Το Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών συνεδριάζει την Τρίτη σε επίπεδο κορυφής, με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου, του Μπόρις Τζόνσον, για να συζητήσει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην παγκόσμια ειρήνη, θέμα για το οποίο τα 15 κράτη μέλη του έχουν αποκλίνουσες προσεγγίσεις.
Η συνεδρίαση θα γίνει μερικές ημέρες μετά την επίσημη επιστροφή των ΗΠΑ, με απόφαση του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν, στη συμφωνία του Παρισιού (2015) για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη.
Εκτός του Μπόρις Τζόνσον, η χώρα του οποίου ασκεί την εναλλασσόμενη προεδρία του Συμβουλίου Ασφαλείας τον Φεβρουάριο, αναμένονται παρεμβάσεις από τον επικεφαλής του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, τον Αμερικανό απεσταλμένο για το κλίμα Τζον Κέρι, τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον πρόεδρο της Τυνησίας Κάις Σαΐντ, τον υπουργό Εξωτερικών της Κίνας καθώς και των πρωθυπουργών της Ιρλανδίας, του Βιετνάμ, της Κένυας, της Εσθονίας και της Νορβηγίας, σύμφωνα με διπλωμάτες.
Η σύνοδος θα αποτελέσει δοκιμασία για τις σινοαμερικανικές σχέσεις, εκτιμά πρεσβευτής που ζήτησε να διατηρηθεί η ανωνυμία του, κάνοντας αναφορά σε έναν από τους λίγους τομείς όπου οι δύο παγκόσμιοι αντίπαλοι μπορούν να συμφωνήσουν. Ωστόσο, η παρτίδα κάθε άλλο παρά έχει κερδηθεί.
«Πρέπει να δει κανείς πώς θα τοποθετηθούν οι Κινέζοι σε σχέση με στους Αμερικάνους», σημείωσε ο ίδιος πρεσβευτής. Κατά την παράδοση μπορεί «οι Ρώσοι και οι Κινέζοι να πουν ότι (το κλίμα) δεν έχει καμία σχέση με τα θέματα (αρμοδιότητας) του Συμβουλίου Ασφαλείας».
«Αλλά σήμερα, οι Κινέζοι είναι πιθανόν να είναι κάπως ανοικτοί στη συζήτηση, το οποίο θα απομονώσει τους Ρώσους», πρόσθεσε ο ίδιος.
Αυτό που δεν θέλει η Ρωσία είναι το κλίμα να αποτελέσει βασικό κομμάτι στην ατζέντα των θεμάτων με τα οποία ασχολείται το Συμβούλιο Ασφαλείας. Αντίθετα, η συζήτηση για το θέμα αυτό «κατά περίπτωση» τους εξυπηρετεί, εξηγούν διπλωμάτες στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Η συνεδρίαση «θα επικεντρωθεί σε ζητήματα ασφαλείας που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή», δήλωσε άλλος διπλωμάτης, που επίσης ήθελε να διατηρήσει την ανωνυμία του.
Ορισμένα μη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου, όπως η Κένυα ή ο Νίγηρας, «νιώθουν πολύ έντονα» τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής στο θέμα της ασφάλειας. Άλλες χώρες είναι επιφυλακτικές, δεν θέλουν «το Συμβούλιο Ασφαλείας να μεταμορφωθεί σε ένα νέο όργανο που θα ασχολείται με χρηματοδότηση, προσαρμογή, διαπραγματεύσεις», είπε ο ίδιος διπλωμάτης.
Ερημοποίηση, αναζήτηση πόρων
«Η Κίνα και η Ρωσία, αλλά όχι μόνες αυτές, εμφανίζονται απρόθυμες στο να δουν το Συμβούλιο να συζητά για την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις του», δήλωσε τρίτος πρεσβευτής, που θέλησε να μην κατονομαστεί, αποκλείοντας την υιοθέτηση σε αυτή τη φάση ενός κοινού ανακοινωθέντος.
Αυτές οι δύο χώρες «πιστεύουν ότι αυτό θα είναι παρεμβατικό και ότι δεν άπτεται της ειρήνης και της ασφάλειας». «Δεν θέλουν το Συμβούλιο Ασφαλείας να λαμβάνει αποφάσεις για οικονομικές επιλογές, ακόμα κι αν κατανοούν ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να προκαλέσει συγκρούσεις», διευκρίνισε ο ίδιος.
«Η ερημοποίηση, η μετακίνηση των πληθυσμών, ο ανταγωνισμός στην πρόσβαση σε πρώτες ύλες» συνδέονται με την αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη, δήλωσε άλλος διπλωμάτης, εκτιμώντας ότι το θέμα είναι επίσης σημαντικό για την Τυνησία, τη Νορβηγία ή την Ιρλανδία, δύο χώρες που συμμετέχουν από την 1η Ιανουαρίου στο Συμβούλιο Ασφαλείας.
Για την περιοχή της Λίμνης Τσαντ στο κέντρο της Αφρικής, το πρόβλημα δεν είναι ένα ερώτημα «του αύριο, υπάρχει ήδη από χθες», σχολίασε δηκτικά ένας πρεσβευτής, αναφερόμενος για παράδειγμα «στην πρόσβαση σε υδάτινους πόρους» που μπορεί να προκαλέσει ανάμεσα στ’ άλλα «βία μεταξύ κοινοτήτων».
Η Ινδία και το Μεξικό, που έγιναν μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας τον Ιανουάριο και έχουν προοδευτική στάση στο ζήτημα, έχουν επίσης πράγματα να πουν, εκτίμησε άλλος διπλωμάτης.
«Η Ινδία είναι κινητοποιημένη στο θέμα του περιβάλλοντος» και θέλει να υπάρξει αποσαφήνιση του αντίκτυπου της κλιματικής αλλαγής στις συγκρούσεις. Όχι να γίνει γενική συζήτηση για το κλίμα, αλλά να εξεταστεί «ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής στην ισορροπία δυνάμεων, με αυτό συμφωνούν», εκτίμησε η ίδια πηγή.
Η άφιξη της κυβέρνησης Μπάιντεν, με απόψεις ριζικά αντίθετες από αυτές που υπερασπιζόταν ο Ντόναλντ Τραμπ, αναμένεται να αλλάξει τη δυναμική του Συμβουλίου στο θέμα, σύμφωνα με διπλωμάτες.
Την περασμένη χρονιά η Γερμανία, μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, συνέταξε προσχέδιο ψηφίσματος με στόχο να θεσπιστεί η θέση απεσταλμένου του ΟΗΕ και να δομηθούν καλύτερα οι προσπάθειες του Οργανισμού σε ό,τι αφορά την πρόληψη και την ανάλυση των κινδύνων. Υπό την απειλή βέτο από τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, ή ακόμα και την Κίνα, το Βερολίνο δεν έθεσε το κείμενο προς ψήφιση.
Σήμερα, με την νέα αμερικανική προσέγγιση, υπάρχει «ένα παράθυρο ευκαιρίας» να μη «μείνει στην κατάψυξη» το κείμενο αυτό, εκτίμησε πρεσβευτής χώρας-μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας.