Ο Economist αναλύει τις δύο πτυχές του σχεδίου της ΕΕ για να εισπράξει τα απροσδόκητα κέρδη των εταιρειών ενέργειας και να στηρίξει τους καταναλωτές.
Όπως επισημαίνει το οικονομικό σάιτ, η Ευρώπη βρίσκεται εν μέσω μιας βαθιάς ενεργειακής κρίσης.
Από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και στη συνέχεια μείωσε τις εξαγωγές ενέργειας στην Ευρώπη, οι τιμές χονδρικής για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια έχουν εκτοξευθεί στα ύψη. Οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις ανησυχούν για τους τεράστιους λογαριασμούς που θα κληθούν να πληρώσουν.
Σε απάντηση, οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη έχουν εφαρμόσει διάφορα πακέτα μέτρων για τη μείωση των τιμών, την εξοικονόμηση ενέργειας και τη στήριξη των εισοδημάτων. Πολλοί Ευρωπαίοι, όμως, παραμένουν εξοργισμένοι, καθώς οι ενεργειακές εταιρείες πραγματοποιούν κέρδη-ρεκόρ.
Στις 14 Σεπτεμβρίου, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οδυρόταν ότι ήταν λάθος να κάνουμε περιουσίες «από τον πόλεμο και στην πλάτη των καταναλωτών». Πρότεινε, λοιπόν, ένα πρόγραμμα σε επίπεδο Ένωσης για τη διοχέτευση 140 δισ. ευρώ από τα «πλεονάζοντα» κέρδη στους καταναλωτές. Οι υπουργοί Ενέργειας πρόκειται να συναντηθούν στις 30 Σεπτεμβρίου για να συμφωνήσουν στις λεπτομέρειες.
Αλλά πώς μπορεί να λειτουργήσει ένα τέτοιο σχέδιο; Ο Economist εξηγεί...
Από πού προκύπτουν τα υπερκέρδη των εταιρειών ορυκτών καυσίμων
Η ΕΕ προσβλέπει σε δύο είδη υπερκερδών. Τα πρώτα είναι αυτά των επιχειρήσεων ορυκτών καυσίμων, όπως οι εταιρείες πετρελαίου, φυσικού αερίου, άνθρακα και διυλιστηρίων, που επωφελούνται από τις πολύ υψηλές τιμές ενέργειας.
Για να υπολογίσει τι θεωρείται «υπερβολικό κέρδος», η ΕΕ χρησιμοποιεί ως σημείο αναφοράς έναν μέσο όρο των κερδών των εταιρειών τα τελευταία τρία χρόνια. Εάν το κέρδος κατά το 2022 είναι πάνω από 20% υψηλότερο από αυτό το σημείο αναφοράς, το ένα τρίτο του ποσού πάνω από το όριο του 20% πρέπει να καταβληθεί στις κυβερνήσεις.
Η επιλογή της περιόδου αναφοράς είναι αμφιλεγόμενη, καθώς περιλαμβάνει το 2020 και το 2021, τα δύο χρόνια της πανδημίας της Covid-19, που η ζήτηση κατέρρευσε και οι τιμές της ενέργειας ήταν πολύ χαμηλές. (Η τιμή του πετρελαίου ήταν έστω και για λίγο αρνητική τον Απρίλιο του 2020.)
Το σχέδιο θα μπορούσε να αντιμετωπίσει και άλλες αντιδράσεις. Ένας φόρος στα υπερκέρδη που εισήχθη τον Μάρτιο του 2022 στην Ιταλία προσβάλλεται αυτές τις ημέρες στις αίθουσες των δικαστηρίων.
Γιατί έχει εκτοξευθεί το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας
Το δεύτερο είδος υπερβολικών κερδών είναι ακόμα πιο περίπλοκο. Το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ποικίλλει ανάλογα με την ενέργεια που χρησιμοποιείται: για παράδειγμα, το αέριο είναι πολύ ακριβό, ενώ ο ήλιος λάμπει «δωρεάν».
Στις ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας η τιμή της ενέργειας κάθε ώρα καθορίζεται από τον ακριβότερο σταθμό ηλεκτροπαραγωγής που απαιτείται για την κάλυψη της ζήτησης. Το σύστημα συνήθως λειτουργεί καλά, αλλά δεν κατασκευάστηκε για αυτήν την κρίση.
Οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου συμπίπτουν με ελλείψεις στην παραγωγή πυρηνικής ενέργειας, καθώς πολλοί αντιδραστήρες είναι κλειστοί για επισκευή και στην παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, λόγω ξηρασίας.
Στον αντίποδα, οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια χρησιμοποιώντας αέριο είναι οι πιο ευέλικτοι και ικανοί να καλύψουν τα κενά στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι τα ακριβά εργοστάσια που λειτουργούν με φυσικό αέριο είναι αυτά που καθορίζουν την τιμή της ενέργειας σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Η πρόταση της ΕΕ για την αναδιανομή των υπερβολικών κερδών των εταιρειών ενέργειας
Το αποτέλεσμα είναι οι πολύ υψηλές τιμές για την ηλεκτρική ενέργεια. Και δυνητικά, πολύ υψηλά κέρδη ακόμη και για εκείνες τις ενεργειακές εταιρείες των οποίων το κόστος δεν έχει αυξηθεί, όπως αυτές που χρησιμοποιούν πυρηνική ή αιολική ενέργεια.
Η ΕΕ προτείνει να περιοριστούν τα έσοδα που μπορούν να λάβουν οι επιχειρήσεις της αγοράς στα 180 ευρώ ανά μεγαβατώρα (MWh). (Η τιμή αγοράς πριν από την κρίση ήταν περίπου 50 ευρώ ανά MWh στη Γερμανία). Οι ευέλικτες μονάδες που απαιτούνται για την κάλυψη της ζήτησης, όπως αυτές που λειτουργούν με φυσικό αέριο και άνθρακα, εξαιρούνται από το ανώτατο όριο.
Τα έσοδα πάνω από το ανώτατο όριο θα συλλέγονται από τους φορείς εκμετάλλευσης του δικτύου για να αναδιανεμηθούν, ίσως με τη μορφή μετρητών, στα νοικοκυριά. Το ανώτατο όριο των 180 ευρώ είναι γενναιόδωρο για τις ενεργειακές εταιρείες.
Ένα άλλο καθεστώς φορολόγησης για τα απροσδόκητα κέρδη στην Ιταλία επέβαλε ανώτατο όριο 60 ευρώ ανά MWh για τους ηλεκτροπαραγωγούς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Το ανώτατο όριο αναμένεται να παραμείνει σε ισχύ μέχρι το τέλος Μαρτίου 2023, αλλά θα μπορούσε να παραταθεί εάν οι τιμές παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Με βάση τις τρέχουσες προβλέψεις τιμών, αυτό είναι και το πιθανότερο να συμβεί.