Οι αρχές του Χονγκ Κονγκ διαβεβαιώνουν ότι η απόφαση του Πεκίνου για την επιβολή του νόμου για την εθνική ασφάλεια δεν θα επηρεάσει την δικαστική του ανεξαρτησία και ότι πρόθεση των κινεζικών αρχών είναι η αντιμετώπιση των έκνομων ενεργειών που υπονόμευσαν την εθνική ασφάλεια.
Την ίδια ώρα οι ακτιβιστές για τη δημοκρατία καλούν τον πληθυσμό να κατέβει στους δρόμους για να εκφράσει τον αποτροπιασμό του απέναντι στην επίθεση του Πεκίνου κατά του καθεστώτος αυτονομίας της πόλης που επέστρεψε στην κυριαρχία της Κίνας το 1997.
Η επικεφαλής της διοίκησης του Χονγκ Κονγκ Κάρι Λάμ ανακοίνωσε ότι είναι έτοιμη «να συνεργασθεί πλήρως» με το Πεκίνο για την εφαρμογή «μόλις αυτό γίνει δυνατόν» του νόμου περί εθνικής ασφαλείας.
Η πρόταση νόμου για την ασφάλεια, που αφορά «την εσχάτη προδοσία, την στάση, την αποσχιστική και την ανατρεπτική δράση» κατατέθηκε το πρωί της Παρασκευής κατά την έναρξη των εργασιών της Λαϊκής Εθνοσυνέλευσης της Κίνας, έπειτα από τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας ότι οι αντικαθεστωτικές ενέργειες στο Χονγκ Κονγκ δεν θα γίνουν ανεκτές έπειτα από τις τεράστιες καθημερινές διαδηλώσεις του περασμένου έτους για την δημοκρατία.
«Είναι το τέλος του Χονγκ Κονγκ, το τέλος της αρχής "μία χώρα, δύο συστήματα", μην γελιέστε», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο δημοκρατικός βουλευτής Ντένις Κουόκ.
Το Χονγκ Κονγκ επέστρεψε το 1997 στην κινεζική κυριαρχία βάσει συμφωνίας η οποία εγγυάται καθεστώς αυτονομίας στην πόλη για τα επόμενα 50 χρόνια και ατομικές ελευθερίες ανήκουστες στην Κίνα, κατ΄εφαρμογήν της αρχής «μία χώρα δύο συστήματα».
Για τον Τζόσουα Γουόνγκ, στέλεχος του κινήματος της Ομπρέλας του 2014, το μήνυμα που στέλνει το Πεκίνο στους δημοκρατικούς διαδηλωτές του Χονγκ Κονγκ δεν αφήνει περιθώριο αμφιβολίας. «Το Πεκίνο προσπαθεί να φιμώσει δια της ισχύος και του φόβου τις επικριτικές φωνές των πολιτών του Χονγκ Κονγκ» έγραψε στο Twitter.
Η είδηση κυκλοφόρησε αστραπιαία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που χρησιμοποιούνται από το δημοκρατικό κίνημα και ακολούθησαν οι προσκλήσεις προς τον πληθυσμό να κατέβει στους δρόμους.
Απέναντι σε μία επιλογή
Η ανακοίνωση του Πεκίνου θα αναζωπυρώσει την οργή στο Χονγκ Κονγκ έπειτα από μήνες ηρεμίας εξαιτίας των μέτρων για την αντιμετώπιση της επιδημίας του κορωνοϊού.
«Οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ πρέπει να κάνουν μία επιλογή που αφορά το μέλλον τους», ήταν το μήνυμα στην εφαρμογή Telegram που καλούσε τους πολίτες του Χονγκ Κονγκ να διαδηλώσουν την Κυριακή.
Τον περασμένο χρόνο, ένα γιγάντιο δημοκρατικό κίνημα που στράφηκε κατά της επιβολής του ελέγχου του Πεκίνου, συγκλόνισε την πρώην βρετανική αποικία
Η ψήφιση του νόμου που υποβλήθηκε στην Λαϊκή Εθνοσυνέλευση θα συνιστά την μεγαλύτερη επίθεση κατά των ελευθεριών στο Χονγκ Κονγκ από το 1997.
Μετά την ανακοίνωση της κατάθεσης του νομοσχεδίου χθες, οι μόνες πληροφορίες που κυκλοφόρησαν είναι ότι θα ενισχυθούν οι μηχανισμοί επιβολής ως προς την προστασία της εθνικής ασφάλειας.
Το άρθρο 23 του «Θεμελιώδους Νόμου», του Συντάγματος του ημιαυτόνομου εδάφους, προβλέπει ότι το Χονγκ Κονγκ εφαρμόζει έναν νόμο που απαγορεύει «την εσχάτη προδοσία, την στάση, την αποσχιστική και ανατρεπτική δράση».
Κίνδυνος αποσταθεροποίησης
Το άρθρο 23 δεν είχε ποτέ εφαρμοσθεί, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του Χονγκ Κονγκ θεωρεί ότι αποτελεί πλήγμα στις ατομικές ελευθερίες.
Η απόπειρα υιοθέτησης νόμου κατά της ανατρεπτικής δράσης σε τοπικό επίπεδο το 2003 είχε αποτύχει, έπειτα από τις τεράστιες διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν τότε στους δρόμους του Χονγκ Κονγκ.
Σύμφωνα με τον Τζόσουα Γουόνγκ και άλλα στελέχη του δημοκρατικού κινήματος, η απόφαση του Πεκίνου να θέσει προς έγκρισιν αυτό το νομοθετικό κείμενο αποτελεί τρόπο παράκαμψης του κοινοβουλίου του Χονγκ Κονγκ.
Εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο Μόργκαν Ορτακους, προειδοποίησε ότι η ενέργεια ενέχει κινδύνους αποσταθεροποίησης, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ απείλησε ότι θα αντιδράσει με «πολύ ισχυρό τρόπο».
Χθες, οι αμερικανοί γερουσιαστές παρουσίασαν νομοσχέδιο για την επιβολή κυρώσεων κατά οποιασδήποτε αρχής που θα περιορίσει την αυτονομία του Χονγκ Κονγκ.
Ο Κρις Πάτεν, ο τελευταίος βρετανός κυβερνήτης του Χονγκ Κονγκ, δήλωσε ότι το νομοσχέδιο αποτελεί «μεγάλη και εξαιρετικά επικίνδυνη προσβολή της αυτονομίας της πόλης».