Οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης συνασπισμού της Γερμανίας συνεχίζονται πυρετωδώς στο Βερολίνο, αλλά χωρίς να έχει βγει λευκός καπνός προς το παρόν.
Μετά τη συμφωνία των Χριστιανοδημοκρατών του Φρίντριχ Μερτς με τους Σοσιαλδημοκράτες για τη δημιουργία ειδικού ταμείου, που θα επιτρέψει επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ στην άμυνα και τις υποδομές της Γερμανίας, πολλοί ανέμεναν ότι δεν θα υπήρχαν πολλά σημεία τριβής στις διαβουλεύσεις των δύο πλευρών ως προς τις δημόσιες δαπάνες.
Ωστόσο, το ειδικό ταμείο, που δημιουργείται μετά την ιστορική άρση του «φρένου χρέους» της Γερμανίας, αφορά μόνον επενδύσεις για την άμυνα, τις υποδομές και την προστασία του κλίματος. Τα κονδύλια αυτά θα μπορούν να διατεθούν επιπλέον του τακτικού προϋπολογισμού, στον οποίο, όμως, όπως σημειώνει η Deutsche Welle, υπάρχει μια τρύπα τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ για την επόμενη τετραετία, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών.
Σημεία τριβής στις διαβουλεύσεις για τη συγκρότηση της νέας γερμανικής κυβέρνησης
Οι Σοσιαλδημοκράτες και η Χριστιανική Ένωση διαφωνούν γύρω από τη φορολόγηση -γενικώς και ειδικώς- των πιο εύρωστων οικονομικών στρωμάτων. Όπως προέκυψε από τις δηλώσεις πολιτικών των τριών κομμάτων (CDU/CSU και SPD), που συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις, υπάρχουν ανοιχτά ερωτήματα σε σειρά θεμάτων όπως η μεταναστευτική πολιτική, το συνταξιοδοτικό και η ενεργειακή πολιτική. Σε αυτή τη συνθήκη έρχεται να προστεθεί το γεγονός ότι και οι τρεις παρατάξεις έδωσαν πολλές προεκλογικές υποσχέσεις.
Ο νικητής των εκλογών του Φεβρουαρίου, επικεφαλής των Χριστιανοδημοκρατών, Φρίντριχ Μερτς, επεσήμανε πως η ομάδα διαπραγμάτευσης επιδιώκει τώρα να βρει τη «χρυσή τομή» σε κάθε ζήτημα, προσθέτοντας πως «θα πρέπει γενικώς να κάνουμε οικονομία». Η συμπρόεδρος του SPD, Σάσκια Έσκεν, συμφώνησε πως «οι πόροι είναι περιορισμένοι» και ως εκ τούτου θα πρέπει να αποφασιστεί ποιες επιθυμίες των κομμάτων «θα μπορέσουν εν τέλει να υλοποιηθούν».
Ο έτερος πρόεδρος του SPD, Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, τόνισε ότι ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός της Γερμανίας δεν θα πρέπει να επαναλάβει το «λάθος» του προηγούμενου συμφωνώντας δηλαδή σε πολιτικές που «στο τέλος δεν θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν».
Στο επίκεντρο τα επιδόματα
Στο επίκεντρο των συζητήσεων βρίσκεται η δημοσιονομική διαχείριση ιδίως ως προς τα κονδύλια κοινωνικής και επιδοματικής πολιτικής. Ένα μεγάλο μέρος του κόστους της κοινωνικής πολιτικής, δεν μπορεί απλώς να διαγραφεί. Οι Χριστιανοδημοκράτες για παράδειγμα εστιάζουν στη μείωση των επιδομάτων που δίνονται στους ανέργους και τους μετανάστες και σε όσους έχουν λάβει άσυλο.
Όσον αφορά στο μεταναστευτικό, η Χριστιανική Ένωση τάσσεται υπέρ της μείωσης των παράνομων μεταναστευτικών ροών. Σε αυτό το πλαίσιο οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Χριστιανοκοινωνιστές θέλουν να συνάψουν συμφωνίες με γειτονικά κράτη για την προώθηση μεταναστών από τα σύνορα της Γερμανίας, ενώ θεωρούν ότι πρέπει να περιοριστούν τα επιδόματα και σε αιτούντες άσυλο.
Αλλά ούτε αυτό θα είναι αρκετό για να κλείσει η «τρύπα» στον προϋπολογισμό.
Περικοπές στην αναπτυξιακή βοήθεια της Γερμανίας σε τρίτες χώρες;
Oι συντηρητικοί του Μερτς επιδιώκουν επίσης τη χάραξη αυστηρότερης πολιτικής ως προς τις δαπάνες για την αναπτυξιακή βοήθεια προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, μεταξύ άλλων με την ενσωμάτωση του αρμόδιου υπουργείου για την Οικονομική Συνεργασία στο υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας. Στόχος είναι η άρρηκτη σύνδεση αναπτυξιακής βοήθειας και εξωτερικής πολιτικής, με απώτερο σκοπό τη βέλτιστη εκπροσώπηση των πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων της Γερμανίας και στις αναπτυσσόμενες χώρες όπου κατευθύνονται οι πόροι για την αναπτυξιακή βοήθεια.
Οι Σοσιαλδημοκράτες, ωστόσο, διαφωνούν. Και δεν είναι οι μόνοι: «Όποιος κάνει οικονομία στην αναπτυξιακή βοήθεια, δεν αποδυναμώνει μόνο τις διεθνείς συνεργασίες μας, αλλά και τις αξίες και τα συμφέροντα που εκπροσωπεί η Γερμανία», αναφέρεται σε δήλωση κορυφαίων προσωπικοτήτων της Εκκλησίας και της πολιτικής.
Η Κίρστεν Φερς, πρόεδρος του Συμβουλίου της Ευαγγελικής Εκκλησίας της Γερμανίας, τόνισε πως η αναπτυξιακή συνεργασία «δεν αποτελεί δευτερεύον ζήτημα, αλλά επένδυση στην ειρήνη, τη δικαιοσύνη και την οικοδόμηση ενός κοινού μέλλοντος». Η ύπαρξη αυτόνομου υπουργείου για την αναπτυξιακή βοήθεια δίνει στις πιο αδικημένες χώρες μία φωνή στη γερμανική πολιτική και είναι επιπλέον απαραίτητη για τη χάραξη μίας εξωτερικής πολιτικής στη βάση αξιών.