Την Κυριακή ανοίγουν οι κάλπες στη Γερμανία και, όπως φαίνεται από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το αποτέλεσμα στις εκλογές για τον διάδοχο της Ανγκελα Μέρκελ στον προεδρικό θώκο της χώρας θα εξελιχθεί σε... θρίλερ.
Το προβάδισμα των Σοσιαλδημοκρατών παραμένει, ωστόσο η διαφορά από τους Χριστιανοδημοκράτες ψαλιδίστηκε τις τελευταίες ημέρες.
Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το SPD προηγείται με ισχνή διαφορά, που κυμαίνεται μεταξύ 2 και 4 ποσοστιαίων μονάδων. Αν αναλογιστεί κανείς πως το στατιστικό λάθος κυμαίνεται στο 2,5%, τότε γίνεται αντιληπτό πως κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια τον τελικό νικητή αυτών των εκλογών.
Την ίδια στιγμή, η δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Allensbach για λογαριασμό της «Frankfurter Allgemeine Zeitung» δείχνει πως το SPD χάνει μία μονάδα και βρίσκεται στο 26%, ενώ CDU/CSU κερδίζουν 0,5% και φθάνουν στο 25%.
Οι Πράσινοι κερδίζουν επίσης μισή μονάδα και ανεβαίνουν στο 16% και ακολουθούν το Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP) με 10,5% (+0,5), η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με 10% (-1) και η Αριστερά με 5% (-1).
Δεν είναι τυχαίο πως στο δρόμο προς την κάλπη, 4 στους 10 ψηφοφόρους στη Γερμανία δηλώνουν πως δεν έχουν καταλήξει οριστικά στο κόμμα προτίμησής τους.
Στο επίκεντρο των κομμάτων οι αναποφάσιστοι
Σε δημοσκόπηση του Δεύτερου Γερμανικού Προγράμματος (ZDF), σύμφωνα με ανάλυση της DW, το 35% των ερωτηθέντων δεν είναι σίγουροι καν αν θα συμμετέχουν στις εκλογές και, σε περίπτωση που θα συμμετέχουν, ποιο κόμμα θα ψηφίσουν.
Αυτός ο υψηλός αριθμός αναποφάσιστων καθιστά αδύνατο για τα ινστιτούτα δημοσκοπήσεων να προβλέψουν ποιο κόμμα θα αναδειχθεί την Κυριακή πρώτο.
Ακόμη κι αν ο συνασπισμός στα δεξιά, των CDU και CSU, καταφέρει να φτάσει τον επί σειρά ετών εταίρο του στην κυβέρνηση, το βέβαιο είναι πως βρίσκεται αντιμέτωπο με μια συντριπτική ήττα, δεδομένου πως αναμένεται να καταγράψει το χειρότερο εκλογικό σκορ για τους συντηρητικούς τις τελευταίες οκτώ δεκαετίες.
Η αδύναμη υποψηφιότητα Λάσετ
Η αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ φαίνεται πως αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό στις τάξεις των Χριστανοδημοκρατών, παρά τα πυρά Σόιμπλε σε βάρος της καγκελαρίου για τον ρόλο της στην εξέλιξη της προεκλογικής περιόδου.
Την ίδια ώρα, εντός και εκτός κόμματος, τα παράπονα αντηχούν απ’ άκρου εις άκρον στη Γερμανία για τις αστοχίες του επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας, Άρμιν Λάσετ.
Ο τελευταίος, παρότι ηγείται του μεγαλύτερου κρατιδίου στη Γερμανία, βρέθηκε στη δίνη του κυκλώνα όταν ο τηλεοπτικός φακός τον συνέλαβε να... χαχανίζει την ώρα που θα έπρεπε να τηρεί ενός λεπτού σιγή για τα θύματα των πλημμυρών στη χώρα, που στοίχισαν τη ζωή σε 180 πολίτες.
Το αναπάντεχο φαβορί
Στον αντίποδα, ο Όλαφ Σολτς αναδείχθηκε κάπως αναπάντεχα σε φαβορί των εκλογών, για πρώτη φορά έπειτα από σειρά απογοητευτικών εκλογικών αναμετρήσεων για το SPD.
Όπως σημειώνει ανάλυση του «Guardian», ο νυν υπουργός Οικονομικών, που πιστώνεται τη σταθερή πλοήγηση της οικονομίας εν μέσω πανδημίας, βρέθηκε επικεφαλής της κούρσας σε έναν βαθμό συγκυριακά και μέσα από μια σειρά τυχαίων γεγονότων.
Σε κάθε περίπτωση, τα δύο debate των τριών υποψηφίων για την καγκελαρία, από τον συνασπισμό CDU/CSU, το SPD και τους Πράσινους, ανέδειξαν τον Όλαφ Σολτς νικητή, γεγονός που σίγουρα πρόσθεσε επιπλέον πόντους στην υποψηφιότητά του.
Άλλωστε, όπως τονίζει το δημοσίευμα της DW, άλλο SPD και άλλο Όλαφ Σολτς. Το 47% των ερωτηθέντων θα προτιμούσαν τον Όλαφ Σολτς για καγκελάριο, ποσοστό υπερδιπλάσιο εκείνου που λαμβάνει το SPD, ένα 20% τον υποψήφιο των συντηρητικών κομμάτων, Άρμιν Λάσετ, και το 16% την πολιτικό των Πρασίνων, Αναλένα Μπέρμποκ.
Το γεγονός ότι ο Όλαφ Σολτς συγκεντρώνει σχεδόν το διπλάσιο ποσοστό απ’ ό,τι το SPD εξηγείται από τα κριτήρια με τα οποία ψηφίζουν οι πολίτες στη Γερμανία.
Σε δημοσκόπηση του ινστιτούτου YouGov, μόνο για το 7% των ερωτηθέντων το αποφασιστικό κριτήριο για να ψηφίσουν ένα κόμμα είναι το πρόσωπο. Ένα 38% αποφασίζει βάσει των προγραμματικών θέσεων των κομμάτων και το 44% δηλώνει ότι πρόσωπο και περιεχόμενο είναι εξίσου σημαντικά.
Η χαμένη ευκαιρία για τους Πράσινους
Την ίδια ώρα, οι Πράσινοι φαίνεται να έχασαν τη μεγάλη ευκαιρία να «καβαλήσουν το κύμα» που φούσκωσε δημοσκοπικά τα ποσοστά τους ως και το 28% τον περασμένο Απρίλιο, όταν και ανακοινώθηκε το όνομα της Αναλένα Μπέρμποκ για τη διεκδίκηση της καγκελαρίας.
Σήμερα, το κόμμα πιστώνεται ένα ποσοστό 16%-17%, πίσω από τα δύο κόμματα εξουσίας, γεγονός που δεν αναιρεί ωστόσο τον καταλυτικό ρόλο του στον σχηματισμό κυβέρνησης την επόμενη ημέρα, όποιο κι αν είναι το τελικό αποτέλεσμα.