Για ακόμη μία φορά ο Έλον Μασκ «τρέλανε» το Twitter με μια αινιγματική ανάρτησή του στα ελληνικά.
Ένας από τους πλουσιότερους επιχειρηματίες στον κόσμο, που συχνά «προκαλεί», είτε θετικά είτε αρνητικά, με τις αναρτήσεις του στη δημοφιλή πλατφόρμα, αυτή τη φορά «χτύπησε» με μια λιτή και αινιγματική ανάρτηση.
Ο Μασκ έγραψε απλώς τη λέξη «διαλεκτική» και το αποτέλεσμα ήταν να προκαλέσει κύμα σχολίων από τους χρήστες του Twitter, που προσπαθούν να καταλάβουν τι θέλει να πει ο ιδιοκτήτης της Tesla.
Ήδη η ανάρτηση του Έλον Μασκ έχει συγκεντρώσει πάνω από 39.000 likes και περισσότερα από 6.300 σχόλια.
Η λέξη «διαλεκτική» προέρχεται από την ελληνική λέξη διαλέγομαι, που σημαίνει διεξάγω συζήτηση, και στην αρχαιότητα εννοούσαν την τέχνη να φτάνει κανείς στην αλήθεια μέσω της σύγκρουσης αντίθετων απόψεων, ειδικότερα στην αρχική τέχνη του «διαλέγεσθαι» με ερωτήσεις και στη συνέχεια αποκρίσεις. Λέγεται ότι ο πρώτος που δημιούργησε και εξάσκησε την τέχνη αυτή ήταν ο Ζήνων ο Ελεάτης, την οποία στη συνέχεια ανέπτυξε ο Πλάτων.
Χαμός στο Twitter με τη «διαλεκτική» του Έλον Μασκ
Λίγο μετά την ανάρτηση του Μασκ, το Twitter... πήρε φωτιά, με αρκετούς να υποθέτουν ότι αυτή η ανάρτηση αναφέρεται στις φήμες ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ εξετάζει το ενδεχόμενο ενεργοποίησης ελέγχου ασφάλειας για μερικές από τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Μασκ, κάτι που διέψευσε ωστόσο ο Λευκός Οίκος.
«Ο Πλάτωνας δεν θα φανταζόταν ποτέ ότι μερικές χιλιάδες χρόνια αργότερα το FBI θα έκανε έλεγχο στα γραπτά του…».
«Έλληνα αδερφέ μου. Aρχαία αλλά με πραγματικά βαθύ νόημα αυτή η λέξη».
«Ένας καλός ορισμός θα πρέπει να είναι ο στόχος των κοινωνικών μέσων ενημέρωσης. Νομίζω ότι σε αυτό θέλει να καταλήξει», ανέφερε χρήστης.
«Για τους μη Έλληνες: "(διαλεκτική μέθοδος) σημαίνει συζήτηση μεταξύ δύο (ή περισσότερων) διαφορετικών απόψεων για την εξεύρεση κοινού εδάφους (ή της αλήθειας) μέσω λογικής επιχειρηματολογίας. Υποθέτω ότι για την επίλυση της κρίσης Ουκρανίας-Ρωσίας».
«Ανυπομονώ αυτό το tweet να "πιάσει" φωτιά».
«Πολύ ωραία. Έχεις την προσοχή μου».
«Τώρα μιλάς ελληνικά».