή από το μονοπάτι του πολέμου.
Το φόβητρο της ρωσικής στρατιωτικής ισχύος και οι πιέσεις για μια Συμφωνία του Μονάχου Νο2
«Η Ρωσία ανησυχεί για τις εξελίξεις στο «εγγύς εξωτερικό», όπως ονομάζει τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες είτε στη ανατολική Ευρώπη είτε στην κεντρική Ασία. Οι κρίσεις σε Λευκορωσία και Καζακστάν, οι οποίες κατά τη γνώμη της Μόσχας οφείλονταν σε δάκτυλο της Δύσης, την έβαλαν σε σκέψεις ότι λίαν συντόμως θα ακολουθήσει η Ουκρανία. Αυτό σε συνδυασμό ότι έχει «αδυνατίσει» η διεθνής εικόνα της Αμερικής, μετά το φιάσκο στο Αφγανιστάν, κάνει τον Πούτιν να πιστεύει ότι υπάρχει η δυνατότητα να εκφοβίσει, με την προβολή της στρατιωτικής ισχύος της Ρωσίας, την Ουκρανία και να την οδηγήσει σε υποχωρήσεις», σχολιάζει.
Η συνέχεια, όπως εξηγεί ο κ. Πλακούδας, είναι στα «χέρια» του Πούτιν αλλά και του Ουκρανού προέδρου, Βλαντιμίρ Ζελένσκι, καθώς «με το φόβητρο της στρατιωτικής ισχύος ο Ρώσος πρόεδρος υποχρεώνει ή θα υποχρεώσει την Ουκρανία σε μια Συμφωνία του Μονάχου Νο2 υπό την εγγύηση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ κάτι το οποίο αρνείται η Ουκρανία γιατί κάποια κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, όπως η Γαλλία, προσπαθούν να αναλάβουν τις πρωτοβουλίες για την εκτόνωση της κρίσης».
«Η Ρωσία μπορεί να ωθήσει την κατάσταση στα άκρα»
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, η Ρωσία έχει μεταφέρει το 60% με 65% των δυνάμεων πέριξ της Ουκρανίας και έχει αναπτύξει για πρώτη φορά από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου μια τέτοια ισχυρή ναυτική δύναμη στην περιοχή της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας. Ο Έλληνας ειδικός στα θέματα ασφάλειας επιπροσθέτως σχολιάζει ότι «η Ρωσία έχει μεταφέρει τα στρατεύματα της από την Άπω Ανατολή. Τελευταία φορά αυτό συνέβη στη Μάχη της Μόσχας το 1941 επί Στάλιν. Δε θα τα μετέφερε αν δεν υπήρχε η πρόθεση να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική ισχύ της». Παράλληλα, σημειώνει ότι η Ρωσία αυτή τη στιγμή κατέχει δικαιωματικά τον τίτλο της δεύτερης στρατιωτικής δύναμης παγκοσμίως. «Έχει εκσυγχρονίσει σχεδόν 100% τον στρατό της και έχει αποκτήσει πάρα πολλά και χρήσιμα διδάγματα στο πεδίο της μάχης στη Συρία, προσφάτως στο Καζακστάν, στη Λιβύη κ.α. «Άρα, η Ρωσία διαθέτει και τη στρατιωτική, τη διπλωματική και την οικονομική ισχύ ώστε να ωθήσει την κατάσταση στα άκρα».
Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος της προβοκάτσιας
Τέλος, και ενώ η κρίση δεν έχει ακόμη εκτονωθεί, ο κ. Πλακούδας σημειώνει ότι ακόμη και αν Ρωσία και Αμερική καταλήξουν σε συμφωνία κανείς δεν εγγυάται ότι θα εφαρμοστεί. «Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος της προβοκάτσιας, όπως συνέβη στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο που σύρθηκαν οι ισχυρές χώρες της Ευρώπης σε έναν πόλεμο που δεν ήθελαν. Από τη μία οι Ρωσόφωνοι στην ανατολική Ουκρανία και από την άλλη οι παραστρατιωτικό ακροδεξιοί της Ουκρανίας με μια αιματοχυσία θα μπορούσαν να ωθήσουν τα πράγματα στα άκρα και να πυροδοτήσουν με μια σπίθα έναν πόλεμο που προς το παρόν ούτε η Αμερική ούτε η Ρωσία τον επιθυμούν», καταλήγει.