Αποφασισμένος να διακόψει κάθε επαφή με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, δήλωσε ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν λόγω των βομβαρδισμών και των επιχειρήσεων του Ισραήλινού στρατού στη Λωρίδα της Γάζας.
«Ο Νετανιάχου δεν είναι πλέον κάποιος με τον οποίο μπορούμε να μιλήσουμε. Τον ξεγράψαμε», ανέφερε ο Ερντογάν, σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ, κατά τη επιστροφή του από το Καζαστάν, όπου είχε μεταβεί για τη 10η Σύνοδο Κορυφής του Οργανισμού Τουρκικών Κρατών.
Τόνισε, ωστόσο, ότι στη διεθνή διπλωματία δεν είναι δυνατή η πλήρης διακοπή των δεσμών και ότι θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί όλα τα διπλωματικά μέσα με τον υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν και τον επικεφαλής της ΜΙΤ, Ιμπραήμ Καλίν για την επίτευξη οριστικής ειρήνης και διευθέτησης του Παλαιστινιακού.
Ερωτηθείς αν θα συνομιλούσε με το Ισράηλ, όπως συνομιλεί και με τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές του πολέμου Ρωσίας - Ουκρανίας, ο Ερτογάν απάντησε: «Δεν έχω καμία επαφή αυτή τη στιγμή. Ο επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, ο Ιμπραχίμ Καλίν, βρίσκεται σε επαφή με την ισραηλινή πλευρά. Φυσικά, συνομιλεί επίσης με την Παλαιστίνη και τη Χαμάς».
«Είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε ό,τι χρειαστεί για να σταματήσει η αιματοχυσία και να εδραιωθεί η ειρήνη. Στόχος μας είναι η επίτευξη μιας διαρκούς και βιώσιμης ειρήνης που θα ανακουφίσει τόσο την περιοχή μας όσο και τη χώρα μας. Κάνουμε εκκλήσεις για να το διασφαλίσουμε αυτό, για παράδειγμα, θέλουμε να φέρουμε όλα τα σχετικά μέρη σε μια διάσκεψη», σημείωσε ο Ερντογάν.
Και συμπλήρωσε ότι ο Οργανισμός Ισλαμικής Συνεργασίας (OIC) θα πιέσει για εκεχειρία και θα συζητήσει τις παραμέτρους μιας τέτοιας κίνησης στη σύνοδο κορυφής του εντός του μήνα στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, όπου θα παραστεί κι ο ίδιος, ενώ όπως είπε, θα υποδεχθεί τον Ιρανό ομόλογό του, Εμπραχίμ Ραϊσί στα τέλη Νοεμβρίου στην Τουρκία για να συζητήσουν για τη Λωρίδα της Γάζας.
Πυρά Ερντογάν κατά ΕΕ
Ο Ερντογάν είπε ότι δεν μπορεί να υπάρχει πλέον καμία εμπιστοσύνη στο διεθνές σύστημα αν δεν σταματήσει το Ισραήλ και κληθεί να λογοδοτήσει για τα «εγκλήματα πολέμου και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», όπως είπε σύμφωνα με το τουρκικό δίκτυο Haberturk.
Ενώ δεν παρέλειψε να καταφερθεί κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημειώνοντας ότι έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη της Άγκυρας σε αυτή. «Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει παίξει έναν πολύ περίεργο και ασυνεπή ρόλο αυτή την περίοδο. Ούτε πρόβαλε, ούτε μπόρεσε να προτείνει μια δίκαιη προσέγγιση», σημείωσε ο Ερντογάν. «Τι να περιμένει κανείς από έναν τέτοιο οργανισμό που εδώ και πάνω από 50 χρόνια κρατά την Τουρκία να περιμένει στην πόρτα;», πρόσθεσε.
Αναφερόμενος επίσης στην ΕΕ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, επανέλαβε τη θέση που διατύπωσε και τις προηγούμενες ημέρες ότι «όλοι τους χρωστούν στο Ισραήλ. Αλλά η Τουρκία δεν έχει κανένα χρέος προς το Ισραήλ». Συμπλήρωσε ότι «τώρα η Γερμανία δεν μπορεί να πληρώσει το χρέος. Είναι πολύ σαφές, το ίδιο και οι υπόλοιποι».
Ο Ερντογάν διεκδικεί για την Τουρκία ρόλο εγγυήτριας χώρας για τη Λωρίδα της Γάζας
Ο Τούρκος πρόεδρος απαντώντας σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων, ανέφερε ότι ο κόσμος αναρωτιέται τι θα συμβεί στη Γάζα μετά το τέλος της σύρραξης με το Ισραήλ, προσθέτοντας ότι η Άγκυρα είναι πρόθυμη να αναλάβει ρόλο εγγυήτριας δύναμης, όπως και στην Κύπρο.
«Στην Κύπρο, η Ελλάδα μπορεί να είναι εγγυήτρια χώρα, το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να είναι εγγυήτρια χώρα, όπως είναι και η Τουρκία εγγυήτρια χώρα, γιατί να μην υπάρξει παρόμοια δομή και στη Γάζα;» δήλωσε, μεταξύ άλλων.
Ο Τούρκος πρόεδρος επανέλαβε την πρόθεσή του να εργαστεί για την καταδίκη του Ισραήλ για εγκλήματα πολέμου, υπενθυμίζοντας τη σχετική δήλωσή του στο πρόσφατο συλλαλητήριο υπέρ των Παλαιστινίων που διοργάνωσε στην Κωνσταντινούπολη το κόμμα του.
«Δήλωσα ότι θα υποστηρίξουμε πρωτοβουλίες για την παραπομπή των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των εγκλημάτων πολέμου από το Ισραήλ στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Οι αρμόδιες αρχές μας, ιδίως το υπουργείο Εξωτερικών, θα προχωρήσουν στις διαδικασίες» ανέφερε, τονίζοντας πως «θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να επιβάλουμε το Διεθνές Δίκαιο και να τιμωρήσουμε τα εγκλήματα πολέμου».