Όταν ο Φράνσις Φουκουγιάμα έγραψε το «Τέλος της Ιστορίας και ο Τελευταίος Άνθρωπος», το 1992, αναρωτήθηκε αν η ανθρωπότητα είχε βρει επιτέλους κάποια τελική μορφή πολιτικής διακυβέρνησης, η οποία θα παρείχε με ασφάλεια ένα αξιοπρεπές επίπεδο ελευθερίας και οικονομικής ευημερίας σε κάθε άνθρωπο.
Σύμφωνα με τη ΜΚΟ «Freedom House», από το 1945, οι περισσότερες χώρες του κόσμου έχουν υιοθετήσει κάποια μορφή της φιλελεύθερης δημοκρατίας, παρά το ανησυχητικό γεγονός ότι αυτός ο αριθμός έχει επιβραδυνθεί την τελευταία δεκαετία.
Ο Φουκουγιάμα δεν είπε, βεβαίως, ότι η Ιστορία θα τελείωνε, αλλά πως ο αγώνας για ιδεολογική επικράτηση θα αποτελούσε κάποια στιγμή παρελθόν. Το τέλος της Ιστορίας δεν σήμαινε το τέλος της σύγκρουσης. Θα εξακολουθούσαν ακόμα να υπάρχουν αρκετά νέα για να γεμίσουν οι σελίδες του «Foreign Affairs».
Αυτό που ανησυχούσε περισσότερο τον Φουκουγιάμα ήταν η νοσταλγία για μια ιδεολογία για την οποία αξίζει οι άνθρωποι να δώσουν τη ζωή τους. Χωρίς αυτή, οι άνθρωποι αργά ή γρήγορα θα κουράζονταν από ένα πολιτικό σύστημα που εξαντλεί τον ενθουσιασμό και που έχει μετασχηματίσει την πραγματικότητα σε μία «διαρκή φροντίδα του μουσείου της ανθρώπινης Ιστορίας», και θα ξεκινούσαν να την αναζητούν εκ νέου.
Σε ανάλυσή του στην καναδέζικη διαδικτυακή πολιτική επιθεώρηση «The Hub», o Patrick Luciani μιλά για το ιδεώδες της φιλελεύθερης δημοκρατίας στη Δύση, όπως το αντιλήφθηκε ο Φράνσις Φουκουγιάμα, και πώς ο πόλεμος της Ουκρανίας επιβεβαίωσε την ιερότητά του.
Η νίκη επί του αυταρχισμού
Ο Φουκουγιάμα επιβεβαιώθηκε στην πρόβλεψη ότι η δυτική μορφή φιλελεύθερης δημοκρατίας -ένας συνδυασμός σεβασμού για το άτομο, κράτους δικαίου, ιδιωτικής ιδιοκτησίας, ελεύθερων αγορών και δημοκρατίας- θα νικούσε τελικά τον αυταρχισμό και τον κομμουνισμό. Κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πως ανελεύθερες οικονομίες σαν της Κίνας θα μπορούσαν να αναπτυχθούν τόσο πολύ.
Ως απειλές για τον σύγχρονο φιλελευθερισμό, ωστόσο, τα κυβερνητικά συστήματα της Ρωσίας και της Κίνας έχουν ελάχιστη απήχηση εκτός της Βόρειας Κορέας, της Βενεζουέλας, της Κούβας, της Συρίας και του Ιράν, και λίγα για να επιδείξουν για τον εαυτό τους στον υπόλοιπο κόσμο.
Ο φιλελευθερισμός απειλείται εκ των έσω
Στο νέο του βιβλίο «Ο Φιλελευθερισμός και οι δυσαρέσκειές του», ωστόσο, ο Φουκουγιάμα απομακρύνεται από τις εξωτερικές απειλές για τον κλασικό φιλελευθερισμό και υποστηρίζει ότι οι κίνδυνοι για τον φιλελευθερισμό βρίσκονται πλέον μέσα στις φιλελεύθερες δημοκρατικές χώρες.
Σύμφωνα με τις καθολικές αρχές του σεβασμού της αυτονομίας του ατόμου, η ισότητα, η ιερότητα της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και της ανταλλαγής, μαζί με νόμους που περιορίζουν τις εξουσίες του κράτους, είναι πλέον εκτεθειμένες στην κριτική της άκρας δεξιάς και αριστεράς.
Ο Φουκουγιάμα υποστηρίζει αρχικά ότι οι αντικρατιστές οικονομολόγοι υπέρ της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των Μίλτον Φρίντμαν, Γκάρι Μπέκερ, Τζορτζ Στίγκλερ και Φρίντριχ Χάγιεκ, όλοι νικητές του βραβείου Νόμπελ -γνωστοί ως Σχολή του Σικάγου-, είχαν προχωρήσει πολύ μακριά, ενθαρρύνοντας την παγκοσμιοποίηση, με συνέπεια την καταστροφή θέσεων εργασίας.
Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές έκαναν τους επιχειρηματικούς κύκλους πιο ασταθείς και αποδυνάμωσαν τα κοινωνικά προγράμματα.
Ο Φουκουγιάμα παραδέχεται ότι η απορρύθμιση πήγε πολύ μακριά υπό τις κυβερνήσεις της Μάργκαρετ Θάτσερ και του Ρόναλντ Ρίγκαν.
Η Σχολή του Σικάγου τόνισε υπερβολικά τον ρόλο του «ζώου που καταναλώνει» και ξέχασε ότι η ευτυχία μας υπερβαίνει την ικανότητά μας να αγοράζουμε και να πουλάμε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι να αντιληφθούν τη φιλελεύθερη δημοκρατία ως μία απειλητική για την ευημερία τους πολιτική τάξη. Μπορεί κανείς σχεδόν να χαράξει μια ευθεία γραμμή από την οικονομική κρίση του 2008 έως την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ το 2016, που τελειώνει με την επίθεσή του εναντίον των αμερικανικών δικαστικών και εκλογικών θεσμών.
Δεξιά και αριστερά εναντίον του φιλελευθερισμού
Ενώ η Δεξιά επέκρινε πολύ σκληρά τον φιλελευθερισμό για τις ελεύθερες αγορές και τη δυσκολία του ατόμου να προσαρμοστεί σε μια μεταβαλλόμενη οικονομία, η Αριστερά χτύπησε την καρδιά του φιλελευθερισμού, απορρίπτοντας την αρχή του σεβασμού για το άτομο και αντικαθιστώντας την με το αίτημα για τη μέριμνα και τα δικαιώματα της ομάδας. Η πολιτική της ταυτότητα μετακινήθηκε από τα ατομικά δικαιώματα προς τη φυλή, την εθνικότητα και το φύλο.
Σύμφωνα με την Αριστερά, ο φιλελευθερισμός είναι πλέον μια απάτη που δεν προστατεύει την ισότητα ή την αυτονομία, αλλά αποτελεί απλώς έναν τρόπο κυριαρχίας μέσω του καπιταλισμού. Ακόμη και η ελευθερία του λόγου δεν είναι ιερή, καθώς το λάθος είδος λόγου πρέπει να κατασταλεί, οδηγώντας στην τρέλα του «cancel culture».
Πλέον, ζούμε σε έναν μεταμοντέρνο κόσμο, όπου όλες οι πεποιθήσεις και οι παρατηρήσεις μας, συμπεριλαμβανομένων των επιστημών, είναι κοινωνικά κατασκευασμένες από δυνάμεις που δεν ελέγχουμε. Πιστεύουμε ότι η επιστήμη βασίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία και πραγματικότητες, αλλά είναι απλώς ένας τρόπος για να δούμε τον κόσμο.
Αυτό που ξεκίνησε ως κυρίαρχη φιλοσοφία της Αριστεράς έχει πλέον μετακινηθεί προς τα Δεξιά. Ο Φουκουγιάμα μας υπενθυμίζει ότι έχουμε επιστρέψει στον γερμανικό ρομαντισμό, επιμένοντας ότι η αλήθεια πρέπει να υποκύψει στα συναισθήματα και τη διαίσθηση. Η Δεξιά και η Αριστερά έχουν εγκαταλείψει τη φιλελεύθερη ιδιότητα της ανοχής και του σεβασμού και απορρίπτουν τις κυβερνήσεις ως διεφθαρμένες και παράνομες.
Έκκληση να αποδεχθούμε την «πραγματική πραγματικότητα»
Ο Φουκουγιάμα τελειώνει με μια έκκληση ότι οι προοδευτικοί πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι οι μισές ΗΠΑ δεν συμφωνούν με τις μεθόδους ή τους στόχους τους, ενώ οι συντηρητικοί πρέπει να αποδεχθούν έναν μεταβαλλόμενο πολιτιστικό και φυλετικό κόσμο.
Μπορεί να γράφει μια συνοπτική ανάλυση των εχθρών του φιλελευθερισμού και δίνει μια δίκαιη ακρόαση στους αντιπάλους του, αλλά η μάχη για τον φιλελευθερισμό δεν θα κερδηθεί ή δεν θα χαθεί σε ακαδημαϊκά περιοδικά και σε άρθρα στα μέσα ενημέρωσης. Το αν ο φιλελευθερισμός θα κερδίσει ή θα χάσει θα καθοριστεί στον πραγματικό κόσμο.
Αυτός ο αγώνας ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 2022, όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και ο ελεύθερος κόσμος συνειδητοποίησε ότι οι αξίες τού φιλελευθερισμού κινδύνευαν. Τότε ήταν που τέθηκε με όρους ιστορικής αναγκαιότητας το ερώτημα σχετικά με το αν η Δύση θα πολεμήσει για τη φιλελεύθερη δημοκρατία ή θα την εγκαταλείψει, κουρασμένη πλέον από αυτή, στη μοίρα της. Τη στιγμή που ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι είπε ότι θα πολεμούσε και θα πέθαινε για την Ουκρανία -στάση που ο Πούτιν αποκαλούσε «παρωχημένη»-, η φιλελεύθερη δημοκρατία είχε ήδη κερδίσει τον ιδεολογικό πόλεμο.