Η Βραζιλία δίνει τη μάχη της ενάντια στην πανδημία του κορωνοϊού εν μέσω μεγάλης σύγχυσης, με μια σειρά αντιφατικών μέτρων για τα σχολεία, τις εκκλησίες και τα εστιατόρια, που οι αρχές δεν εξηγούν επαρκώς και τα οποία βρίσκονται στο έλεος δικαστικών αποφάσεων που τα ανατρέπουν.
Η σύγχυση βασιλεύει στην τεράστια χώρα της Λατινικής Αμερικής, την ώρα που πλήττεται σφοδρά από την covid-19: ο ημερήσιος απολογισμός των θανάτων ξεπέρασε για πρώτη φορά χθες Τρίτη το όριο των 4.000 νεκρών.
Η Βραζιλία η δεύτερη χώρα με τους περισσότερους νεκρούς
Όπως γράφει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στη Βραζιλία, τη δεύτερη χώρα παγκοσμίως με τους περισσότερους νεκρούς λόγω της πανδημίας μετά τις ΗΠΑ, συνολικά 336.947 άνθρωποι έχουν υποκύψει στην covid-19.
Τη Δευτέρα το πρωί η Μάρσια Μάτος, μια κάτοικος του Ρίο ντε Ζανέιρο στη Βραζιλία, προετοιμαζόταν να πάει το δίχρονο παιδί της στον παιδικό σταθμό, όταν μια φίλη της την ενημέρωσε ότι ανεστάλη η επαναλειτουργία των σχολείων.
Η απόφαση αυτή είχε ληφθεί την προηγουμένη το βράδυ από δικαστή και ανέτρεπε την απόφαση που είχαν ανακοινώσει οι αρχές της πόλης την Παρασκευή για την επαναλειτουργία των σχολείων.
«Μας μπερδεύει πραγματικά πολύ. Ο παιδικός σταθμός δεν μας ενημέρωσε παρά μετά την ώρα που συνήθως τον πάμε σχολείο. Ήταν πολύ χαρούμενος στην ιδέα ότι θα ξαναδεί τους φίλους του», δήλωσε η Μάτος.
Την απόφαση αυτή του δικαστηρίου ακύρωσε άλλος δικαστής την Τρίτη το μεσημέρι μετά την προσφυγή του δημάρχου του Ρίο ντε Ζανέιρο, όμως νέες δικαστικές προσφυγές ενδέχεται να αλλάξουν εκ νέου την κατάσταση.
«Εδώ στο Ρίο βρισκόμαστε εν μέσω μιας πολιτικής μάχης μεταξύ του δημάρχου και του κυβερνήτη και αυτό προσθέτει στη σύγχυση», υπογράμμισε η Μάτος.
Στα τέλη Μαρτίου ο δήμαρχος Εντουάρντο Παές ανακοίνωσε την πλήρη αναστολή της λειτουργίας των μπαρ και των εστιατορίων, όμως ο κυβερνήτης της πολιτείας Κλαούντιο Κάστρο τους επέτρεψε να μένουν ανοικτά ως τις 23:00.
Σε εθνικό επίπεδο ο ακροδεξιός πρόεδρος της Βραζιλίας, Ζαΐχ Μπολσονάρου εξακολουθεί να επικρίνει τα περιοριστικά μέτρα στο όνομα της διατήρησης των θέσεων εργασίας.
Ένας λόγος κατά του lockdown αντίθετα με τις συστάσεις της πλειονότητας των ειδικών, οι οποίοι εκτιμούν ότι η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας δεν θα μπορέσει να γίνει πραγματικά, αν δεν τεθεί υπό έλεγχο η υγειονομική κατάσταση, κάτι από το οποίο απέχει πολύ η Βραζιλία.
«Δικαστικό κενό»
«Χωρίς εθνικό συντονισμό, χωρίς ένα υπουργείο Υγείας που να καθορίζει τη διαχείριση της πανδημίας υπάρχει μεγάλο δικαστικό κενό», εξηγεί ο Ζοζέ Νταβίντ Ουρμπαέζ του Κέντρου Επιδημιολογίας της Μπραζίλια.
«Δεν υπάρχει ξεκάθαρος ορισμός που να ισχύει για όλη τη Βραζιλία σχετικά με το ποιες δραστηριότητες θεωρούνται ‘πρώτης ανάγκης’. Κάθε πόλη, κάθε πολιτεία ορίζει με δικό της τρόπο τι μπορεί να παραμένει ανοικτό και τι όχι, βάσει των τοπικών πολιτικών και οικονομικών πιέσεων, γι’ αυτό τον λόγο η κατάσταση είναι τόσο χαώδης», προσθέτει.
Πριν από ένα χρόνο το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι κάθε πολιτεία και δήμος θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να αποφασίζει τα δικά του μέτρα για την ανάσχεση της πανδημίας του κορωνοϊού, ενός ιού τον οποίο ο Μπολσονάρου έχει χαρακτηρίσει «μια γριπούλα».
Ο Βραζιλιάνος πρόεδρος αναφέρεται συχνά σε αυτή την αυτονομία των τοπικών αρχών για να δικαιολογηθεί για την χαοτική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Όμως το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ξεκάθαρα στην απόφασή του ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν εξαιρείται των ευθυνών της “να λάβει μέτρα σε εθνικό επίπεδο”.
Ανοικτές εκκλησίες το Πάσχα
Το Σάββατο, μία ημέρα πριν την Κυριακή του Πάσχα για τους καθολικούς, δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου που διορίστηκε πρόσφατα από τον Μπολσονάρου αποφάσισε να επιτρέψει στους χώρους λατρείας σε όλη τη Βραζιλία να παραμείνουν ανοικτοί, παρά τα γεγονός ότι πολλές τοπικές αρχές τους είχαν κλείσει, έπειτα από αίτημα μιας ένωσης ευαγγελικών νομικών.
Νέα ανατροπή σημειώθηκε τη Δευτέρα όταν ο Γκίλμαρ Μέντες άλλος δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου επανέφερε σε ισχύ το κλείσιμο των χώρων λατρείας στην πολιτεία Σάο Πάολο.
Η κατάσταση αναμένεται να ξεκαθαρίσει σήμερα όταν το Ανώτατο Δικαστήριο της Βραζιλίας θα εξετάσει το θέμα στην ολομέλειά του.
«Αυτή η αύξηση των δικαστικών προσφυγών αποτελεί άμεση συνέπεια της απουσίας εθνικού συντονισμού, με αποφάσεις διαφανείς και σταθερές», επιμένει ο Ζοζέ Νταβίντ Ουρμπάεζ.