Σκληρή γλώσσα κατά του ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος έφυγε από τη ζωή χθες, Δευτέρα 21 Οκτωβρίου, χρησιμοποίησε ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Επίσης, υποσχέθηκε να καταδιώξει τους υποστηρικτές του παγκοσμίως.
«Αυτοί οι προδότες κατάφεραν να ξεφύγουν από την τουρκική Δικαιοσύνη χάρη σε αυτούς που τους προστατεύουν. Έφυγαν χωρίς να λογοδοτήσουν για το αίμα των μαρτύρων που έχυσαν. Αλλά δεν θα μπορέσουν να ξεφύγουν από τη θεία Δικαιοσύνη», δήλωσε ο Ερντογάν μιλώντας στην 'Αγκυρα στους επικεφαλής των τοπικών οργανώσεων του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). «Ως κράτος, θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας μέχρι την πλήρη εξάλειψη της FETΟ. Όπου κι αν βρίσκονται, εμείς θα καταδιώκουμε την αγέλη των υαινών της FETΟ» τόνισε ο Τούρκος πρόεδρος αναφερόμενος στην οργάνωση του Φετουλάχ Γκιουλέν.
Η Τουρκία ζητούσε την έκδοση του Γκιουλέν, αλλά οι ΗΠΑ δεν ικανοποίησαν ποτέ το αίτημά της αυτό
Η 'Αγκυρα κατηγορεί τον Γκιουλέν, που πέθανε εξόριστος στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ, ως εμπνευστή της αποτυχημένης απόπειρας στρατιωτικού πραξικοπήματος του 2016. Κατηγορήθηκε από μεγάλη μερίδα του τουρκικού πολιτικού συστήματος ότι ήταν το «μακρύ χέρι» της Ουάσινγκτον, συμμετέχοντας σε πρωτοβουλίες που αποσκοπούσαν στον επαναπροσδιορισμό του τουρκικού πολιτικού συστήματος. Ζούσε από το 1999 στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου κατέφυγε εξόριστος. Η 'Αγκυρα ζητούσε την έκδοσή του, ωστόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ικανοποίησαν ποτέ το αίτημά της αυτό.
Μέσα από τη θρησκευτική αδελφότητα της οποίας ηγείτο, ο Γκιουλέν δημιούργησε ένα ισλαμιστικό κίνημα με δική του ταυτότητα και ένα μεγάλο δίκτυο υποστηρικτών και οργανώσεων που δραστηριοποιήθηκαν κυρίως στην εκπαίδευση, τα μέσα ενημέρωσης και στην προσφορά κοινωνικού έργου. Αρχικά στήριξε την κυβέρνηση Ερντογάν, που ήλθε στην εξουσία το 2002, ωστόσο από το 2013 και μετά οι δρόμοι τους χωρίστηκαν. Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016, χιλιάδες υποστηρικτές του, άτομα κυρίως που κατείχαν θέσεις στη Δημόσια Διοίκηση, είτε οδηγήθηκαν στη φυλακή είτε εγκατέλειψαν τη χώρα.
ΑΠΕ-ΜΠΕ