Ο ένας ήταν πρωτάρης και ανυπόμονος να αλλάξει την Ευρώπη. Η άλλη ήταν σκληραγωγημένη και συντηρητική: ανάμεσα στον Εμανουέλ Μακρόν και την Ανγκελα Μέρκελ, η οποία τον επισκέπτεται σήμερα για τελευταία φορά ως καγκελάριος, η σχέση θερμάνθηκε σταδιακά, για να γίνει μια αδιάσπαστη συμμαχία για το σχέδιο ανάκαμψης απέναντι στην επιδημία της Covid.
Στην αρχή ήταν δύσκολο να βρεθεί κοινός τόπος ανάμεσα σε μία 67χρονη καγκελάριο, μεγαλωμένη στη σχολή της σωφροσύνης, και έναν νεαρό 43χρονο, που είχε αναγάγει την τόλμη και την κίνηση σε πολιτική σφραγίδα! Με το πέρασμα του χρόνου, οι δύο ηγέτες κατάφεραν, σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες, να οικοδομήσουν μία στέρεη σχέση εμπιστοσύνης. Μιλούν σχεδόν κάθε εβδομάδα, στον ενικό, και έχουν τη συνήθεια να μένουν στο ίδιο ξενοδοχείο για να πιουν ένα ποτήρι κρασί μαζί, τις βραδιές των ευρωπαϊκών συνόδων.
«Η Ανγκελα Μέρκελ γνώρισε τέσσερις προέδρους της Γαλλίας, ενώ ξεκίνησε ως καγκελάριος το 2005, την ώρα που ο Εμανουέλ Μακρόν ήταν ακόμη φορολογικός επιθεωρητής του υπουργείου Οικονομικών. Η διαφορά με όρους πολιτικής εμπειρίας ήταν τεράστια. Παρά ταύτα, αυτή η συνεργασία δούλεψε καλά», λέει ο Πάβελ Τοκάρσκι, της Fondation Sciences et Politique (SWP) του Βερολίνου.
«Είναι πολύ διαφορετικοί, αλλά έχουν και οι δύο μία μεθοδική αυστηρότητα και έναν τρόπο λειτουργίας που δεν απέχει πολύ, πράγμα που δημιούργησε εμπιστοσύνη», δήλωσε στο AFP ο Κλεμάν Μπον, σημερινός υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, ο οποίος είχε οργανώσει την πρώτη τους συνάντηση τον Μάρτιο 2017, λίγους μήνες πριν από την εγκατάσταση του Μακρόν στο Μέγαρο των Ηλυσίων.
Η σχέση τους εξελίχθηκε πολύ από το 2017. Μόλις εξελέγη, ο Εμανουέλ Μακρόν εμφανίσθηκε αποφασισμένος να κατεβάσει από το όριο του 3% το γαλλικό έλλειμμα και να μεταρρυθμίσει το εργασιακό δίκαιο στη Γαλλία, ανταποκρινόμενος στα επίμονα αιτήματα της Γερμανίας. Με αυτές της πράξεις καλής θέλησης ήλπιζε να προσεταιριστεί την καγκελάριο στα σχέδιά του για τη μεταρρύθμιση της Ευρώπης, όπως η δημιουργία ευρωπαϊκής άμυνας και η εκκίνηση των μεγάλων ευρωπαϊκών επενδύσεων.
Ο πρόεδρος της Γαλλίας εξασφάλισε την υποστήριξή της σε ορισμένα σχέδια και κυρίως στους διορισμούς της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην προεδρία της Κομισιόν και της Κριστίν Λαγκάρντ στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Αλλά δεν κατάφερε να ξεπεράσει τους γερμανικούς δισταγμούς για την αύξηση των δαπανών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ευρωπαϊκή κυριαρχία
Αν και η καγκελάριος αποδέχθηκε την αρχή ενός ενιαίου προϋπολογισμού της ευρωζώνης, τον Ιούνιο 2018 στο Μέζεμπεργκ, συμφώνησε σε ένα εξαιρετικά περιορισμένο ποσόν. Βέβαια, η κρίση των «κίτρινων γιλέκων» απομάκρυνε για τη Γαλλία την επιστροφή στη δημοσιονομική ισορροπία και αποδυνάμωσε την επιρροή του Μακρόν στις Βρυξέλλες.
Αλλά σε κάθε διαφωνία, «πάντα υποστήριζε ο ένας τον άλλον και δεν εκμεταλλεύθηκαν ποτέ τις δυσκολίες ο ένας του άλλου. Οταν δημοσιεύσαμε τον Μάρτιο του 2020 το άρθρο που ζητούσε κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό μαζί με άλλες οκτώ χώρες, την είχαμε προειδοποιήσει και προσέξαμε να μη χρησιμοποιήσουμε λέξεις που πειράζουν τη Γερμανία, όπως κορωνο-ομόλογα ή ευρωομόλογα. Στο βάθος, πιστεύω ότι συμμερίζεται τη γαλλική θέση για την ανάγκη ευρωπαϊκής κυριαρχίας», λέει ο Κλεμάν Μπον.
Συμμαχία Μέρκελ-Μακρόν στον κορωνοϊό
Απέναντι στην Covid, οι δύο ηγέτες ενίσχυσαν τους δεσμούς τους για να συμπήξουν συμμαχία, ικανή να οδηγήσει την υπόλοιπη Ευρώπη.
Τον Μάιο 2020, ο Εμανουέλ Μακρόν έπεισε την καγκελάριο για την ανάγκη σχεδίου οικονομικής ανασυγκρότησης, ύψους 750 δισ. ευρώ, το οποίο θα χρηματοδοτείτο σε μεγάλο μέρος από κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό, ό,τι ακριβώς αρνούνταν μέχρι τότε το Βερολίνο. Στη συνέχεια συνεργάσθηκαν για να αποσπάσουν ιστορική συμφωνία για το σχέδιο αυτό.
«Η Ανγκελα Μέρκελ δεν είναι κάποιο αυθόρμητο ή χειραγωγήσιμο πρόσωπο, πείθεται σταδιακά. Η συμφωνία για το σχέδιο ανάκαμψης δεν είναι καρπός τριών μηνών συνομιλιών, αλλά τριών ετών σχέσης εμπιστοσύνης. Χωρίς αυτές τις προκαταρκτικές συζητήσεις, ακόμη και με την Covid, δεν θα είχαμε συμφωνία», είναι η εκτίμηση του Κλεμάν Μπον.
Ομως, το γερμανικό κοινό είναι μάλλον συντηρητικό ως προς τα δημόσια οικονομικά. Αυτές οι γαλλογερμανικές διαφορές παραμένουν. «Θα είναι τώρα τεράστια πρόκληση να βρούμε μία κοινή θέση παραμονής στην ευρωζώνη, η οποία κάθε άλλο παρά σταθερή είναι. Είναι μία παρακαταθήκη που η Μέρκελ θα αφήσει στον διάδοχό της», προειδοποιεί ο Πάβελ Τοκάρσκι.