Τέσσερις δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν το 2022 στον Ισημερινό, άλλος ένας εξαφανίστηκε, ενώ διαπράχθηκαν 356 επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων και μέσων ενημέρωσης στη χώρα.
Είναι ο υψηλότερος αριθμός νεκρών δημοσιογράφων από το 2017, αποκάλυψε χθες Πέμπτη η οργάνωση υπεράσπισης της ελευθεροτυπίας Fundamedios.
Η περασμένη χρονιά ήταν «φονική για τη δημοσιογραφία στον Ισημερινό, με 356 επιθέσεις», τόνισε η οργάνωση, δίνοντας στη δημοσιότητα την ετήσια έκθεσή της για την ελευθερία της έκφρασης την οποία τιτλοφόρησε «Η δημοσιογραφία στον Ισημερινό στόχος του οργανωμένου εγκλήματος».
«Σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά (289 επιθέσεις), υπήρξε αύξηση των επιθέσεων εναντίον του Τύπου κατά 67», τονίζεται στο κείμενο.
Οι επιθέσεις διαπράχθηκαν «σε ατμόσφαιρα εχθρική έναντι του Τύπου», εξήγησε η Fundamedios, αναφερόμενη στην κλιμάκωση της βίας κακοποιών που συνδέεται με τη διακίνηση ναρκωτικών.
Η ΜΚΟ κατέγραψε το 2022 τις δολοφονίες τριών δημοσιογράφων, που δεν έχουν εξιχνιαστεί, τη γυναικοκτονία μιας ρεπόρτερ και την εξαφάνιση ενός πέμπτου δημοσιογράφου.
Απειλές και επιθέσεις κατά δημοσιογράφων
Διαπράχθηκαν εκατοντάδες επιθέσεις εναντίον εργαζομένων στον Τύπο και εγκαταστάσεων μέσων ενημέρωσης, ενώ έγιναν απειλές κατά της ζωής δημοσιογράφων.
Ο Ισημερινός μετατράπηκε τα τελευταία χρόνια σε μείζονα κόμβο του λαθρεμπορίου της κοκαΐνης που παράγεται σε γειτονικές χώρες -την Κολομβία και το Περού- και διακινείται προς τις αγορές των ΗΠΑ και της Ευρώπης.
Πόλεμος συμμοριών για τα ναρκωτικά
Συμμορίες αναμετρώνται στους δρόμους για τον έλεγχο του χρυσοφόρου λαθρεμπορίου. Πτώματα εντοπίζονται αποκεφαλισμένα ή κρεμασμένα από γέφυρες. Οι ίδιες συμμορίες διεξάγουν παράλληλα ανελέητο πόλεμο μέσα στις φυλακές του κράτους των Άνδεων, όπου έχουν δολοφονηθεί πάνω από 400 κρατούμενοι από το 2021.
«Πέραν του οργανωμένου εγκλήματος, κύμα κοινής εγκληματικότητας πλήττει επίσης τη δημοσιογραφία» στον Ισημερινό, σύμφωνα με τη Fundamedios. «Δημοσιογράφοι υπέστησαν επιθέσεις κατά τη διάρκεια (τηλεοπτικών) εκπομπών που μεταδίδονταν απευθείας», ενώ υπάρχουν πλέον «‘περιοχές σιωπής’ όπου δεν μπορούν να εισέλθουν δημοσιογράφοι λόγω του φόβου πως θα δεχθούν επιθέσεις».