Το προσχέδιο με τις προτάσεις της για μία συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την ΕΕ δημοσιοποίησε η κυβέρνηση της Βρετανίας.
Παράλληλα, δημοσίευσε και άλλα 11 προσχέδια των νομικών κειμένων που συμπληρώνουν τη συμφωνία, όπως παραρτήματα και το σχέδιο για την μελλοντική σχέση. Η κυβέρνηση επίσης δημοσιοποίησε την ανοιχτή επιστολή του επικεφαλής των διαπραγματεύσεων της Βρετανίας, Ντέιβιντ Φροστ, προς τον ομόλογό του της ΕΕ, Μισέλ Μπαρνιέ, στην οποία του παρουσιάζει τους λόγους για τους οποίους το Λονδίνο πιστεύει ότι οι απαιτήσεις της ΕΕ είναι παράλογες.
Τα προσχέδια των νομικών κειμένων και της συμφωνίας για το ελεύθερο εμπόριο είναι αναρτημένα στην ιστοσελίδα της κυβέρνησης, ενώ ο Ντέιβιντ Φροστ επισημαίνει στην τετρασέλιδη επιστολή του ότι η δημοσιοποίηση των κειμένων έγινε για να διευκολυνθούν οι διαπραγματεύσεις και για να εξηγηθούν οι βρετανικές προτάσεις προς τις χώρες μέλη της ΕΕ, με λεπτομέρειες. Ο Ντέιβιντ Φροστ επισημαίνει ότι η Βρετανία δεν επιδιώκει να παραμείνει στην ενιαία αγορά ή στην τελωνειακή ένωση και ότι τα νομικά κείμενα εστιάζουν σε προηγούμενες συμφωνίες που έχει η ΕΕ με άλλες χώρες όπως τον Καναδά, την Ιαπωνία κ.α.
Γιατί δεν δέχεται τις προτάσεις της ΕΕ η Βρετανία
Στη συνέχεια, εξηγεί σε κάθε περίπτωση ξεχωριστά, τους λόγους για τους οποίους η Βρετανία δεν μπορεί να δεχτεί τις προτάσεις της ΕΕ.
Η επιστολή καταλήγει με σχετικά αυστηρό τόνο, επισημαίνοντας: «Συνολικά, αυτή τη στιγμή των διαπραγματεύσεων, αυτό που προτείνεται δεν αποτελεί μία σχέση ελεύθερου και δίκαιου εμπορίου ανάμεσα σε δύο οικονομικούς εταίρους, αλλά μία σχετικά χαμηλής ποιότητας εμπορική συμφωνία που συνοδεύεται από μία άνευ προηγουμένου επιτήρηση της ΕΕ στους νόμους και τους θεσμούς μας. Δεν χρειάζεται να είναι έτσι. Παραμένω πεπεισμένος ότι θα είναι πολύ ειλικρινές από μέρους μας να συμφωνήσουμε σε μία σύγχρονη και υψηλής ποιότητας συμφωνία ελεύθερου εμπορίου και σε άλλες ξεχωριστές συμφωνίες, σαν και αυτές που έχετε συμφωνήσει με άλλους στενούς συνεργάτες σας ανά τον κόσμο, και ότι μπορούμε να το κάνουμε γρήγορα. Ελπίζω τις επόμενες εβδομάδες η ΕΕ να ξανασκεφτεί τις προτάσεις της, με τρόπο που να μας επιτρέπουν να βρούμε μία γρήγορη και εποικοδομητική εναλλακτική για να προχωρήσουμε».