Το Φιδονήσι πρωταγωνιστεί τις τελευταίες ώρες στα μέσα ενημέρωσης, μετά το περιστατικό με τους 13 Ουκρανούς στρατιώτες που του φυλούσαν.
Το Φιδονήσι, γνωστό και ως Λευκή, είναι νησί του Εύξεινου πόντου που ανήκει στην Ουκρανία στα σύνορα της χώρας με την Ρουμανία κοντά στο Δέλτα του Δούναβη.
Το νησί ήταν επίκεντρο συνοριακής διαφοράς μεταξύ Ρουμανίας και Ουκρανίας, τα εδαφικά όρια της υφαλοκρηπίδας γύρω από το Φιδονήσι οριοθετήθηκαν από το Διεθνές Δικαστήριο το 2009.
Στις 24 Φεβρουαρίου 2022, την πρώτη ημέρα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, δύο ρωσικά πολεμικά πλοία, το Vasily Bykov και το Moskva, βομβάρδισαν το Φιδονήσι. Αργότερα την ίδια μέρα, μετά από δεύτερη επίθεση, στο νησί έγινε εισβολή και κατελήφθη από τις ρωσικές δυνάμεις.Δεκατρείς Ουκρανοί συνοριοφύλακες, που αντιπροσωπεύουν το σύνολο της ουκρανικής στρατιωτικής παρουσίας στο νησί, σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της μάχης αφού αρνήθηκαν να παραδοθούν.
Η επίθεση των Ουκρανών στο Φιδονήσι
Την Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου, ένα ρωσικό πολεμικό πλοίο πλησίασε το στρατηγικής σημασίας νησί. Σύμφωνα με το ηχητικό απόσπασμα, ακούγεται Ρώσος αξιωματικός να λέει: «Αυτό είναι πολεμικό σκάφος. Είναι ένα ρωσικό πολεμικό πλοίο. Σας προτείνω να καταθέσετε τα όπλα και να παραδοθείτε, για να αποφευχθεί η αιματοχυσία και άσκοπες απώλειες. Ειδάλλως θα βομβαρδιστείτε».
Και η απάντηση που φέρεται να έδωσε Ουκρανός στρατιώτης: «Ρωσικό πολεμικό πλοίοι, άντε γ@μ…».
Αρχικά ανακοινώθηκε ότι όλοι οι Ουκρανοί στρατιώτες που υπερασπίζονταν το ακατοίκητο «Φιδονήσι», απέναντι από τη Μολδαβία και κοντά στα σύνορα της Ουκρανίας με τη Ρουμανία, «έπεσαν ηρωικώς μαχόμενοι»,. Ωστόσο, μέρες μετά αποκαλύφθηκε ότι κρατήθηκαν αιχμάλωτοι στη Ρωσία και εν συνεχεία αφέθηκαν ελεύθεροι.
Την απελευθέρωση της ομάδας των Ουκρανών στρατιωτών από το Φιδονήσι, που αρχικά θεωρήθηκε ότι σκοτώθηκαν αφού αψήφισαν τις εντολές από ένα ρωσικό πολεμικό πλοίο, γνωστοποίησε η αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Ουκρανίας, Ιρίνα Βέρεστσουκ, σε ανάρτησή της στο Telegram ημέρες μετά το περιστατικό.
Το «Νησί του Αχιλλέα»
Το νησί πήρε το όνομά του από τους αρχαίους Έλληνες που το ονόμαζαν «Λευκή», παρομοίως αργότερα ονομάστηκε, από τους Ρωμαίους, «Άλμπα», πιθανώς λόγω των σχηματισμών λευκού μαρμάρου που υπάρχουν στο νησί, σύμφωνα με πληροφορίες του wikipedia. Αργότερα ονομάστηκε «Νησί του Αχιλλέα» και κτίστηκε ιερό του ήρωα. Στο νησί βρέθηκαν ερείπια ναού του θεού Απόλλωνα ενώ υπάρχουν και βυθισμένα ερείπια κτιρίων.
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία τα σώματα του Αχιλλέα και του Πάτροκλου έφερε στο νησί η Θέτιδα μετά τον θάνατο τους στον Τρωικό πόλεμο. Το νησί αναφέρεται από πολλούς αρχαίους συγγραφείς όπως ο Οβίδιος, ο Πτολεμαίος και ο Στράβων. Το νησί περιγράφεται και από τον Πλίνιο στην φυσική ιστορία του , IV.27.1. Στο Φιδονήσι έχουν βρεθεί πολλές αρχαίες επιγραφές.
Τα μεταγενέστερα χρόνια
Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποκαλούνταν από τους Έλληνες Φιδονήσι όπου επικράτησε έως σήμερα.
Σύμφωνα με τη wikipedia, το 1829, μετά το Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828-1829, το νησί έγινε μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας μέχρι το 1856. Το 1877, μετά το Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-1878, η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέλαβε το νησί και το έδωσε μαζί με τη Βόρεια Δοβρουτσά στη Ρουμανία, ως αποζημίωση για τη ρωσική προσάρτηση της νότιας Βεσσαραβίας.
Μέχρι το 1948 το φιδονήσι θεωρούνταν μέρος της ρουμανικής παράκτιας πόλης Σουλιμά. Το 1948 οι Σοβιετικοί ανάγκασαν την ρουμανική πλευρά (κατεχόμενη από τα σοβιετικά στρατεύματα) να αποδεχθεί τη «μεταφορά» του φιδονησίου στη Σοβιετική Ένωση, καθώς και να δεχθεί να μετακινήσει τα ρουμανικά σύνορα στο Δέλτα του Δούναβη προς τα δυτικά, προς όφελος της ΕΣΣΔ. Η Ρουμανία αμφισβήτησε έντονα την εγκυρότητα αυτής της «συνθήκης», δεδομένου ότι δεν επικυρώθηκε ποτέ από καμία από τις δύο χώρες και θεωρεί το φιδονήσι ρουμανικό έδαφος.
Την ίδια χρονιά, το 1948, κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, η Σοβιετική ένωση έχτισε στο νησί ραντάρ. Σε συνθήκη μεταξύ Ρουμανίας και ΕΣΣΔ που υπογράφηκε στο Βουκουρέστι στις 27 Φεβρουαρίου 1961 αναγνωρίστηκε η κατοχή του Φιδονησίου από την ΕΣΣΔ.
Μεταξύ 1967 και 1987, η ΕΣΣΔ και η ρουμανική πλευρά ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Η ρουμανική πλευρά αρνήθηκε να δεχθεί την Σοβιετική προσφορά για ορισμό υφαλοκρηπίδας από 4000 έως 6000 τετραγωνικά χιλιόμετρα γύρω από το νησί. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 το φιδονήσι πέρασε στην επικράτεια της Ουκρανίας. Η Ρουμανική πλευρά διεκδίκησε εκ νέου το νησί. Σύμφωνα με τη ρουμανική πλευρά, στις συνθήκες ειρήνης του 1918 και 1920 (μετά τον Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο), το νησί θεωρήθηκε μέρος της Ρουμανίας, και δεν αναφέρθηκε στην συνθήκη του 1947 που ανακαθόρισε τα σύνορα μεταξύ της Ρουμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης .
Το 1997, η Ρουμανία και η Ουκρανία υπέγραψαν μια συνθήκη με την οποία και τα δύο κράτη επιβεβαιώνουν ότι τα υφιστάμενα μεταξύ τους σύνορα είναι απαραβίαστα και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να απέχουν, τώρα και στο μέλλον, από οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια κατά των συνόρων, καθώς και από οποιαδήποτε άλλη απαίτηση, ή πράξη, την κατάσχεση και σφετερισμό μέρους ή του συνόλου του εδάφους του συμβαλλόμενου μέρους. Ωστόσο, οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι η κάθε πλευρά μπορεί να πάει στο Διεθνές Δικαστήριο για να διεκδικήσει οριστική απόφαση.
Στις 16 Σεπτεμβρίου 2004, η ρουμανική πλευρά έφερε την υπόθεση κατά της Ουκρανίας στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης (ICJ), η υπόθεση αφορούσε τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των δύο κρατών στη Μαύρη Θάλασσα. Στις 3 Φεβρουαρίου 2009, το Διεθνές Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του (Θαλάσσια Οριοθέτηση στην περίπτωση της Μαύρης Θάλασσας) και οριοθέτησε οριστικά τα θαλάσσια σύνορα των δύο χωρών.