Τέσσερις μέρες έχουν περάσει από την κατάδυση του μικρού υποβρυχίου Titan το πρωί της 18ης Ιουνίου στον βυθό του Ατλαντικού με προορισμό το ναυάγιο του Τιτανικού.
Με το οξυγόνο να εξαντλείται για τους πέντε επιβαίνοντες -καθώς επαρκεί μέχρι αύριο το μεσημέρι τοπική ώρα-, οι έρευνες για τον εντοπισμό του υποβρυχίου συνεχίζονται με πυρετώδεις ρυθμούς και το πρωί η ακτοφυλακή των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι εντόπισε «υποβρύχιους θορύβους», που θα μπορούσαν να είναι σημάδια ζωής.
Η επιχείρηση εντοπισμού του σκάφους της ιδιωτικής εταιρείας Ocean Gate Expeditions είναι, ωστόσο, ιδιαίτερα περίπλοκη, αφού το Titan έχει χαθεί σε μια «απομακρυσμένη περιοχή» του Βορείου Ατλαντικού, κάπου 700 χιλιόμετρα νότια του Σεν Τζον της Νέας Γης, που συνιστά «πρόκληση» για τις έρευνες, όπως δήλωσε ο Αμερικανός ναύαρχος της ακτοφυλακής Τζον Μόγκερ, επικεφαλής της έρευνας για το υποβρύχιο.
Ο ίδιος είπε στο CBS News ότι το καναδικό αεροσκάφος όντως ανίχνευσε θορύβους στη θάλασσα, που συνέλαβαν ηχητικές σημαδούρες, αλλά τόνισε ότι «δεν γνωρίζουμε την πηγή αυτού του ήχου». Πρόσθεσε, πάντως, πως η επιχείρηση έρευνας θα συνεχιστεί «όσο υπάρχουν πιθανότητες επιβίωσης».
Ωστόσο, το μεγάλο βάθος των 4.000 μ., όπου εικάζεται ότι βρίσκεται το υποβρύχιο, μειώνει δραστικά τις δυνατότητες διάσωσης, αφού, όπως εξηγεί ο έμπειρος δύτης Αλέξις Ρόζενφελντ, που μετέχει σε ωκεάνιες αποστολές, η πίεση στο σημείο του ναυαγίου του Τιτανικού φτάνει τα 380 bar., δηλαδή πάνω από 380 κιλά πίεσης ανά τετραγωνικό εκατοστό. «Φανταστείτε την πίεση που ασκείται στον Τιτάνα» λέει, σημειώνοντας ότι λιγότερα από 12 βαθυσκάφη στον πλανήτη μπορούν να φθάσουν σε τέτοια βάθη.
80% οι πιθανότητες το υποβρύχιο να βρίσκεται στον βυθό
Τρία είναι τα πιθανά σενάρια: είτε εξερράγη το υποβρύχιο, καθώς και το παραμικρό συμβάν σε τέτοια βάθη μπορεί να αποβεί μοιραίο, οπότε δεν υπάρχει πιθανότητα να επέζησαν οι πέντε επιβαίνοντες, είτε παγιδεύτηκε στα συντρίμμια του Τιτανικού.
Η τελευταία πιθανότητα είναι να έχει χάσει το υποβρύχιο την επαφή με το μητρικό πλοίο, που παρέμεινε στην επιφάνεια του ωκεανού προκειμένου να ενημερώνεται για τη θέση του. Ωστόσο, το τελευταίο αυτό σενάριο φαντάζει απίθανο στα μάτια των ειδικών, καθώς ένα υποβρύχιο διαθέτει πολλαπλά μέσα επικοινωνίας. Γι’ αυτό και πηγή του γαλλικού Πολεμικού Ναυτικού υπολογίζει, όπως αναφέρει η εφημερίδα Le Figaro, σε «λιγότερο από 1%» την πιθανότητα το υποβρύχιο να μην έχει φθάσει στον βυθό, και σε «80% να βρίσκεται στον βυθό και σε 20% στην επιφάνεια χωρίς δυνατότητα επαφής».
Σύμφωνα με τον Άλαστερ Γκρεγκ, καθηγητή Ναυτιλιακής Μηχανικής στο University College του Λονδίνου, στην περίπτωση που το υποβρύχιο βρίσκεται στον βυθό του ωκεανού και αδυνατεί να ανέλθει με ίδια μέσα στην επιφάνεια, «οι επιλογές είναι πολύ περιορισμένες. Πολύ λίγα σκάφη μπορούν να καταδυθούν τόσο βαθιά και σίγουρα όχι δύτες». Οι υποβρύχιες έρευνες με σόναρ είναι επίσης πολύ αβέβαιο να έχουν αποτελέσματα, αφού «για να λειτουργήσουν τα σόναρ, το σκάφος θα πρέπει είτε να συνεχίσει να κινείται, είτε να μην είναι κολλημένο στη λάσπη στον βυθό», εξηγεί αξιωματικός του γαλλικού ΠΝ.
Μολαταύτα, η ακτοφυλακή των ΗΠΑ είπε ότι συνεργάζεται με στρατιωτικούς και πολιτικούς εταίρους για ένα σχέδιο διάσωσης, εφόσον το υποβρύχιο βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια του ωκεανού, αλλά οι πιθανές επιλογές παρέμβασης είναι εξαιρετικά περιορισμένες.
Η πλέον αξιόπιστη επιλογή για τη διάσωση των πέντε τουριστών
Στην παρούσα φάση η πιο αξιόπιστη μέθοδος για τη διάσωση των πέντε επιβατών του Titan φαίνεται να είναι, στα μάτια των ειδικών, η επιστροφή του υποβρυχίου στην επιφάνεια. Η επιχείρηση προβλέπει την προσάρτηση μέσω ενός τηλεχειριζόμενου ρομπότ (ROV) σημαδούρων κατάδυσης στο σκάφος προκειμένου να ανέλθει στην επιφάνεια. Τα ρομποτικά αυτά σκάφη -όπως το Victor 6000 του γαλλικού ερευνητικού πλοίου Atalante, που αναμένεται να φθάσει απόψε στην περιοχή ερεύνης- μπορούν να φτάσουν σε πολύ μεγάλο βάθος. «Αλλά έχουμε πολύ λίγα βιομηχανικά μέσα ικανά να συμπιέσουν τον αέρα σε περιβάλλοντα όπου η πίεση ξεπερνά τα 400 bar, καθώς και να τα φέρουν και να τα χρησιμοποιήσουν στην περιοχή», εξηγεί ο μηχανικός του γαλλικού Πολεμικού Ναυτικού, κρίνοντας ως πολύ περίπλοκη κάθε επιχείρηση διάσωσης.
Υπάρχουν, βέβαια, και άλλες επιλογές, όπως εκείνη του αερισμού, η πρώτη που εφαρμόζεται σε υποβρύχιο που κινδυνεύει. Η τεχνική αυτή εφαρμόζεται από το 2010 με τη χρήση μιας ατμοσφαιρικής στολής κατάδυσης, της NewtSuit, η οποία λειτουργεί μέχρι τα 300 μέτρα βάθος προκειμένου να μεταφέρει καθαρό αέρα στο υποβρύχιο και να εκκενώσει τον μπαγιάτικο αέρα, εν αναμονή της διάσωσης, όπως εξηγεί ο Ρόζενφελντ.
Όμως, το πιο ολοκληρωμένο μέσο διάσωσης μέχρι σήμερα παραμένει το σύστημα NSRS, που αναπτύχθηκε από το ΝΑΤΟ μετά την καταστροφή του ρωσικού πυρηνοκίνητου υποβρυχίου «Κουρσκ» στις 12 Αυγούστου του 2000, όταν 118 ναυτικοί έχασαν τη ζωή τους σε βάθος 108 μέτρων στη Θάλασσα του Μπάρεντς.
Τρεις χώρες -Γαλλία, Νορβηγία και Βρετανία- συνεργάστηκαν για τη δημιουργία του Νατοϊκού Συστήματος Διάσωσης Υποβρυχίων. Μόνον που το NSRS αδυνατεί να φθάσει στο υποβρύχιο, εφόσον βρίσκεται στον βυθό, αφού μπορεί να λειτουργήσει μόνον μέχρι τα 610 μέτρα.
Η πιο δύσκολη επιχείρηση διάσωσης στην Ιστορία
«Λύσεις υπάρχουν, αλλά το ερώτημα είναι μάλλον ποια μέσα, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών, θα ήμασταν έτοιμοι να χρησιμοποιήσουμε για μια ομάδα τουριστών», σημειώνει ο Ρόζενφελντ. Το σύστημα NSRS, που εδρεύει στο Φάσλεϊν της Σκωτίας, είναι αερομεταφερόμενο, αλλά βαρύ και ογκώδες. Θεωρητικά, μπορεί να αναπτυχθεί οπουδήποτε στον κόσμο εντός τριών 24ώρων, εκτός από χώρους που καλύπτονται με πάγο. Μια τέτοια επιχείρηση διάσωσης θα ήταν, μακράν, η δυσκολότερη, αφού θα έπρεπε να γίνει στο μεγαλύτερο βάθος που επιχειρήθηκε ποτέ κάτι τέτοιο.
Το τελευταίο σχετικό ρεκόρ χρονολογείται από το 1973, όταν το καναδικό εμπορικό υποβρύχιο Pisces III παγιδεύτηκε στον βυθό της θάλασσας ανοικτά της Ιρλανδίας και ανασύρθηκε μετά από 76 ώρες. Αλλά το Pisces III είχε εγκλωβιστεί σε βάθος μόνον 480 μέτρων κι οι δύο επιβαίνοντες σε αυτό διασώθηκαν, ενώ τους απέμενε οξυγόνο για μόλις 12 λεπτά…
============================================================