Αψηφώντας τους ρωσικούς πυραύλους και τις οβίδες, που εκτοξεύονται από την άλλη πλευρά, απεγνωσμένοι κάτοικοι της Χερσώνας καταφεύγουν στην άντληση νερού από τον ποταμό Δνείπερο για να επιζήσουν.
Με κατεστραμμένες από τις ρωσικές δυνάμεις κατά την αποχώρησή τους τις υποδομές, που επηρέασαν και την υδροδότηση, κάτοικοι κάθε ηλικίας της πόλης της νότιας Ουκρανίας αναγκάζονται να αντλούν νερό με κουβάδες, μπιτόνια κι όποια μέσα διαθέτουν από τον ποταμό που σηματοδοτεί τα όρια των ελεγχόμενων από τις δυνάμεις του Κιέβου εδαφών.
Όσοι κατοικούν σήμερα στη Χερσώνα ζουν χωρίς κεντρική θέρμανση ή ρεύμα μετά την καταστροφή των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ η υδροδότηση διεκόπη στις 9 Νοεμβρίου, όταν δέχθηκαν επιθέσεις οι σχετικές εγκαταστάσεις. Δύο μέρες αργότερα οι τελευταίοι Ρώσοι στρατιώτες είχαν εγκαταλείψει την πόλη, αφού προηγουμένως ανατίναξαν τον πύργο της τηλεόρασης της πόλης, και κατέστρεψαν τη στρατηγικής σημασίας γέφυρα Αντονόφσκι για να ανακόψουν την προέλαση των Ουκρανών.
Δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι στρατιώτες αποσύρθηκαν την περασμένη εβδομάδα στην ανατολική όχθη του Δνείπερου, μετά την ταπεινωτική υποχώρηση που διέταξε ο Ρώσος υπουργός Άμυνας, Σεργκέι Σοϊγκου, αλλά εξακολουθούν να βομβαρδίζουν τη Χερσώνα.
Το μαρτύριο των κατοίκων της Χερσώνας
«Το τίμημα που πληρώνουμε για την ελευθερία μας είναι μικρό», λέει η 59χρονη Λαρίσα, που πήγε με τον άνδρα της, Όλεγκ, στην όχθη του Δνείπερου για να πάρουν νερό με κουβάδες. «Το χειρότερο, όταν ήταν οι Ρώσοι εδώ, ήταν ότι δεν υπήρχε αίσθημα ελευθερίας. Μας ήταν δύσκολο να πιστέψουμε ότι στο σύγχρονο κόσμο μια χώρα μπορεί να κατακτήσει εδάφη άλλης», πρόσθεσε. «Ήμασταν αγχωμένοι διαρκώς. Οι [Ρώσοι] στρατιώτες έψαχναν συνέχεια, έλεγχαν, λεηλατούσαν».
Στο ποτάμι κατέβηκε και η νοσοκόμα Λένα, που όπως είπε στον απεσταλμένο της βρετανικής εφημερίδας The Sun, μαζεύει καθημερινά κάπου 70 λίτρα νερό για το προσωπικό στο σταθμό Πρώτων Βοηθειών, όπου εργάζεται και για να έχει να μαγειρέψει, να πλύνει ρούχα και να καθαρίσει τις τουαλέτες.
«Από τότε που έφυγαν [οι ρωσικές δυνάμεις] έχουμε μείνει χωρίς ρεύμα και νερό κι ερχόμαστε εδώ να πάρουμε», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Τατιάνα, που πήγε πεζή με την κόρη και το γιο της στο ποτάμι. Απ’ το καροτσάκι τους έβγαλαν αρκετά μεγάλα πλαστικά μπουκάλια για να τα γεμίσουν, αψηφώντας τους Ρώσους στρατιώτες στην αντίπερα όχθη. Έργο δύσκολο, ειδικά για τους ηλικιωμένους, καθώς η προβλήτα είναι ψηλή κι οι κάτοικοι της Χερσώνας αναγκάζονται να γονατίσουν για να γεμίσουν ακόμη και μπουκάλια από γάλα με το πολύτιμο νερό.
«Ο μεγαλύτερος φόβος μου», λέει ο 70χρονος συνταξιούχος Πιοτρ, «είναι μήπως γυρίσουν οι Ρώσοι και τότε θα γίνουν σκληρές μάχες.
Κλειστά τα περισσότερα καταστήματα στη Χερσώνα
Στο μεταξύ τα περισσότερα καταστήματα της Χερσώνας παραμένουν κλειστά και χιλιάδες κάτοικοί της περιμένουν στην ουρά για τη διανομή συσσιτίου στην κεντρική πλατεία της πόλης.
Ανάμεσά τους η 32χρονη Αναστάζια Ιβασένκο, η μάνα της Άννα και η δίχρονη κόρη της Κάτια. «Ουδέποτε δεχθήκαμε τρόφιμα από τους Ρώσους», λέει, επειδή οι δυνάμεις του Βλαντίμιρ Πούτιν βασάνιζαν κατοίκους. «Οδήγησαν τόσους ανθρώπους σε υπόγεια και τους έδειραν, αλλά εμείς ήμασταν τυχεροί. Δόξα τω Θεώ, ο άνδρας μου δεν τραυματίστηκε. Αρνήθηκε να δουλέψει για τους Ρώσους και δεν είχαμε χρήματα, αλλά μας βοήθησαν φίλοι να τα βγάλουμε πέρα».
Ουρές σχηματίστηκαν όμως και στο πρώτο ουκρανικό σούπερ μάρκετ, που άνοιξε το Σάββατο στη Χερσώνα με πολλούς κατοίκους να περιμένουν υπομονετικά επί δύο ώρες για να έρθει η σειρά τους να ψωνίσουν.
Στο μεταξύ επιστρέφουν δειλά- δειλά και οι μαθητές στα θρανία. Κάποιοι γονείς αποφάσισαν, όσο η Χερσώνα τελούσε υπό ρωσική κατοχή, να μη στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο, όπου υποχρεώνονταν να μάθουν το ρωσικό εθνικό ύμνο και την προπαγάνδα του Κρεμλίνου. «Ανησυχούσαμε ότι θα έρθουν να μας βρουν. Μόλις εισέβαλαν οι Ρώσοι, είπαμε στο σχολείο ότι θα φύγουμε, όμως η κόρη μου δεν σταμάτησε, έκανε διαδικτυακά μαθήματα», λέει ο Ιγκόρ. «Τώρα προσευχόμαστε να επιστρέψει η ειρήνη και να ζήσουμε φυσιολογικά».