Την περασμένη εβδομάδα ο Τζο Μπάιντεν εξέφρασε έντονες ανησυχίες ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα επιχειρήσει να κλέψει τη νίκη στις προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου στις ΗΠΑ.
«Είναι η μεγαλύτερη ανησυχία μου», είπε ο Δημοκρατικός προεδρικός υποψήφιος υποστηρίζοντας ότι ο νυν ένοικος του Λευκού θα επιχειρήσει να παραμείνει με απάτες στο πόστο του κι αν χάσει δεν θα αποδεχθεί με τίποτε την ήττα του.
Αλλά πόσο ρεαλιστικό είναι ένα τέτοιο σενάριο; Οι ΗΠΑ δεν είναι αυταρχικό κράτος που εκμεταλλεύεται τα κρατικά ΜΜΕ για να κάνουν προπαγάνδα υπέρ του Προέδρου της χώρας, ούτε μπορεί ο τελευταίος να δώσει εντολή στους κρατικούς μηχανισμούς για καλπονοθεία. Ωστόσο, το εκλογικό σύστημα της χώρας έχει ορισμένα κενά που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν σφοδρή αντιπαράθεση, ειδικά αν το εκλογικό αποτέλεσμα είναι οριακό. Κάποια σενάρια, ως εκ τούτου, δεν μπορούν εκ των προτέρων να αποκλειστούν.
Εμπλοκή ξένης δύναμης
Στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα του 2016 η Ρωσία παρενέβη, όπως κατηγορούν οι Δημοκρατικοί, υπέρ του Τραμπ για να διασφαλίσει τη νίκη του έναντι της Χίλαρι Κλίντον. Οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες χάκαραν Η/Υ του Δημοκρατικού κόμματος, έκλεψαν ηλεκτρονικά μηνύματα με εμπιστευτικό περιεχόμενο και τα έβγαλαν στη φόρα με τη βοήθεια της Wikileaks. Παράλληλα με μηνύματα τρολ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, προσπάθησαν να δημιουργήσουν αέρα νίκης για τον Τραμπ -αν και δεν έχει αποδειχθεί σε ποιον βαθμό τελικά τον βοήθησαν.
Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες θεωρούν ότι η Ρωσία σχεδιάζει μια ανάλογη εμπλοκή και φέτος. Από την άλλη πλευρά διαδικτυακοί κολοσσοί, όπως το Facebook, διαβεβαιώνουν ότι αυτή τη φορά θα αγρυπνούν. Πρόσφατα απείλησε με ανάμειξη και η Βόρεια Κορέα, που διαθέτει ειδικές μονάδες κυβερνοπειρατών, ενώ προ ημερών ο Σέιν Χάντλεϊ, επικεφαλής της Ομάδας Ανάλυσης Απειλής της Google, αποκάλυψε ότι Κινέζοι χάκερ στόχευαν τον Μπάιντεν και Ιρανοί τον Τραμπ. Ο Τραμπ από την πλευρά του ουδέποτε παραδέχθηκε ότι είναι λάθος να αποδεχθεί εκλογική βοήθεια από ξένο κράτος. Πριν από ένα χρόνο μάλιστα δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να αποδεχθεί πληροφορίες που θα εξέθεταν έναν πολιτικό του αντίπαλο και μάλιστα σ’ ένα τηλεφώνημα με τον Ουκρανό ομόλογό του, Βολόντιμιρ Ζελένσκι ζήτησε βοήθεια για να στριμώξει στη γωνία τον Τζο Μπάιντεν. Με την αποκάλυψη βέβαια του ουκρανικού σκανδάλου και την παραπομπή του Τραμπ ένα τέτοιο σενάριο δεν φαίνεται σήμερα τόσο πιθανό, αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς μια ξένη ανάμειξη -υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου – που θα θέσει σε αμφισβήτηση τη νομιμότητα των εκλογών.
Διελκυστίνδα για τις επιστολικές ψήφους
Λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, που ταλανίζει ακόμη τις ΗΠΑ , πληθαίνουν οι φωνές εκείνων που ζητούν διεύρυνση του μέτρου των επιστολικών ψήφων.
Ο Τραμπ αντιτίθεται σφόδρα στην πρακτική αυτή άσκησης του εκλογικού δικαιώματος, υποστηρίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα άνοιγε το δρόμο για αλλοίωση του αποτελέσματος, αφού όπως φοβάται, θα έβγαιναν χαμένοι ο ίδιος και το κόμμα του.
Παρεμπόδιση στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος
Ανησυχία προκάλεσε η κατάσταση την περασμένη εβδομάδα στην Πολιτεία της Τζόρτζια, όπου όσοι πήγαν να ψηφίσουν σε εσωκομματικές εκλογές αναγκάστηκαν να περιμένουν επί ώρες στην ουρά σε ορισμένες περιοχές. Το φαινόμενο ήταν ιδιαίτερα έντονο σε περιοχές με κατά βάσην μη λευκούς πληθυσμούς, πράγμα που πυροδότησε υποψίες ότι επιχειρήθηκε η αποθάρρυνση των ψηφοφόρων εκεί, κυρίως οπαδών του Δημοκρατικού Κόμματος, να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα. Η Δημοκρατική δήμαρχος της Ατλάντα παραπονέθηκε μάλιστα για βλάβες στα μηχανήματα καταμέτρησης ψήφων σε πολλές συνοικίες Αφροαμερικανών.
Η αλήθεια, είναι, ότι χρησιμοποιήθηκαν λιγότερα μηχανήματα ανά εκλογικό τμήμα ώστε να τηρηθούν οι κανόνες κοινωνικής αποστασιοποίησης μεσούσης της πανδημίας του κορωνοϊού. Από την άλλη πλευρά η πολύωρη αναμονή στις ουρές των εκλογικών τμημάτων προκαλεί έντονη δυσφορία σε κάθε προεδρικές εκλογές και στην παρούσα φάση οι καταγγελίες περί εσκεμμένης οργανωτικής αμέλειας θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν μεγάλες εντάσεις.
Ο ρόλος των εκλεκτόρων
Στις ΗΠΑ ο Πρόεδρος της χώρας δεν εκλέγεται απευθείας από τον λαό, αλλά έμμεσα με τη βοήθεια των λεγόμενων εκλεκτόρων. Στο σύστημα αυτό οι ψηφοφόροι ψηφίζουν μεν τον υποψήφιο της αρεσκείας τους, αλλά επισήμως η ψήφος αυτή δεν πάει στον Τραμπ ή τον Μπάιντεν, αλλά σε μια λίστα εκλεκτόρων του αντίστοιχου κόμματος, οι οποίοι έχουν δεσμευτεί να ψηφίσουν με την σειρά τους έναν εκ των δύο υποψηφίων. Η πραγματική εκλογή γίνεται στη συνέχεια τον Δεκέμβριο. Θεωρητικά πρόκειται για τυπική διαδικασία, αφού οι εκλέκτορες θεωρούν «πιστοί». Αλλά νομικά δεν έχει αποσαφηνιστεί τι θα γίνει αν αλλάξουν γνώμη, αφού οι Πατέρες του Αμερικανικού Έθνους άφησαν εσκεμμένα κατά τον 18ο αιώνα ανοικτό αυτό το παραθυράκι.
Κι έχει συμβεί «άπιστοι» εκλέκτορες να ψηφίσουν -κατά λάθος ή σκόπιμα, εν είδει πολιτικής διαμαρτυρίας – κάποιον άλλο α’ αυτόν που είχαν δεσμευτεί, αν και ποτέ δεν άλλαξε το αποτέλεσμα προεδρικών εκλογών. Ωστόσο, το 2016, καταγράφηκε ο μεγαλύτερος εδώ και έναν αιώνα αριθμός «άπιστων εκλεκτόρων», συνολικά δέκα με τον Τραμπ να χάνει δύο ψήφους και την Χίλαρι Κλίντον πέντε.
Σε μια οριακή αναμέτρηση, όπως π.χ. προ εικοσαετίας, το αποτέλεσμα θα μπορούσε, ωστόσο, να αλλάξει. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, όπως σημειώνουν πολιτικοί αναλυτές, ο υποψήφιος που υπολείπεται στις δημοσκοπήσεις – σ΄αυτή τη φάση ο Τραμπ – να προσπαθήσει να πάρει με το μέρος του εκλέκτορες του αντιπάλου…