Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει έρευνα για πιθανά εγκλήματα πολέμου κατα την εισβολή στην Ουκρανία από τη Ρωσία.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της DW υπάρχουν συγκεκριμένα διεθνή πρότυπα για τα εγκλήματα πολέμου.
Από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, τα στρατεύματά της πλήττουν όλο και περισσότερο μη στρατιωτικές περιοχές με αεροπορικές επιδρομές και πυροβολικό, γεγονός που εγείρει ανησυχίες ότι διαπράττονται εγκλήματα πολέμου.
Και ο Ουκρανός πρόεδρος Volodymyr Zelenskyy έχει χαρακτηρίσει τις πυραυλικές επιδρομές της Ρωσίας σε μη στρατιωτικές περιοχές ως εγκλήματα πολέμου, με πιο πρόσφατη την Τρίτη, όταν ο ρωσικός στρατός εξαπέλυσε αεροπορικές επιδρομές στην πλατεία Ελευθερίας του Χάρκοβο.
Την Τετάρτη, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) της Χάγης ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει έρευνα για πιθανά εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στην Ουκρανία. Σε δήλωσή του, ο εισαγγελέας Καρίμ Καν ανέφερε ότι υπάρχει «εύλογη» βάση για την έναρξη έρευνας, ενώ τόνισε πως η συλλογή αποδεικτικών στοιχείων έχει πλέον αρχίσει.
Ποιοι είναι οι νόμοι του πολέμου
Υπάρχουν συγκεκριμένα διεθνή πρότυπα για τα εγκλήματα πολέμου, τα οποία δεν πρέπει να συγχέονται με τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, αναφέρει η αρθρογράφος Kristin Zeier στη DW. Τα εγκλήματα πολέμου ορίζονται ως σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπιστικών νόμων κατά τη διάρκεια μιας ένοπλης σύγκρουσης. Ο ορισμός, που θεσπίστηκε από το Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, προέρχεται από τις Συμβάσεις της Γενεύης του 1949 και βασίζεται στην ιδέα ότι τα άτομα μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα για τις πράξεις ενός κράτους ή του στρατού του.
Ο ΟΗΕ διαχωρίζει τα εγκλήματα πολέμου από τη γενοκτονία και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Τα εγκλήματα πολέμου ορίζονται ότι συμβαίνουν σε μια εσωτερική σύγκρουση ή σε έναν πόλεμο μεταξύ δύο κρατών, ενώ η γενοκτονία και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας μπορούν να συμβούν σε καιρό ειρήνης ή κατά τη διάρκεια της μονομερούς επίθεσης ενός στρατού εναντίον μιας ομάδας άοπλων ανθρώπων.
Υπάρχει ένας μακρύς κατάλογος πράξεων, οι οποίες μπορούν να θεωρηθούν εγκλήματα πολέμου. Η σύλληψη στρατιωτών,πολιτών και η κράτησή τους ως αιχμαλώτους, οι εσκεμμένες δολοφονίες, τα βασανιστήρια ή η απάνθρωπη μεταχείριση αιχμαλώτων πολέμου. Επίσης στα εγκλήματα πολέμου είναι και ο εξαναγκασμός παιδιών να πολεμήσουν. Ολα αυτά είναι μερικά μόνο από τα πιο προφανή παραδείγματα εγκλημάτων πολέμου.
Η γκρίζα ζώνη για τα εγκλήματα του πολέμου
«Οι νόμοι του πολέμου δεν προστατεύουν πάντα τους αμάχους από τον θάνατο», δήλωσε ο Mark Kersten της Σχολής Munk School of Global Affairs and Public Policy του Πανεπιστημίου του Τορόντο. Οι επιδρομές σε μια πόλη ή ένα χωριό, οι βομβαρδισμοί κατοικιών ή σχολείων, ακόμη και η δολοφονία ομάδων αμάχων δεν ισοδυναμούν απαραίτητα με εγκλήματα πολέμου - αν η στρατιωτική τους αναγκαιότητα είναι δικαιολογημένη. Η ίδια πράξη μπορεί να γίνει έγκλημα πολέμου εάν έχει ως αποτέλεσμα περιττή καταστροφή, πόνο και απώλειες που υπερβαίνουν το στρατιωτικό κέρδος από την επίθεση.
Για να χαρακτηριστεί και να αποφασιστεί αν ένα άτομο ή ένας στρατός έχει διαπράξει εγκλήματα πολέμου, το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο ορίζει τρεις αρχές: τη διάκριση, την αναλογικότητα και την προφύλαξη.
Η αναλογικότητα απαγορεύει στους στρατούς να απαντούν σε μια επίθεση με υπερβολική βία. «Αν σκοτωθεί ένας στρατιώτης, για παράδειγμα, δεν μπορείς να βομβαρδίζεις μια ολόκληρη πόλη ως αντίποινα», δηλώνει ο Kersten στην DW.
Είναι επίσης παράνομο οι στρατοί να πλήττουν στόχους που «αναμένεται να προκαλέσουν τυχαίες απώλειες ζωών αμάχων, τραυματισμούς αμάχων, ζημιές σε μη στρατιωτικούς στόχους, οι οποίες θα ήταν υπερβολικές σε σχέση με το συγκεκριμένο και άμεσο στρατιωτικό όφελος που αναμένεται», σύμφωνα με τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού. Αυτοί (στρατοί χωρών) που συμμετέχουν σε μια σύγκρουση πρέπει να αποφύγουν ή να ελαχιστοποιήσουν τη ζημία που θα προκαλέσουν στον άμαχο πληθυσμό.
«Η αρχή της διάκρισης αναφέρει πως θα πρέπει να προσπαθείς συνεχώς να διακρίνεις μεταξύ ποιος είναι ο άμαχος πληθυσμός και ποιοι είναι οι στρατιωτικά εμπλεκόμενοι», αναφέρει ο Kersten, και διευκρινίζει πως κάτι τέτοιο μπορεί να είναι δύσκολο.
«Για παράδειγμα, η επίθεση σε έναν στρατόπεδο, στο οποίο βρίσκονται άνθρωποι που έχουν δηλώσει ότι δεν συμμετέχουν πλέον στη σύγκρουση, αυτή η ενέργεια μπορεί να είναι έγκλημα πολέμου», πρόσθεσε. «Το ίδιο ισχύει και για τον βομβαρδισμό μιας στρατιωτικής βάσης όπου υπάρχουν γεννήτριες που τροφοδοτούν νοσοκομεία με ηλεκτρικό ρεύμα».
Ο πολιτικός και ο στρατιωτικός πληθυσμός είναι όλο και πιο δύσκολο να διαχωριστούν. Οπως διαπιστώνεται και κατά τη διάρκεια της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία «υπάρχουν σαμποτέρ, κυκλοφορούν στο δρόμο αξιωματικοί με πολιτικά», δήλωσε ο Kersten. «Είναι πλέον δεδομένο πως στις εμπόλεμες καταστάσεις, οι στρατιώτες μεταμφιέζονται συνεχώς, είναι από τις πλέον συνηθισμένες τακτικές που χρησιμοποιούν οι στρατοί».
Αγώνας δρόμου ενάντια στο χρόνο
Όταν οι εισαγγελείς του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι έχει διαπραχθεί ένα έγκλημα πολέμου, άμεσα ξεκινούν έρευνα προκειμένου να βρουν στοιχεία, τα οποία θα μπορούσαν να υποδείξουν συγκεκριμένα άτομα που είναι υπεύθυνα για τα εγκλήματα αυτά. «Σε τέτοιες στιγμές οδεύουμε τώρα, όσον αφορά τα εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία», δήλωσε ο Kersten.
Σημειώνεται πως είναι πολύ κρίσιμο, από τη στιγμή που θα ξεκινήσει η έρευνα οι Αρχές να δράσουν με ταχύτητα, καθώς τα αποδεικτικά στοιχεία μπορεί να παραποιηθούν ή ακόμα και να εξαφανιστούν. Είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους εισαγγελείς να διερευνήσουν με επιτυχία τα πιθανά εγκλήματα πολέμου εκ των υστέρων, καθώς μία από τις πλευρές που είχαν εμπλοκή στην ένοπλη διαμάχη μπορεί να έχει αλλοιώσει ή καταστρέψει κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία, ενώ ακόμα και ο εντοπισμός μαρτύρων για τα εγκλήματα πολέμου θα είναι εξαιρετικά δύσκολος.