Στις λίστες με τους πιθανούς υποψήφιους αντιπροέδρους του Τζο Μπάιντεν που κατήρτιζαν το τελευταίο διάστημα τα αμερικανικά μίντια, η Καμάλα Χάρις ήταν πάντα στην κορυφή, αφού φαίνεται να πληροί τις περισσότερες των προϋποθέσεων για να του δώσει την απαιτούμενη ώθηση για να αλώσει τον Λευκό Οίκο.
Ο Μπάιντεν είχε ξεκαθαρίσει ότι θα επέλεγε γυναίκα για το πόστο και το ερώτημα ήταν αν αυτή θα ήταν λευκή, μια επιλογή που θα δυσαρεστούσε πάρα πολλούς Δημοκρατικούς. Ετσι η λίστα ήταν περιορισμένη, χώρια που έπρεπε να επιλέξει ένα άτομο που η κοινή γνώμη θα εμπιστευόταν για να αναλάβει τα ηνία της χώρας σε περίπτωση ανάγκης ( π.χ. θανάτου του 78χρονου Μπάιντεν ενόσω θα βρίσκεται στον Λευκό Οίκο). Αλλά χρειαζόταν στο πλευρό του και μια υποψήφια αντιπρόεδρο που θα ήταν έτοιμη για τη μάχη από την πρώτη ημέρα. Κι αυτό το κριτήριο της εμπειρίας σε υψηλά αξιώματα ήταν από τα βασικότερα που έβαλαν στο περιθώριο άλλες υποψήφιες και τον οδήγησε τελικά στην επιλογή της Καμάλα Χάρις.
Τα ατού της Καμάλα Χάρις
Ως υποψήφια, η Χάρις συγκεντρώνει παρά πολλά ατού και σχετικά λίγα ντεσαβαντάζ. Η καριέρα της πρώην γενικής εισαγγελέως τη φέρνει σε πλεονεκτική θέση για να κοντράρει άγρια τον Μάικ Πενς στο ντιμπέιτ των υποψήφιων αντιπροέδρων τον Οκτώβριο και την κυβέρνηση Τραμπ. Εχει επιδείξει άλλωστε τις ικανότητές της στις ακροάσεις στο Κογκρέσο, ειδικά όταν στρίμωξε άγρια τον λίαν αμφιλεγόμενο υποψήφιο του Τραμπ για το Ανώτατο Δικαστήριο, Μπρετ Κάβανο, και στα ντιμπέιτ κατά του ίδιου του Μπάιντεν -στα οποία αναφέρθηκε και ο Τραμπ στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου στον Λευκό Οίκο, χαρακτηρίζοντας τη Χάρις «πολύ, πολύ μοχθηρή», όπως είχε κάνει και στην περίπτωση της Χίλαρι Κλίντον το 2016.
Παράλληλα, η καριέρα της ως πρώην γενική εισαγγελέας στην Καλιφόρνια εξουδετερώνει και το σύνθημα «νόμος και τάξη» της καμπάνιας επανεκλογής του Τραμπ, που προσπαθεί να παρουσιάσει τον Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς ως «άβουλους» στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας. Και παρά το γεγονός ότι προέρχεται από την «ελίτ» της Καλιφόρνια, είναι λιγότερο ευάλωτη σε επιθέσεις των Ρεπουμπλικανών έναντι π.χ. της προοδευτικής γερουσιαστού Ελίζαμπεθ Γουόρεν, μια επιλογή της οποίας θα επέτρεπε στο αντίπαλον κέρας να υποστηρίξει ότι ο Μπάιντεν είναι ο Δούρειος Ιππος της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Ο Μπάιντεν κατάφερε να προσελκύσει τις ψήφους μεγάλου αριθμού Αφροαμερικανών στις προκριματικές αναμετρήσεις των Δημοκρατικών και με την ιστορική υποψηφιότητα της Καμάλα Χάρις μπορεί να ελπίζει ότι θα τους κερδίσει στη μάχη του Νοεμβρίου. Οπως κι ο Μπαράκ Ομπάμα η Καμάλα Χάρις είναι μιγάδα κόρη Τζαμαϊκανού και Ινδής, πέρασε κάποια χρόνια στην παιδική της ηλικία στο εξωτερικό και δη στον Καναδά, διαδήλωνε κατά του άπαρτχαϊντ στη Νότια Αφρική κι έγινε δικηγόρος και στη συνέχεια γερουσιαστής των Δημοκρατικών.
Η επιλογή της Χάρις αποτελεί «εξιλέωση» για τους Δημοκρατικούς
Η επιλογή της Χάρις αποτελεί τρόπον τινά μια εξιλέωση για τους Δημοκρατικούς, που μετά από μια σκληρή αναμέτρηση μεταξύ υποψηφίων από διαφορετικές φυλές επέλεξαν τον λευκό 78χρονο Μπάιντεν για να αναμετρηθεί με τον Τραμπ.
Η ήττα της Χάρις και άλλων ήταν ένα σκληρό πλήγμα για πολλούς σε ένα κόμμα που έχει χαρακτηρίσει «ραχοκοκαλιά» του τις Αφροαμερικανές.
Τώρα, που ο Τραμπ περιστοιχίζεται από υπέρμαχους της ανωτερότητας της λευκής φυλής και δίνει έμφαση σε πολιτικές που αναδεικνύουν τη «λευκή ταυτότητα», οι Δημοκρατικοί θεωρούν ότι με τη Χάρις θα προσελκύσουν στο μέγιστο τις γυναίκες και τους Αφροαμερικανούς ψηφοφόρους, ειδικά σε Πολιτείες-κλειδιά όπως το Μίσιγκαν, η Πενσυλβάνια και το Ουϊσκόνσιν, όπου η χαμηλή προσέλευση των μαύρων ψηφοφόρων στοίχισε ακριβά στην Κλίντον στις εκλογές του 2016.
Από την άλλη, η επιλογή της Χάρις θα αποτελέσει κι ένα είδος στρες τεστ για την ενότητα των Δημοκρατικών, σημειώνουν πολιτικοί αναλυτές. Η 54χρονη πολιτικός θεωρείται ότι κινείται αριστερότερα του Μπάιντεν, αν και οι προοδευτικοί ανησυχούν για τις επιδόσεις της ως γενική εισαγγελέας στην Καλιφόρνια. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, οι Δημοκρατικοί τα πάνε καλύτερα σε σύγκριση με το 2016, βάζοντας στην άκρη τις διαφορές τους ενόψει της απειλής του Τραμπ. Γνωρίζουν δε ότι με την ψήφο τους υπέρ του Μπάιντεν τώρα, πιθανότατα ανοίγουν τον δρόμο για μια υποψηφιότητα της Χάρις για τον Λευκό Οίκο σε τέσσερα χρόνια.
«Οι Δημοκρατικοί έχουν τώρα ένα δίδυμο υποψηφίων που αντανακλά καλύτερα τον αμερικανικό λαό από εκείνο των Ρεπουμπλικανών και κάθε άλλο στην ιστορία των ΗΠΑ», σχολίασε ο ιστορικός και συγγραφέας Αϊμπραμ Κέντι. «Δεν είναι, βέβαια, εκείνο που συντρίβει τον ρατσισμό και τον σεξισμό, ούτε απελευθερώνει τη μαύρη θηλυκότητα, αλλά μπορεί να αποτελέσει μια αρχή».
Η καριέρα της Καμάλα Χάρις
Καταγωγή και εκπαίδευση: Η Καμάλα Χάρις γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 1964 στο Οκλαντ της Καλιφόρνια από Τζαμαϊκανό πατέρα και Ινδή μητέρα. Η τελευταία, πέρα από ερευνήτρια του καρκίνου ήταν επίσης ακτιβίστρια για τα πολιτικά δικαιώματα – γεγονός που είχε τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στη ζωή της κόρης της, όπως έχει υπογραμμίσει κατ’ επανάληψη η υποψήφια αντιπρόεδρος του Μπάιντεν. Η Χάρις σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και οικονομικά στην πρωτεύουσα Ουάσιγκτον, και Νομική στην Καλιφόρνια.
Η ανέλιξη της Χάρις στο δικαστικό σύστημα: Το 2003 εξελέγη εισαγγελέας του Σαν Φρανσίσκο, όπου έλαβε κάποιες αμφιλεγόμενες αποφάσεις: Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας δεσμεύτηκε να μην επιδιώξει ποτέ την επιβολή της εσχάτης των ποινών, υπόσχεση που τήρησε, αλλά το 2004 προκάλεσε την οργή του συνδικαλιστικού οργάνου των αστυνομικών όταν αρνήθηκε να ζητήσει τη θανατική ποινή για τον δολοφόνο ενός αστυνομικού. Επί των ημερών της οι καταδικαστικές αποφάσεις σε υποθέσεις δολοφονίας αυξήθηκαν στο 85%, υψηλότερο ποσοστό στην ιστορία της πόλης. Δημιούργησε ειδική ομάδα δίωξης εγκλημάτων μίσους, ενώ ήταν μία από τις ελάχιστες δικαστικούς λειτουργούς που στήριξαν ανοιχτά το κίνημα Black Lives Matter και ζήτησε να ληφθούν μέτρα για τους θανάτους Αφροαμερικανών από αστυνομικά πυρά.
Οταν διεκδίκησε το πόστο του γενικού εισαγγελέα υποσχέθηκε παρά την προσωπική της αντίθεση να μην εμποδίσει την επιβολή της εσχάτης των ποινών – και πάλι τήρησε τη δέσμευσή της. Στη διάρκεια της θητείας της κατάφερε με σκληρή δουλειά να κερδίσει τη φήμη ενός από τα ανερχόμενα αστέρια των Δημοκρατικών.
Το ολίσθημα του Ομπάμα: Διεθνώς το όνομα της Χάρις έγινε ευρέως γνωστό το 2013, όταν έβαλε σε «μπελάδες» τον Ομπάμα, που τη χαρακτήρισε «την ωραιότερη εισαγγελέα της χώρας», για να δεχθεί επικρίσεις για «σεξιστική συμπεριφορά» απέναντι στις εργαζόμενες γυναίκες και να αναγκαστεί να ζητήσει συγγνώμη από τη Χάρις -και πιθανώς από τη γυναίκα του, Μισέλ.
Η άνοδος στη Γερουσία: Τρία χρόνια αργότερα, το 2016, η Χάρις έγινε η δεύτερη Αφροαμερικανή που εξελέγη στη Γερουσία, έχοντας πάντα την ίδια αποστολή: να δώσει μάχες για τα δικαιώματα όλων των Καλιφορνέζων.
Στη Γερουσία έχει δείξει τις ικανότητές της να θέτει σκληρές ερωτήσεις και να λύνει προβλήματα. Φανατική αντίπαλος του Τραμπ, αποφασισμένη να αλλάξει το σύστημα εκ των έσω η Χάρις έχει κατηγορηθεί, πάντως, αρκετές φορές ότι δεν έχει σαφές ιδεολογικό στίγμα.
Η αποτυχημένη εκστρατεία για το χρίσμα των Δημοκρατικών: Στις αρχές του περασμένου χρόνου η Χάρις ανακοίνωσε την πρόθεσή της να διεκδικήσει το χρίσμα των Δημοκρατικών για την προεδρία. Αρχικά θεωρείτο πολλά υποσχόμενη υποψήφια, μάλιστα σε μια τηλεμαχία διασταύρωσε άγρια το ξίφος της με τον Μπάιντεν, αλλά στη συνέχεια απογοήτευσε σε κάποια από τα ντιμπέιτ με τις όχι και τόσο ξεκάθαρες θέσεις της σε βασικούς τομείς πολιτικής σε μια προσπάθεια να ισορροπήσει ανάμεσα στους προοδευτικούς και τους Δημοκρατικούς και τον περασμένο Δεκέμβριο ανακοίνωσε ότι αποχωρεί από την κούρσα.
Η σχέση της Χάρις με τον Μπάιντεν: Η Χάρις είχε σκεφθεί στο παρελθόν να συγκροτήσει δίδυμο με τον Μπάιντεν κατά του Τραμπ. Ο Μπάιντεν «θα είναι εξαιρετικός παρτενέρ» είχε πει τον Μάιο του 2019, αλλά στο μυαλό της τον ήθελε τότε ως υποψήφιο αντιπρόεδρό της.
Από την πλευρά του ο Μπάιντεν έχει χαρακτηρίσει την στενή φίλη του εκλιπόντος γιου του, Μπο, «ατρόμητη μαχήτρια», ανακοινώνοντας την απόφασή του. Και δεδομένης της ηλικίας του και του γεγονότος ότι δεν έχει δεσμευτεί ξεκάθαρα να διεκδικήσει και μια δεύτερη θητεία, η Χάρις βρίσκεται πλέον στην πλεονεκτικότερη θέση έναντι όλων για να γίνει το 2024 η πρώτη γυναίκα πρόεδρος των ΗΠΑ, κάτι που δεν κατάφερε η Χίλαρι Κλίντον πριν από τέσσερα χρόνια.