Ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Τουρκία δήλωσε σήμερα ότι εταιρείες θα εξετάσουν το ενδεχόμενο να εγκαταλείψουν την τουρκική αγορά, αν η χώρα δεν προχωρά πλήρως σε πληρωμές χρεών σε αμερικανικές φαρμακευτικές εταιρείες.
Παράλληλα, επέκρινε έναν νέο τουρκικό νόμο που θέτει περιορισμούς σε μεγάλους ιστότοπους μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Σε ομιλία του σε ένα εμπορικό συνέδριο που μεταδόθηκε διαδικτυακά, ο Ντέιβιντ Σάτερφιλντ δήλωσε ότι τα χρέη κρατικών νοσοκομείων σε φαρμακευτικές εταιρείες στις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού αυξήθηκαν σε περίπου 2,3 δισεκατομμύρια δολάρια από περίπου 230.000.000 δολάρια πριν από έναν χρόνο.
Ο Σάτερφιλντ δήλωσε ότι ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, Γουίλμπουρ Ρος, έθεσε το θέμα στον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τον υπουργό Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαράκ πριν από έναν χρόνο και έλαβε τη διαβεβαίωση ότι θα γίνουν ρυθμίσεις για άμεσες πληρωμές.
Έναν χρόνο αργότερα ζητήθηκε από αυτές τις εταιρείες να αποδεχθούν σημαντικές μειώσεις στα ποσά που τους οφείλονται, δήλωσε ο Σάτερφιλντ, προσθέτοντας ότι θα υπάρξουν συνέπειες για τη μη εξόφληση του χρέους ή τη μείωση των πληρωμών.
«Εταιρείες θα εξετάσουν το ενδεχόμενο να εγκαταλείψουν την τουρκική αγορά ή να μειώσουν την έκθεσή τους στην τουρκική αγορά. Αυτή δεν είναι μια κατεύθυνση που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Τουρκίας», είπε.
Το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών ανήλθε σε περίπου 21 δισ. δολάρια πέρυσι και οι ΝΑΤΟϊκοί σύμμαχοι δήλωσαν ότι στοχεύουν να το αυξήσουν στα 100 δισ. δολάρια.
Ωστόσο, υπάρχουν εμπόδια, συμπεριλαμβανομένων των αμερικανικών δασμών στον τουρκικό χάλυβα, αλλά και εξαιτίας της αγοράς των ρωσικών αντιπυραυλικών συστημάτων S-400 από την Άγκυρα πέρυσι, που ώθησε την Ουάσινγκτον να βγάλει την Τουρκία από μια κοινοπραξία που παράγει αεροσκάφη F-35.
Σε χθεσινό συνέδριο που διοργανώθηκε από το Επιχειρηματικό Συμβούλιο ΗΠΑ-Τουρκίας, ο Τούρκος υπουργός Εμπορίου Ρουσάρ Πεκτσάν δήλωσε ότι οι δασμοί στον χάλυβα και η απομάκρυνση της Τουρκίας από ένα πρόγραμμα εμπορικών προτιμήσεων των ΗΠΑ έχουν βλάψει τις προσπάθειες επίτευξης του εμπορικού στόχου.
«Τέτοιες πολιτικές των ΗΠΑ περιορίζουν σοβαρά την ικανότητα των τουρκικών εταιρειών να εισέλθουν στην αμερικανική αγορά», είπε.
Ο Σάτερφιλντ εξέφρασε επίσης ανησυχία για έναν νόμο που ψηφίστηκε τον Ιούλιο, που το κυβερνών κόμμα του Ερντογάν αναφέρει ότι θα καταστήσει περισσότερους υπόλογους ιστότοπους μέσων κοινωνικής δικτύωσης των ΗΠΑ λόγω ανησυχιών των τουρκικών αρχών για το περιεχόμενο αυτών.
Επικριτές αναφέρουν ότι ο νόμος αυτός θα οδηγήσει σε φίμωση διαφωνούντων.
«Μια πολιτική που εξουσιοδοτεί μεγάλες εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης να αποθηκεύουν δεδομένα καταναλωτών μόνο στην Τουρκία μπορεί να δημιουργήσει ένα εγγενώς άνισο ανταγωνιστικό περιβάλλον», είπε, προσθέτοντας ότι αυτό ενδέχεται στο τέλος να εξωθήσει αμερικανικές εταιρείες να εγκαταλείψουν την αγορά.