Η κυβέρνηση της Γερμανίας θα επανεξετάσει την εισφορά φυσικού αερίου, καθώς οι ενεργειακές εταιρείες, που επιδιώκουν μερίδιο, έχουν ήδη κερδίσει δισεκατομμύρια ευρώ.
Ισχυρές πιέσεις δέχεται η γερμανική κυβέρνηση, σύμφωνα με τον Guardian, προκειμένου να αναθεωρήσει ριζικά ή και να καταργήσει μια αμφιλεγόμενη νέα εισφορά φυσικού αερίου στους ήδη πιεσμένους καταναλωτές, αφού προέκυψε ότι ορισμένες εταιρείες ενέργειας, που επιδιώκουν μερίδιο από την προσαύξηση, έχουν καταγράψει κέρδη δισεκατομμυρίων ευρώ.
Ο υπουργός Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, δήλωσε ότι αναγνωρίζει τις οργισμένες αντιδράσεις στην προσαύξηση και ότι θα επανεξετάσει επειγόντως το πακέτο βοήθειας, σε μια προσπάθεια να αποτρέψει τους εισαγωγείς φυσικού αερίου, που έχουν αποκομίσει κέρδη από τον πρόσφατο πληθωρισμό στην ενέργεια, να επωφεληθούν από αυτό.
Γερμανία: Ακόμα και κατάρρευση της κυβέρνησης μπορεί να προκαλέσουν οι αντιδράσεις για τη νέα εισφορά
Η συντηρητική αντιπολίτευση CDU/CSU δήλωσε την Παρασκευή ότι θα αγωνιστεί για την ανατροπή της εισφοράς. Καθώς η κριτική στον Χάμπεκ εντάθηκε από τους εταίρους του στον συνασπισμό, το φιλελεύθερο FDP και τους Σοσιαλδημοκράτες, υπήρξαν ακόμη και εικασίες ότι η διαμάχη γύρω από το σχέδιο θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατάρρευση της κυβέρνησης.
Ωστόσο, ο Χάμπεκ τόνισε ότι o φόρος, που θα εφαρμοστεί τον Οκτώβριο, είναι απαραίτητος για να διασφαλιστεί η ενεργειακή ασφάλεια της Γερμανίας και να αποτραπεί η κατάρρευση ορισμένων εταιρειών, οι οποίες αντιμετώπισαν υψηλότερο κόστος στην απόκτηση ενέργειας από άλλες πηγές, μετά τη μείωση των παραδόσεων φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Ο Χάμπεκ παραδέχτηκε ότι η στρατηγική του αποτελεί ένα «πολιτικό πρόβλημα», προσθέτοντας ότι «σίγουρα δεν είναι ηθικά σωστό οι εταιρείες που έχουν κερδίσει πολλά χρήματα να μπορούν να πουν πως "λόγω της σχετικής πτώσης του εισοδήματός μας, θα ζητήσουμε βοήθεια από τον κόσμο και περιμένουμε να μας δώσουν χρήματα"».
Σε επόμενη συνέντευξή του στην «Die Welt», ωστόσο, ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας δήλωσε ότι θα «εξετάσει πιο προσεκτικά» τη στρατηγική, καθώς ανησυχεί ότι μπορεί να μην υπάρχει νόμιμος τρόπος να παρακάμψει την εισφορά, εάν το ζήτημα είναι να εξασφαλιστεί η παροχή ενέργειας στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης τον κρίσιμο ερχόμενο χειμώνα.
Κέρδη δισεκατομμυρίων ευρώ από εταιρείες που... ζήτησαν οικονομική βοήθεια
Η αποκάλυψη ήταν ότι από τις 12 εταιρείες που είχαν αρχικά αιτηθεί για βοήθεια, ύψους περίπου 34 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τη ρυθμιστική αρχή της αγοράς φυσικού αερίου της Γερμανίας, Trading Hub Europe, μερικές είχαν κέρδη δισεκατομμυρίων ευρώ λόγω του ενεργειακού πληθωρισμού.
Σύμφωνα με τη νέα πολιτική, από την 1η Οκτωβρίου έως το τέλος Μαρτίου 2024 οι Γερμανοί καταναλωτές αναμένεται να πληρώσουν επιπλέον 2,4 σεντ για κάθε κιλοβατώρα αερίου που χρησιμοποιούν, πέρα από τις αυξήσεις των τιμών, με τους ειδικούς να λένε ότι οι λογαριασμοί ενέργειας θα μπορούσαν να αυξηθούν έως και επτά φορές τον ερχόμενο χειμώνα.
Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς είχε υποστηρίξει προηγουμένως ότι μια μείωση του ΦΠΑ στους λογαριασμούς ενέργειας από 19% σε 7% θα ελάφρυνε την επιβάρυνση των νοικοκυριών που προκαλείται από την άνοδο του ενεργειακού κόστους και θα αντιστάθμιζε περισσότερο το πρόσθετο κόστος που επιφέρει η εισφορά φυσικού αερίου.
«Το ζήτημα της δικαιοσύνης είναι κρίσιμο, εάν η χώρα θέλει να παραμείνει ενωμένη σε αυτήν την κρίση», είπε νωρίτερα αυτόν τον μήνα.
Ορισμένοι ειδικοί διαφωνούν με τον υπολογισμό του Σολτς και υποστηρίζουν ότι αυτή καθαυτή η εισφορά είναι το πιο καταδικαστικό χαρακτηριστικό: το γεγονός ότι ακόμη και οι προμηθευτές αερίου που δεν έχουν οικονομική ανάγκη μπορούν να υποβάλουν αίτηση για βοήθεια σε μια εποχή που πολλοί, απλοί Γερμανοί πολίτες, καθώς και επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν μια πολύ δύσκολη περίοδο, η οποία αναμένεται να επεκταθεί μέχρι την άνοιξη του 2023.
Η κυβέρνηση έχει ήδη εισαγάγει μια σειρά από μέτρα δισεκατομμυρίων ευρώ για να μετριάσει το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης και αναμένεται να ανακοινώσει ένα νέο πακέτο μέτρων τις επόμενες ημέρες, ενώ έχει δεχθεί δριμεία κριτική επειδή απέρριψε επανειλημμένα την ιδέα επιβολής πρόσθετου φόρου στις ενεργειακές εταιρείες, που έχουν δει τα κέρδη τους να εκτινάσσονται στα ύψη μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία