Στην οικονομική κρίση και τον φόβο των τεράστιων ανατιμήσεων στο ψωμί αποδίδουν σε μεγάλο βαθμό ειδικοί τη μετριοπαθή κριτική της Τουρκίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έναντι της Ρωσίας του Βλαντίμιρ Πούτιν και τις μεσολαβητικές προσπάθειες της Άγκυρας για τον τερματισμό του πολέμου με την Ουκρανία.
Η Τουρκία, που αρνήθηκε να ακολουθήσει τα βήματα των νατοϊκών της εταίρων στην επιβολή κυρώσεων στη Μόσχα, προμηθεύεται το 70% των σιτηρών της από τη Ρωσία και τυχόν προβλήματα στην τροφοδοσία θα μεταφράζονταν αυτόματα σε μια αύξηση των τιμών του ψωμιού και των αρτοσκευασμάτων σε μια χώρα που αντιμετωπίζει τη χειρότερη έκρηξη πληθωρισμού εδώ και δύο δεκαετίες.
Το ψωμί βρέθηκε στο επίκεντρο της κόντρας μεταξύ του Ερντογάν και των πολιτικών του αντιπάλων πέρυσι, όταν εκτοξεύτηκαν στα ύψη οι τιμές και πολίτες σχημάτιζαν ουρές σε αρτοποιεία και κέντρα διανομής άρτου με επιδοτούμενη τιμή.
Σύμφωνα με τον Χάουαρντ Άιζενστατ, καθηγητή του Πανεπιστημίου St Lawrence της πολιτείας της Νέας Υόρκης η οικονομική κρίση της Τουρκίας «είναι ο σημαντικότερος παράγοντας στους υπολογισμούς της». Η Άγκυρα δεν θέλει να μπει σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία επειδή «είναι εξαιρετικά ευάλωτη σε μια απώλεια των ρωσικών σιτηρών, φυσικού αερίου και πετρελαίου», δήλωσε στο γαλλικό δίκτυο France 24.
H εξάρτηση της Τουρκίας από τη Ρωσία
Η Τουρκία βασίζεται στο ρωσικό φυσικό αέριο για τη θέρμανση νοικοκυριών και επιχειρήσεων και την παροχή ρεύματος στα εργοστάσιά της, στα οποία στηρίζει πολλές από τις ελπίδες του ο Ερντογάν για την έξοδο της χώρας από τη νομισματική κρίση. Η τουρκική λίρα έχασε το 44% της αξίας της έναντι του δολαρίου πέρυσι, μετά τη διαταγή του Ερντογάν προς την κεντρική τράπεζα της χώρας να μειώσει τα επιτόκια παρά την αλματώδη αύξηση του πληθωρισμού. Η Τουρκία προμηθεύεται σχεδόν το ήμισυ του φυσικού τους αερίου από τη Ρωσία και το υπόλοιπο κυρίως από το Ιράν και το Αζερμπαϊτζάν και η χωρητικότητα των αγωγών από τις δύο τελευταίες χώρες δεν επιτρέπει την αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου σε περίπτωση που η Μόσχα κλείσει τις στρόφιγγες.
Ο Πούτιν είχε σπεύσει να επιβάλει κυρώσεις στην Άγκυρα απαγορεύοντας μεταξύ άλλων στους Ρώσους τουρίστες να μεταβαίνουν στην Τουρκία για διακοπές μετά την κατάρριψη ρωσικού μαχητικού κοντά στα συρο-τουρκικά σύνορα το 2015. Όταν τελικά ζήτησε συγνώμη ο Ερντογάν, οι σχέσεις τους αναθερμάνθηκαν και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που αναλυτές αμφισβητούσαν κατά πόσον ο Ερντογάν ήταν αξιόπιστος εταίρος της Δύσης ή είχε στραμμένο το βλέμμα του στη Μόσχα.
Η Τουρκία αγόρασε προ τριετίας το ρωσικό πυραυλικό σύστημα αεράμυνας S-400 προκαλώντας τριγμούς στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και νατοϊκούς εταίρους και μεγάλος όγκος τουριστών που την επισκέπτονται είναι Ρώσοι, που βοηθούν έτσι την οικονομία της. Παράλληλα, Ρώσοι ολιγάρχες είναι καλοδεχούμενοι στην Τουρκία και ελλιμενίζουν τα σούπερ γιοτ τους στις μεσογειακές ακτές της.
Όπως εξηγούν ειδικοί, χωρίς τα σιτηρά, το φυσικό αέριο, το πετρέλαιο και τους τουρίστες από τη Ρωσία η τουρκική οικονομία ίσως να κατέρρεε. Όπως εξηγεί η Ράιλι Μπάρι, ερευνήτρια θεμάτων που αφορούν στην Τουρκία του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, μια ισχυρή καταδίκη της Ρωσίας από την Τουρκία θα της προκαλούσε τεράστια προβλήματα, όταν τον Ιούνιο του 2023 ο Ερντογάν θα διεκδικήσει την επανεκλογή του. «Με τους στενούς δεσμούς που έχει συνάψει τελευταία με τη Ρωσία και τον Πούτιν, στο μεγαλύτερο βαθμό μάλιστα από οποιαδήποτε άλλη περίοδο στη σύγχρονη ιστορία, η Τουρκία θα ήταν σε εξαιρετικά ευάλωτη θέση αν καταδίκαζε τη Ρωσία με τη γλώσσα που υιοθέτησαν οι ΗΠΑ και χώρες της δυτικής Ευρώπης». Άλλωστε, όπως επεσήμανε, οι χώρες αυτές δεν έχουν θαλάσσια σύνορα με τη Ρωσία ούτε τους χωρίζει γεωγραφικά ένα άλλο κράτος – δηλαδή στην περίπτωση Ρωσίας – Τουρκίας η Γεωργία.