Ο Χ.Χ. Χολμς -το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν Χέρμαν Γουέμπστερ Μάτζετ- θεωρείται ο πρώτος serial killer στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Αλλά είναι γνωστός και για το «κάστρο του τρόμου», ένα ξενοδοχείο που έχτισε στο Σικάγο, πραγματικό λαβύρινθο, απ’ όπου κανένα από τα θύματά του δεν μπορούσε να βγει ζωντανό κι όπου ο παρανοϊκός serial killer σκότωνε ανενόχλητος τους ενοίκους και εξαφάνιζε τις σορούς τους είτε διαλύοντάς τες σε οξύ, είτε διαμελίζοντάς τες και πουλώντας τες σε ιατρικές σχολές για το μάθημα της Ανατομίας. Συνολικά ο δρ Χολμς ομολόγησε 27 φόνους, αλλά του αποδίδονται γύρω στους 200 -πολλοί περισσότεροι από τους 93, που φέρεται να ομολόγησε ο χειρότερος κατά συρροή δολοφόνος στην ιστορία της χώρας, Σάμουελ Λιτλ.
Το παιδί που είχε εμμονή με τον θάνατο
Ο Χέρμαν Γουέμπστερ Μάτζετ γεννήθηκε το 1860 σ’ ένα μικρό χωριό του Νιου Χαμσάιρ, το Γκίλμαντον. Η οικογένειά του ζούσε μια σχετικά ήρεμη ζωή, ο πατέρας του – ένας εύπορος αγρότης – εργαζόταν και ως ταχυδρόμος, ενώ η μητέρα του φρόντιζε την ανατροφή του ίδιου και των τριών αδερφών του. Σύμφωνα μ’ ένα πρόσφατο προφίλ του πρώτου Αμερικανού serial killer, ο Χολμς είχε ομολογήσει ότι ο πατέρας του ήταν αλκοολικός κι η μητέρα του μια βαθιά θρησκευόμενη γυναίκα. Έτσι ο Χολμς έλαβε αυστηρή θρησκευτική εκπαίδευση. Μικρός ήταν ένα φοβισμένο παιδί, συχνός στόχος bullying από συνομηλίκους και μεγαλύτερούς του. Φοβόταν τον γιατρό της πόλης και δεν τολμούσε να περάσει μπροστά απ’ το γραφείο του. Αλλά μια μέρα τα άλλα παιδιά του έστησαν μια κακόγουστη φάρσα, που έμελλε να αποκαλύψει το αληθινό πρόσωπο του μικρού Χέρμαν.
Ήταν μόλις πέντε ετών όταν τα γειτονόπουλα τον κλείδωσαν στο γραφείο του γιατρού. Στην αρχή το μικρό παιδί χλώμιασε απ’ το φόβο του στη θέα ενός ανθρώπινου σκελετού, αλλά καθώς περνούσαν οι ώρες το θέαμα άρχισε να κεντρίζει τον ενδιαφέρον και τη φαντασία του, με τον Χέρμαν να γοητεύεται απ’ την «ομορφιά» του σκελετού και σύντομα να αποκτά εμμονή με την ιδέα του θανάτου. Αυτή η εμπειρία ήταν που σημάδεψε για πάντα τον μελλοντικό serial killer. Μεγαλώνοντας ο Χέρμαν άρχισε να φέρεται αλλόκοτα, διασκέδαζε να σκοτώνει ζώα – ένα «χόμπι» εκ διαμέτρου αντίθετο με την εικόνα του ευγενικού, έξυπνου και γοητευτικού εφήβου που έδινε στους άλλους. Σπούδασε φαρμακοποιός και πήρε το πτυχίο του.
Απατεώνας κατά συρροή
Όμως αυτό δεν του ήταν αρκετό για τα σχέδιά του κι έτσι πλαστογράφησε ένα πτυχίο της Ιατρικής κι άρχισε να στήνει ασφαλιστικές απάτες. Το 1886 δολοφόνησε τον καλύτερο φίλο και συνεργάτη του, τον οποίο έντυσε με δικά του ρούχα, τον μακιγιάρισε και τον παρουσίασε ως Χέρμαν Μάτζετ – θύμα ατυχήματος - για να εισπράξει το ποσό της ασφάλειας ζωής που είχε κάνει λίγο πριν τον σκοτώσει. Άλλαξε το όνομά του σε Χένρυ Χάουαρντ Χολμς, τσέπωσε τις 40.000 $ της ασφάλειας κι εξαφανίστηκε.
Αλλά ο δρ Χόλμς δεν σταμάτησε τις απατεωνιές και μάλιστα κατάφερε να προσληφθεί στο φαρμακείο κάποιου ονόματι Χόλτον, στο Σικάγο. Όταν ο τελευταίος έχασε τη μάχη με τον καρκίνο, ο Χολμς αγόρασε το φαρμακείο συμφωνώντας να πληρώνει το αντίτιμο σε μηνιαίες δόσεις στη χήρα Χόλτον. Όταν εξαφανίστηκε ξαφνικά η τελευταία, ο serial killer είπε σ’ όλους ότι η χήρα αποφάσισε να μετακομίσει μετά τον θάνατο του άνδρα της. Στην πραγματικότητα ο Χολμς είχε σταματήσει να πληρώνει τις δόσεις του και οι Αρχές υποψιάζονταν ότι ξεφορτώθηκε την κα Χόλτον.
Πολύγαμος και δολοφόνος
Άνθρωπος γοητευτικός, ικανότατος στη χειραγώγηση των άλλων, ο δρ Χολμς ήταν επίσης και πολύγαμος. Όταν έφθασε στο Σικάγο ήταν ήδη παντρεμένος με την Κλάρα Λόβερινγκ, που λόγω της βιαιότητας του χαρακτήρα του προτίμησε να μείνει πίσω στο Νιου Χάμσαϊρ αναλαμβάνοντας την ανατροφή του γιου τους. Αλλά το 1887 ο serial killer γνώρισε την Μύρτα Μπέλκναπ και την παντρεύτηκε. Απέκτησε μαζί της μια κόρη, την Λούσι. Λίγα χρόνια αργότερα θα συναντήσει την μετέπειτα ερωμένη του, Μίνι Ρ. Γουίλιαμς, την οποία θα δολοφονήσει χωρίς κανένα δισταγμό, όπως και την αδελφή της. Πραγματικός γυναικοκατακτητής πιάνει στα βρόχια του τη μία γυναίκα μετά την άλλη συνεχίζοντας το δολοφονικό του σερί. Το 1894 γνώρισε την Τζορτζιάνα Γιόουκ και την παντρεύτηκε, αλλά την ίδια χρονιά απέκτησε μια νέα ερωμένη, την Τζούλια Σμάιθ. Συνολικά φέρεται να σκότωσε έως και 200 άτομα, ενώ τα περισσότερα θύματά του - όπως και του χειρότερου δολοφόνου κατά συρροή της Ρωσίας, του Μιχαήλ Ποπκόφ ήταν γυναίκες, ερωμένες του, υπαλλήλοι και τουρίστες.
Το «κάστρο του τρόμου»
Έχοντας αγοράσει κι ένα οικόπεδο δίπλα στο φαρμακείο στο Σικάγο ο serial killer έχτισε ένα ξενοδοχείο τόσο αλλόκοτο, που οι γείτονες το αποκαλούσαν «κάστρο». Το εγκαινίασε στη διάρκεια μιας εμπορικής έκθεσης το 1893. Το ξενοδοχείο του τρόμου διέθετε δωμάτια με ηχομόνωση και λαβυρινθώδεις διαδρόμους, ορισμένοι εκ των οποίου δεν οδηγούσαν πουθενά. Πολλά απ’ τα δωμάτια διέθεταν κρυφές καταπακτές, που επέτρεπαν στο παρανοϊκό δολοφόνο να μεταφέρει χωρίς να τον παίρνουν χαμπάρι τα πτώματα των θυμάτων του στο υπόγειο, όπου υπήρχαν βαρέλια με οξύ, λάσπη κι ένα κρεματόρια για να τα ξεφορτώνεται.
Ο πρώτος όροφος ήταν η βιτρίνα, αλλά στο δεύτερο υπήρχαν θάλαμοι βασανιστηρίων με καταπακτή που οδηγούσε κατευθείαν στο υπόγειο, ενώ στον τρίτο υπήρχαν περισσότερα δωμάτια. Το 1894 αστυνομικοί ερεύνησαν το ξενοδοχείο, την ώρα που ο serial killer απουσίαζε, κι ανακάλυψαν δωμάτια με αρθρωτούς τοίχους και ψεύτικα χωρίσματα, αλλά που συνδέονταν με μυστικούς διαδρόμους, ακόμη και αεροστεγείς θαλάμους αερίων. Ο Χολμς διέλυε τα θύματά του σε οξύ στο υπόγειο, ή τα διαμέλιζε και πουλούσε τα όργανα και τα οστά τους στη μαύρη αγορά και σε ιατρικά ιδρύματα. Όπως αποδείχτηκε μετά τη σύλληψή του, υποχρέωνε τους υπαλλήλους του να κάνουν ασφάλειες ζωής, πριν τους σκοτώσει και εισπράξει τα ποσά. Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, ο δρ Χολμς δεν απολάμβανε σαδιστικά τους φόνους που διέπραττε, αλλά ο μόνος στόχος του ήταν να κερδίζει ολοένα και περισσότερα χρήματα.
Ο διαβόητος serial killer οδηγήθηκε στην αγχόνη το 1896, αφού προηγουμένως ομολόγησε μόνον 27 από τους περίπου 200 φόνους που του αποδίδονται. Την εποχή εκείνη ορισμένοι πίστευαν ότι το πτώμα που κατέληξε στο νεκροτομείο δεν ήταν του δρος Χολμς κι ότι είχε κάπως γλιτώσει τον θάνατο. «Γεννήθηκα με τον διάβολο μέσα μου. Δεν μπορώ να αρνηθώ ότι είμαι ένας δολοφόνος, όπως κι ένας ποιητής δεν μπορεί να αρνηθεί την έμπνευση που τον ωθεί να γράφει. Γεννήθηκα, με το κακό να στέκεται δίπλα στο κρεβάτι που ήρθα στον κόσμο και με συντροφεύει από τότε», είχε εξομολογηθεί ο ίδιος σε δημοσιογράφους της εποχής…