Η τρομακτική καταδρομική επιχείρηση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου στο Νότιο Ισραήλ με τα φρικτά εγκλήματα κατά γυναικών και παιδιών και τις μαζικές απαγωγές αμάχων, ανατίναξε μια σχεδόν παγωμένη σύγκρουση πολλών ετών, έχει θέσει σε άμεσο κίνδυνο την εύθραυστη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή και κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μια γενικότερη σύγκρουση Ισλάμ-Δύσης.
Η στρατιωτική απάντηση του Ισραήλ στη Γάζα δημιουργεί πολλαπλές προκλήσεις. Ως προς τα όρια της αυτοάμυνας των κρατών, το δίκαιο του πολέμου, τα συνειδησιακά διλήμματα απέναντι στις απώλειες αμάχων, αλλά και την ανάγκη αποτροπής μιας ευρύτερης περιφερειακής σύγκρουσης.
Η Ελλάδα, αλλά και η Ευρώπη ευρύτερα, έχουν βρεθεί στην πολύ δύσκολη πολιτικά θέση να υπερασπίζονται αφενός το αυτονόητο δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, και αφετέρου να διαχειρίζονται πολιτικά και ηθικά τους θανάτους αμάχων από βομβαρδισμούς. Το πόσο δύσκολη είναι αυτή η ισορροπία, ειδικά για τα ευρωπαϊκά κράτη, το κατέδειξε με εμφατικό τρόπο η πρόσφατη διπλωματική διαδικασία στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ με τα δύο ανταγωνιστικά κείμενα ψηφισμάτων που κατέθεσαν ο Καναδάς και η Ιορδανία. Και στα δύο κείμενα υπήρχε σαφής αναφορά για την ανάγκη μιας ανθρωπιστικής παύσης στις εχθροπραξίες και προστασίας των αμάχων, αλλά στο κείμενο των αραβικών κρατών δεν υπήρχε καμία αναφορά σε καταδίκη των τρομοκρατικών ενεργειών κατά του Ισραήλ και της Χαμάς ονομαστικά.
Η Αθήνα επέλεξε, και ορθά, να υπερψηφίσει το πιο ισορροπημένο κείμενο του Καναδά και απείχε στην ψηφοφορία για το κείμενο των αραβικών κρατών, προκαλώντας τις αντιδράσεις του Σύριζα και του ΠΑΣΟΚ. Η ελληνική εξωτερική πολιτική όμως έχει μετακινηθεί τα τελευταία χρόνια από την απόλυτα φιλοαραβική στάση των περασμένων δεκαετιών και έχει αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση πολύπλευρης συνεργασίας με το Ισραήλ. Αυτή όμως η ειδική σχέση δεν μπορεί να ακυρώσει την ανάγκη υπεράσπισης του διεθνούς δικαίου και της προστασίας των αμάχων. Από την άλλη όμως πλευρά είναι πλέον φανερό, και ειδικά μετά τις 7 Οκτωβρίου, ότι η Χαμάς είναι μια τρομοκρατική ισλαμιστική οργάνωση, η οποία δεν μπορεί να αποτελέσει έναν θεσμικό συνομιλητή για την ειρήνευση και την τελική επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος.
Σε αυτή την ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούν να ασκήσουν μια εποικοδομητική στάση συμβουλεύοντας την ηγεσία του Ισραήλ ως προς τους όρους διεξαγωγής της στρατιωτικής επιχείρησης στη Γάζα. Ο αμερικανικός στρατός έχει αποκτήσει σημαντική, και πικρή, πείρα από τις μάχες σε αστικό περιβάλλον στη Φαλούτζα του Ιράκ το 2004 και τις μάχες στη Μοσούλη και τη Ράκα το 2016-17 κατά του Ισλαμικού Κράτους. Σύμφωνα δε με τις τελευταίες πληροφορίες, οι Αμερικανοί φαίνεται πως έπεισαν τους Ισραηλινούς ότι μια μαζική στρατιωτική εισβολή στη Γάζα θα ήταν ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη από επιχειρησιακή άποψη και θα επέφερε τεράστιο αριθμό θυμάτων ανάμεσα στους άμαχους Παλαιστίνιους. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ακόμη και μια πιο προσεκτική επιχείρηση δεν θα προκαλέσει μεγάλο αριθμό θυμάτων.
Η σύγκρουση όμως στη Γάζα έδωσε αφορμή ή και ευκαιρία στον Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν να θυμηθεί τους άρρηκτους δεσμούς που έχει ο ίδιος και το κόμμα του με τη Χαμάς και να εξαπολύσει μύδρους κατά του Ισραήλ, απειλώντας ακόμη και με στρατιωτική επέμβαση στην περιοχή. Παρόλες τις μάλλον υποκριτικές προσπάθειες προσέγγισης του Ισραήλ τα τελευταία δύο χρόνια, η ισλαμιστική ιδεολογία του ηγέτη της Τουρκίας υπερισχύει των συμφερόντων της χώρας του και τον φέρνει καθαρά στο πλευρό της Χαμάς και εμμέσως και του Ιράν. Η νέα αυτή μεταστροφή του Ερντογάν έρχεται ενόσω έχει επανεκκινήσει ο πολιτικός διάλογος ανάμεσα στην Αθήνα και την Άγκυρα και ενώ απομένουν λιγότερες από 40 ημέρες για τη ελληνοτουρκική διακυβερνητική διάσκεψη και την επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στη Θεσσαλονίκη τον Δεκέμβριο. Η αμήχανη αυτή εξέλιξη προσθέτει μια ακόμη δύσκολη παράμετρο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όμως μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για τα ελληνικά συμφέροντα καθώς η διάρρηξη των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ και η στήριξη της Άγκυρας προς τη Χαμάς ενισχύει τη θέση Ελλάδας και Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο και δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τις προσπάθειες της Άγκυρας για προμήθεια μαχητικών F-16 από τις ΗΠΑ.
Η τελευταία αυτή φάση της 75χρονης σύγκρουσης των Παλαιστινίων με το Ισραήλ αποτελεί μια σκληρή υπενθύμιση ότι το προσωρινό πάγωμα και κουκούλωμα των διεθνών διενέξεων δεν αποτελεί βιώσιμη λύση. Υπήρξαν στο παρελθόν ευκαιρίες για επίλυση του Παλαιστινιακού ζητήματος αλλά κάθε φορά οι εξτρεμιστές και τα μικροπολιτικά συμφέροντα υπονόμευαν την όποια λύση. Η διεθνής κοινότητα πρέπει να καταβάλλει κάθε προσπάθεια ώστε αυτό το επεισόδιο της σύγκρουσης να είναι και το τελευταίο. Η λύση είναι προφανής. Δημιουργία ενός κυρίαρχου παλαιστινιακού κράτους και παράλληλα αναγνώριση από όλα τα αραβικά κράτη του δικαιώματος ύπαρξης του Ισραήλ και πάταξη κάθε μορφής τρομοκρατίας. Μια τέτοια όμως εξέλιξη φαίνεται αυτή τη στιγμή πολύ μακρινή.