Η επικεφαλής επιστήμονας των κλινικών δοκιμών του κινεζικού εμβολίου Sinovac στην Ινδονησία πέθανε και ο θάνατός της φέρεται να οφείλεται στον κορωνοϊό, σύμφωνα με ινδονησιακά μέσα ενημέρωσης.
Ο θάνατος της Νοβίλια Στζαφρί Μπαχτιάρ έρχεται καθώς οι αριθμοί των νέων θανάτων εξαιτίας του κορωνοϊού φτάνουν σε επίπεδα-ρεκόρ στην Ινδονησία, μία από τις χώρες όπου το εμβόλιο Sinovac χορηγείται ευρέως.
Η ειδησεογραφική υπηρεσία Kumparan ανέφερε ότι η Νοβίλια πέθανε από κορωνοϊό. Το μέσο ενημέρωσης Sindonews, επικαλούμενο έναν αξιωματούχο της κρατικής φαρμακευτικής εταιρείας BioFarma, μετέδωσε ότι η επιστήμονας θάφτηκε σύμφωνα με τα πρωτόκολλα Covid-19.
Ο υπουργός δεν αναφέρει την αιτία θανάτου
Ο υπουργός Κρατικών Επιχειρήσεων Έρικ Θοχίρ σε ανάρτησή του στο Instagram θρήνησε για το «πελώριο κενό» που αφήνει η Νονίλια στη BioFarma, η οποία παρασκευάζει το εμβόλιο. Δεν ανέφερε την αιτία θανάτου της.
«Ήταν επικεφαλής επιστήμονας και επικεφαλής δεκάδων κλινικών δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν από τη BioFarma, συμπεριλαμβανομένων των κλινικών δοκιμών του εμβολίου κατά της Covid-19 σε συνεργασία με τη Sinovac», είπε.
«Αυτό έχει παραχθεί και χορηγηθεί σε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους στην Ινδονησία, στο πλαίσιο της προσπάθειάς μας να απαλλαγούμε από την πανδημία Covid-19».
Η BioFarma δεν απάντησε αμέσως σε αίτημα για σχόλιο σχετικά με τον θάνατο της Νοβίλια, η οποία ήταν λίγο πάνω από 50 ετών.
Μολύνσεις και θάνατοι υγειονομικών που έχουν εμβολιαστεί
Οι μολύνσεις και οι θάνατοι υγειονομικών στην Ινδονησία που έχουν λάβει το εμβόλιο Sinovac έχουν προσθέσει ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητά του στην πρόληψη νοσηλείας και θανάτου.
Σύμφωνα με την ανεξάρτητη ομάδα δεδομένων Lapor COVID-19, 131 υγειονομικοί, εμβολιασμένοι ως επί το πλείστον με το εμβόλιο Sinovac, έχουν πεθάνει από τον Ιούνιο, συμπεριλαμβανομένων 50 τον Ιούλιο.
Η Ινδονησία ανέφερε σήμερα ότι κατέγραψε για πρώτη φορά περισσότερους από 1.000 ημερήσιους θανάτους εξαιτίας της Covid-19 μέσα σε ένα 24ωρο και επιβεβαίωσε 34.379 μολύνσεις. Το τελευταίο κύμα λοιμώξεων τροφοδοτείται από την παραλλαγή Δέλτα, που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ινδία.