Στο προεδρικό μέγαρο Κυρηνάλιο, στη Ρώμη υπεγράφη σήμερα η κρίσιμη ιταλογαλλική Συνθήκη Ενισχυμένης Διμερούς Συνεργασίας, η Συνθήκη του Κυρηνάλιου. Τι θα αλλάξει στην Ευρώπη;
Σχέσεις με τριβές και συγκρούσεις για το μεταναστευτικό
Με τη νέα συμφωνία, Γαλλία και Ιταλία θα επαναπροσδιορίσουν τις σχέσεις τους, σχέσεις που τα τελευταία χρόνια δοκιμάστηκαν. Οι δύο πλευρές βρέθηκαν πολλάκις απέναντι η μία στην άλλη όταν οι τριβές γύρω από ζητήματα έμοιαζαν συχνά αγεφύρωτες. Και παρ΄ όλο που οι όροι για στενότερη συνεργασία μεταξύ Ρώμης και Παρισιού έμοιαζαν ευνοϊκοί, πολλοί παράγοντες εμπόδιζαν μια τέτοια προοπτική.
Οι δύο χώρες πέρασαν περιόδους εντάσεων στη διαχείριση του μεταναστευτικού, σε ζητήματα ασφάλειας. Η ιταλογαλλική μεθόριος αποτελεί μεταναστευτικό πέρασμα το οποίο προκάλεσε συχνά αντίδραση και από τις δύο πλευρές. Οι θάλασσες της Μεσογείου επίσης βρέθηκαν μεταξύ των γαλλοϊταλικών «πυρών» για το μεταναστευτικό.
Ποιος θα έχει τον πρώτο λόγο στη Μεσόγειο- Τι ετοιμάζει ο Μακρόν
Η Λιβύη και το πολιτικό της μέλλον από το 2016 ψύχρανε τις σχέσεις των δύο χωρών. Για την Ιταλία, η αφρικανική χώρα ήταν και παραμένει παραδοσιακά η μόνη στρατηγική της έξοδος στην Αφρική, μια διαδρομή όμως που σκοντάφτει στα ευρύτερα γαλλικά συμφέροντα στην Αν. Μεσόγειο. Το γαλλο-ιταλικό «αγκάθι» της Λιβύης οδήγησε σε αδιέξοδο την στρατηγική της ΕΕ στη χώρα. Παράλληλα, η Γαλλία του Μακρόν ευελπιστεί να μετεξελιχθεί σε ηγέτη της Μεσογείου-εξού και η ελληνογαλλική συμφωνία, ένας στόχος που αντικειμενικά θα πιέζει τους Ιταλούς, οι οποίοι μπορεί να μην υπερτερούν οικονομικά και στρατιωτικά των φιλόδοξων Γάλλων, αλλά πόσο μπορεί τεντώσει κανείς να το σκοινί;
Αυτή η πραγματικότητα θα ενέχει μόνιμους κινδύνους ως προς την αποτελεσματική συνεργασία των δύο χωρών.
Δεν βοήθησε η ιταλική πολιτική σκηνή
Σήμερα, υπάρχουν όμως και ευνοϊκοί πολιτικοί όροι για ισχυρή- και ακόμα σημαντικότερο, σταθερή συνεργασία. Η κυβέρνηση Ντράγκι μάλλον είναι ό,τι καλύτερο μπορούσε να τύχει στον Μακρόν για να υπάρξει σαφής διάλογος και συμφωνία. Και σ' αυτήν την περίπτωση η αρνητική εμπειρία των προηγούμενων χρόνων είναι διδακτική. Ο Μακρόν, από την εκλογή του το 2017, κλήθηκε να συνομιλήσει με τρεις διαφορετικές ιταλικές κυβερνήσεις, πολύ αρνητικός παράγοντας στον κόσμο της διπλωματίας. Η συνεχής κυβερνητική εναλλαγή, η πολιτική αστάθεια και πόσο μάλλον όταν αυτή κουβαλάει και μπόλικο λαϊκισμό, δεν βοηθάνε τη χάραξη εξωτερικής πολιτικής με μακροπρόθεσμους όρους.
Αρκεί να αναφερθεί πόσο δύσβατος δρόμος για διάλογο υπήρξε όταν ο Ντι Μάιο το 2019 πραγματοποιούσε συνάντηση, ως εκπρόσωπος της ιταλικής κυβέρνησης, με αντιπροσωπεία των γαλλικών «κίτρινων γιλέκων». Ήταν τέτοια η πρόκληση στα μάτια του Μακρόν που προχώρησε στην ανάκληση του Γάλλου πρέσβη στη Ρώμη.
Αυτά τώρα είναι πίσω. Η κυβέρνηση Ντράγκι μοιάζει να αποτελεί μια ευκαιρία για τη Γαλλία για διμερείς πρωτοβουλίες.
Σε τι διαφέρει ο γαλλοϊταλικός με τον γαλλογερμανικό άξονα
Η συζήτηση που έχει ανοίξει τις τελευταίες μέρες στα διάφορα ευρωπαϊκά πάνελ αφορά το κατά πόσο διαφέρει η διμερής συνεργασία Γαλλίας-Γερμανίας με την γαλλοϊταλική. Διαφέρουν πολύ και γι' αυτό έχει και μεγάλη σημασία για τα ευρωπαϊκά πράγματα.
Οι Γάλλοι συνομιλούν απευθείας με τους Γερμανούς γιατί πρέπει να επιτυγχάνεται συμβιβασμός εντός της ΕΕ. Αν τα βρίσκουν οι Γάλλοι με τους Γερμανούς δεν έχει λόγο κάποιος άλλος να διστάσει. Οι δύο ισχυρότερες ευρωπαϊκές χώρες έχουν στρατηγικές διαφορές τις οποίες καλούνται να διαχειρίζονται για να προχωράει το ευρωπαϊκό εγχέιρημα. Είναι μια συνεργασία στο έδαφος του αναγκαίου συμβιβασμού κατά κύριο λόγο.
Οι Ιταλοί, αντίθετα, θα συνομιλούν και θα συνεργάζονται με του Γάλλους γιατί πρώτα πρώτα υπάρχει μια σύμπλευση συμφερόντων κι αυτή είναι η ποιοτική διαφορά. Και οι δύο πλευρές αντιλαμβάνονται ότι μια τέτοια συνεργασία θα προωθήσει με καλύτερους όρους τα συμφέροντά τους στην Ευρώπη, που πολλές φορές ταυτίζονται.
Οι κοινές προκλήσεις όπως το μεταναστευτικό, η ασφάλεια και άμυνα, η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση και το δημσιονομικό πλαίσιο στην Ένωση αποτελούν «γέφυρες» για στρατηγική συμπόρευση.
Πού ποντάρουν οι Ιταλοί;
Το κόλπο γκρόσο του Ντράγκι είναι να παγιώσει με τη Γαλλία μια οικονομική πολιτική στην ΕΕ πάνω στα οφέλη που αποκόμισε από το εγχείρημα του Ταμείου Ανάκαμψης και των γενναίων ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων.
Το παραπάνω εγχείρημα πήρε το «οκ» από την πιο διστακτική και δημοσιονομικά αυστηρή Γερμανία όταν η Γαλλία «εγγυήθηκε» κι αυτή για το φιλόδοξο οικονομικό σχέδιο. Με την πανδημία παρούσα, έτσι κι αλλιώς, η σχετική χαλαρότητα στα δημοσιονομικά, χάριν της ανάκαμψης θα διατηρηθεί και για το 2022. Αυτό φαίνεται πως το αποδέχεται και ο νέος γερμανικός κυβερνητικός συνασπισμός.
Το διπλωματικό κενό της Μέρκελ και τα τρία μηνύματα
Η Μέρκελ αποχωρεί σε μία περίοδο μεγάλων αλλαγών και προκλήσεων. Πανδημία, ενεργειακή κρίση, στρατηγική αντιπαράθεση με την Κίνα και την Ρωσία, αλλαγές γεωπολιτικών προτεραιοτήτων των ΗΠΑ κ.ά. Η ΕΕ διανύει μια περίοδο πιέσεων και διπλωματικής κινητικότητας στα ανατολικά της σύνορα και έχει δοκιμαστεί και η συνοχή της στις περιπτώσεις της παραβίασης του κράτους δικαίου στην Πολωνία και την Ουγγαρία. Ειδικά στην περίπτωση της Πολωνίας είναι μια κρίσιμη κατάσταση, που μπορεί να έχει «παγώσει» τώρα λόγω της λευκορωσο-ευρωπαϊκής διένεξης στα σύνορά της αλλά τίποτα δεν έχει τελειώσει.
H γαλλοϊταλική συμφωνία δεν οδηγεί στο συμπέρασμα, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, ότι υπονομεύει την ΕΕ ή τη γαλλογερμανική συνεννόηση αλλά μοιάζει περισσότερο με μήνυμα ότι επισφραγίζεται μια εξομάλυνση και αναβάθμιση των σχέσεων Γαλλίας-Ιταλίας με πολλές προεκτάσεις στην οικονομική μεταναστευτική και αναπτυξιακή πολιτική της ΕΕ.
Το δεύτερο μήνυμα είναι αυτό που θέλει να στείλει προς πάσα κατέυθυνση ο Μακρόν. Η Γαλλία δεν θα είναι πλέον απλά ένας ακόμη εταίρος αλλά έμπρακτα ένας στρατηγικός παίκτης στην περιοχή.
Το τρίτο μήνυμα που μπορεί να στείλει η Συνθήκη του Κυρηνάλιου είναι ότι ο διάλογος διεθνών παραγόντων με την ΕΕ θα πρέπει να περνάει και από τη Γαλλία και από την Ιταλία και από τη Γερμανία. Και η τελευταία, χωρίς τη Μέρκελ, ίσως χρειαστεί να κερδίσει ξανά την εγγύηση, τη σταθερότητα και το κύρος που απέπνεε σε τρίτους αλλά και εντός, η «Σιδηρά Κυρία της Ευρώπης». Μέχρι τότε, το σχήμα Μακρόν, Ντράγκι και κυβέρνηση «φανάρι» θα είναι ο καταλύτης των μεγάλων αποφάσεων στα ευρωπαϊκά όργανα.
Το αν θα αλλάξει κάτι στις ισορροπίες εντός της ΕΕ και κατ' επέκταση και στη θέση της στον κόσμο θα φανεί τόδσο από το πολιτικό στίγμα που θα θέλουν να αφήσουν τα παραπάνω πρόσωπα όσο και από τις ίδιες τις εξελίξεις.