Σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση καταδικάστηκε ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας, Φρανσουά Φιγιόν, για τη γνωστή υπόθεση «PenelopeGate».
Ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας, επί προεδρίας Νικολά Σαρκοζί, καταδικάστηκε για την εικονική -κατά το δικαστήριο- πρόσληψη της συζύγου του στο βουλευτικό του γραφείο, επί σειρά ετών. Η σύζυγός του Πενελόπ καταδικάστηκε και αυτή σε φυλάκιση δυο ετών ενώ το δικαστήριο τους επέβαλε και χρηματική ποινή, ύψους 375.000 ευρώ στον καθένα.
Το ζεύγος Φιγιόν, που δεν έδωσε το «παρών» στη δίκη, επέμεινε -όπως και πρωτοδίκως- ότι η απασχόληση ήταν πραγματική και όχι εικονική, χωρίς όμως να πείσει το Εφετείο.
Αν το ζεύγος Φιγιόν δεν κάνει χρήση του δικαιώματος αναίρεσης της απόφασης, θα κληθεί ενώπιον δικαστή εκτέλεσης της ποινής, ο οποίος μπορεί να αποφασίσει, για παράδειγμα, αν θα φορέσουν ηλεκτρονικό βραχιόλι ή θα οδηγηθούν στις φυλακές.
Γαλλία: Το ζεύγος Φιγιόν είχε καταδικαστεί και τον Ιούνιο του 2020
O πρώην συντηρητικός πρωθυπουργός είχε καταδικαστεί και τον Ιούνιο του 2020 για το «Penelopegate» σε πέντε χρόνια κάθειρξη εκ των οποίων τα δύο φυλάκιση, για κατάχρηση δημοσίου χρήματος.
Η σύζυγός του είχε κριθεί επίσης ένοχη και καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση με αναστολή, για «υπεξαίρεση δημοσίων κεφαλαίων», «αποδοχή υπεξαιρεθέντων δημόσιων κεφαλαίων» και «κατάχρηση κοινωνικών αγαθών». Της είχε επιβληθεί επίσης πρόστιμο 375.000 ευρώ, ενώ δεν μπορούσε να εκλεγεί σε αιρετό αξίωμα για δύο χρόνια.
Συγκεκριμένα, ο Φρανσουά Φιγιόν είχε καταδικαστεί σε πέντε χρόνια κάθειρξη εκ των οποίων τα δύο φυλάκιση, 375.000 ευρώ πρόστιμο και αφαίρεση των πολιτικών του δικαιωμάτων για δέκα χρόνια.
Το ζεύγος Φιγιόν και ο συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού, Μαρκ Ζουλόντ, ο οποίος βαρύνονταν με την κατηγορία πως συστηματοποίησε την καταβολή τεράστιων χρηματικών ποσών προς την Πενελόπ για εικονική εργασία, από το 1998 ως το 2013, είχε καταδικαστεί επίσης να επιστρέψει το ποσό του 1.000.000 ευρώ στο Γαλλικό Κοινοβούλιο, απόφαση για την οποία θα ασκήσει έφεση.
Τι είναι το «Penelopegate»
Το σκάνδαλο Φρανσουά Φιγιόν ξέσπασε μόλις έξι εβδομάδες από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017, γκρεμίζοντας την προεκλογική του εκστρατεία από τα θεμέλια και αφήνοντας για πρώτη φορά υποψήφιο της γαλλικής Δεξιάς εκτός β’ γύρου στις προεδρικές εκλογές.
Οι κατηγορίες συνέτριψαν τα πολιτικά όνειρα του Φιγιόν και μια σταδιοδρομία 35 χρόνων στον δημόσιο βίο, αλλάζοντας τον ρου της γαλλικής πολιτικής. Στις αρχές του 2017 ο κεντροδεξιός πρώην πρωθυπουργός ήταν το φαβορί για τις προεδρικές εκλογές, όταν η εφημερίδα Le Canard Enchaîné αμφισβήτησε τη δουλειά της συζύγου του.
Όταν ο Φιγιόν επέμεινε ότι η γυναίκα του εργαζόταν ως βοηθός του, το Envoye Special έφερε στην επιφάνεια μια παλιά συνέντευξη της Πενελόπ, που είχε παραχωρήσει το 2007 στη βρετανική εφημερίδα Sunday Telegraph, όταν ερωτηθείσα αν εργάζεται για λογαριασμό του άνδρα της απάντησε: «Ουδέποτε υπήρξα βοηθός του, ή κάτι τέτοιο».
Το «Penelopegate», όπως ονομάστηκε το σκάνδαλο, κατέστρεψε τον Φιγιόν, που είχε κατεβεί στην προεκλογική καμπάνια ως αδιάφθορος, άσπιλος πολιτικός. Ο πρώην πρωθυπουργός αρνήθηκε να πετάξει λευκή πετσέτα για να χάσει στον α' γύρο των προεδρικών εκλογών και να αφήσει για πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία της Γαλλίας τη Δεξιά χωρίς υποψήφιο στον β' γύρο, που κέρδισε άνετα ο Εμανουέλ Μακρόν, ένας ελάχιστα γνωστός -μέχρι τότε- εκτός συνόρων πρώην υπουργός Οικονομικών και τραπεζίτης, έχοντας ως αντίπαλό του την Μαρίν Λεπέν -όπως έγινε και στις φετινές προεδρικές εκλογές της Γαλλίας.