«Πονοκέφαλος» αποτελεί για την Ισπανία η μεγάλη έλλειψη οδηγών που καταγράφεται στη χώρα, αφού μια στις πέντε θέσεις δεν καταλαμβάνονται από κάποιον επαγγελματία.
Ωστόσο, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Διεθνής Ενωση Οδικών Μεταφορών (IRU), που προέκυψαν από έρευνα 202 εταιρειών που διαχειρίζονται φορτηγά, λεωφορεία και πούλμαν, διαπιστώθηκε ότι το εν λόγω πρόβλημα αναμένεται να κλιμακωθεί. Συγκεκριμένα, τα επόμενα χρόνια το ποσοστό έλλειψης οδηγών θα εκτοξευθεί στο 18% το 2020.
Την ίδια ώρα, παρόμοιο πρόβλημα με την Ισπανία αντιμετωπίζουν και άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα η Γερμανία, η Ρουμανία, η Νορβηγία, αλλά και η «ταραγμένη» με φόβο ένα άτακτο Brexit, Βρετανία. Χαρακτηριστική μάλιστα είναι η περίπτωση της Ισπανία, όπου η έλλειψη οδηγών αναμένεται να αγγίζει ακόμα και το 30% εάν δεν υπάρξουν τα κατάλληλα μέτρα.
Ποιος ο λόγος του προβλήματος με τους επαγγελματίες οδηγούς
Εν μέρει, οι κανονισμοί είναι οι βασικοί υπεύθυνοι για τη συγκεκριμένη κατάσταση, καθώς η ελάχιστη ηλικία για να γίνει κανείς οδηγός λεωφορείου στην Ισπανία είναι τα 24 έτη. Την ίδια ώρα, σε άλλες χώρες της ΕΕ όπως παραδείγματος χάριν το Βέλγιο, οι οδηγοί μπορούν να εισέλθουν στο επάγγελμα από αρκετά νεαρή ηλικία, στα 18 του χρόνια.
Την ίδια ώρα η έρευνα της IRU διαπιστώνει ότι το γυναικείο φύλλο κάθεται πίσω από το τιμόνι σε ποσοστό μόλις 3% του εργατικού δυναμικού της χώρας, ενώ οι νέοι (ηλικίας 25 ετών και κάτω) αποτελούν μόνο το 5%. Σημειώνεται ότι ο μέσος Ισπανός οδηγός είναι άνδρας ηλικίας 46 ετών.
«Η κατάσταση στην Ισπανία αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης τάσης που συναντούμε σε ολόκληρη την Ευρώπη. Δεν υπάρχουν αρκετοί οδηγοί για να καλύψουν τη ζήτηση και το πρόβλημα αυξάνεται ταχύτατα, καθώς έμπειροι επαγγελματίες εγκαταλείπουν τη βιομηχανία και δεν αντικαθίστανται. Πρόκειται για ένα από τα πιο επείγοντα ζητήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος, ο οποίος αποτελεί ζωτική πηγή της ισπανικής κινητικότητας και της οικονομίας. Αν δεν αναστρέψουμε σύντομα την κατάσταση, θα υπάρξουν αλυσιδωτές επιπτώσεις στην μεταφορά αγαθών και ανθρώπων σε ολόκληρη την Ισπανία, γεγονός που θα έχει αντίκτυπο σε εκατομμύρια ανθρώπους, επιχειρήσεις και κοινότητες», σχολίασε με αφορμή τα προαναφερθέντα ευρήματα η Esther Visser, διευθύντρια Κοινωνικών Υποθέσεων της IRU.