Η κυβέρνηση του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον αντιμετωπίζει μια νέα πολιτική κρίση, αφού δύο από τους ανώτερους υπουργούς του, παιδιά μεταναστών και φιλόδοξοι πολιτικοί, παραιτήθηκαν μέσα σε λίγα λεπτά ο ένας από τον άλλον.
Ο επικεφαλής του υπουργείου Οικονομικών, Ρίσι Σουνάκ και ο υπουργός Υγείας, Σατζίντ Τζαβίντ παραιτήθηκαν χθες, λέγοντας ότι η κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Τζόνσον δεν ήταν πλέον ικανή ούτε «ενεργεί με βάση το εθνικό συμφέρον».
Οι προφανώς συντονισμένες αποχωρήσεις, σημειώνει η Time, ήρθαν αφότου ο Τζόνσον κατηγορήθηκε ότι είπε ψέματα για το πώς χειρίστηκε καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση από τον βουλευτή, Κρις Πίντσερ που διορίστηκε σε ανώτερη θέση.
Τόσο ο Τζάβιντ όσο και ο Σούνακ είναι βασικά μέλη του υπουργικού συμβουλίου και αμφότεροι θεωρούνται πιθανοί διάδοχοι του Τζόνσον, θέτοντας σε κίνδυνο τη θέση του.
Σουνάκ: Το ανερχόμενο αστέρι της ελίτ
Ο Ρίσι Σουνάκ στην επιστολή που έκανε γνωστή την παραίτησή του είπε στον Τζόνσον: «μου έχει καταστεί σαφές ότι οι προσεγγίσεις μας είναι θεμελιωδώς πολύ διαφορετικές».
«Το κοινό δικαίως αναμένει ότι η κυβέρνηση θα συμπεριφερθεί, αποτελεσματικά και με σοβαρότητα . Αναγνωρίζω ότι αυτή μπορεί να είναι η τελευταία μου δουλειά ως υπουργού, αλλά πιστεύω ότι αξίζει να αγωνιστώ γι' αυτές τις αρχές και γι' αυτό παραιτούμαι», έγραψε.
Ο Σουνάκ θεωρούνταν, μέχρι πρόσφατα, ευρέως ως το πιο λαμπρό ανερχόμενο αστέρι του κόμματος, ο πιο γνωστός από τους πιθανούς διεκδικητές της ηγεσίας, φαβορί για να διαδεχτεί τον Τζόνσον.
Ο 42χρονος Σουνάκ βρέθηκε στο προσκήνιο όταν έγινε επικεφαλής του Υπουργείου Οικονομικών το 2020, επιφορτισμένος με την καθόλου αξιοζήλευτη δουλειά να κατευθύνει την οικονομία στη χειρότερη οικονομική ύφεση που είχε καταγραφεί λόγω της πανδημίας.
Διέθεσε δισεκατομμύρια λίρες σε έκτακτες δαπάνες για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους και οι πολιτικές του γενικά θεωρήθηκαν θετικές.
Αλλά το σκάνδαλο «partygate» άλλαξε τα δεδομένα. Όπως και ο Τζόνσον, του επιβλήθηκε πρόστιμο από την αστυνομία επειδή συμμετείχε σε ένα πάρτι γενεθλίων στην Ντάουνινγκ Στριτ, τον Ιούνιο του 2020. Έχει δεχθεί επίσης έντονη κριτική επειδή αργούσε να ανταποκριθεί στη σοβαρή κρίση του κόστους ζωής στη Βρετανία.
Ο Σουνάκ αντιμετώπισε επίσης πιέσεις μετά τις αποκαλύψεις ότι η σύζυγός του, Ακσάτα Μέρθι, απέφυγε να πληρώσει φόρους στο Ηνωμένο Βασίλειο για το εισόδημά της στο εξωτερικό και ότι η πρώην τράπεζά του κράτησε την πράσινη κάρτα του στις ΗΠΑ, ενώ υπηρετούσε στην κυβέρνηση.
Γεννημένος από Ινδούς γονείς που μετακόμισαν στο Ηνωμένο Βασίλειο από την Ανατολική Αφρική, ο Σούνακ φοίτησε στο ιδιωτικό κολέγιο του Ουίντσεστερ και σπούδασε στην Οξφόρδη. Κάποιοι βλέπουν την ελίτ εκπαίδευσή του και την προηγούμενη εργασία του για την επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs και ένα άλλο fund ως μειονέκτημα επειδή φαίνεται ότι δεν έχει επαφή με τους απλούς ψηφοφόρους.
Τζαβίντ: Ο υπουργός των μεγάλων προκλήσεων
Στη δήλωσή του, ο Σατζίντ Τζαβίντ, ο έτερος «αντάρτης», είπε ότι «δεν μπορεί πλέον, με ήσυχη συνείδηση, να συνεχίσει να υπηρετεί σε αυτήν την κυβέρνηση».
Ο 52χρονος Τζαβίντ ήταν υπουργός Υγείας από τον Ιούνιο του 2021, επικεφαλής της αντίδρασης της Βρετανίας απέναντι στον COVID-19.
Πριν από αυτό, υπηρέτησε ως επικεφαλής του υπουργείου Οικονομικών, αλλά παραιτήθηκε στις αρχές του 2020 μετά από σύγκρουση με τον Τζόνσον για την απόφασή του να απολύσει την ομάδα των συμβούλων του. Το γεγονός ότι ο Τζόνσον τον επανέφερε στην κυβέρνηση για να χειριστεί την κρίση του κορωνοϊού αντανακλά τη φήμη του ως προς τις ικανότητές του.
Ο Τζαβίντ, πατέρας τεσσάρων παιδιών, εξελέγη για πρώτη φορά το 2010 και κατείχε διάφορες θέσεις στην κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένης αυτής του υπουργού εσωτερικών, επιχειρήσεων, πολιτισμού και στέγασης.
Έλαβε μέρος στις εκλογές για την ηγεσία του 2019 των Συντηρητικών, αλλά αποκλείστηκε στον τέταρτο γύρο και έχασε από τον Τζόνσον.
Γιος Πακιστανών μεταναστών, ο Τζαβίντ έχει αυτοχαρακτηριστεί ως λαϊκός άνθρωπος- εναλλακτική λύση για τους αντιπάλους των «ιδιωτικών σχολείων», αν και είχε μια προσοδοφόρα καριέρα στον τραπεζικό τομέα πριν εισέλθει στην πολιτική, σχολιάζει η Time.