Οι καθολικοί αποτελούν πλέον την πλειοψηφία στη Βόρεια Ιρλανδία, σύμφωνα με τα αποτελέσματα απογραφής που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα, γεγονός που αποτελεί ιστορική αντιστροφή της κατάστασης σ' αυτή τη βρετανική επαρχία με το ιστορικό των διαθρησκευτικών συγκρούσεων, η οποία μπορεί να ενθαρρύνει τους υποστηρικτές μιας επανένωσης με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας.
Η Βόρεια Ιρλανδία, στην οποία σημειώνονται εδώ και δεκαετίες διακοινοτικές βιαιότητες, δημιουργήθηκε πριν από 101 χρόνια με μια γεωγραφική κατάτμηση που εξασφάλιζε εκεί μια προτεστανική πλειοψηφία και την εξουσία στους ενωτικούς, τους υποστηρικτές της ένωσης με το Ηνωμένο Βασίλειο. Στο υπόλοιπο νησί, που σήμερα αποτελεί τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, πλειοψηφούν οι καθολικοί.
Πλέον 42,3% του πληθυσμού δηλώνουν καθολικοί, έναντι 37,3% που δηλώνουν προτεστάντες ή πιστοί άλλων χριστιανικών δογμάτων, σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτής της απογραφής που δημοσιοποιήθηκε από την Υπηρεσία Στατιστικών και Ερευνών της Βόρειας Ιρλανδίας (Nisra).
Στην προηγούμενη απογραφή του 2011, 45% του πληθυσμού δήλωναν καθολικοί και 48% προτεστάντες ή πιστοί άλλων χριστιανικών δογμάτων, μια διαφορά που ήταν ήδη μικρότερη απ' ό,τι δέκα χρόνια νωρίτερα. Το 2001, 53% των κατοίκων δήλωναν προτεστάντες και 44% καθολικοί.
Τα αποτελέσματα της απογραφής ενδέχεται να ξαναφέρουν σύντομα στο τραπέζι τα ζητήματα της διεξαγωγής ενός δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία και της επανένωσης της επαρχίας με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας.
Ήδη το Μάιο, οι εθνικιστές του Σιν Φέιν, πρώην πολιτικού κλάδου των παραστρατιωτικών του IRA και υποστηρικτές της επανένωσης, κέρδισαν για πρώτη φορά τις τοπικές εκλογές. Και ενώ το Σιν Φέιν είναι πλέον το κόμμα που έχει την πλειοψηφία στο Μπέλφαστ, οι δημοσκοπήσεις το φέρουν επίσης πρώτο στην πρόθεση ψήφου στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, όπου οι βουλευτικές εκλογές είναι προγραμματισμένες για το 2025.
Πριν από το αποτέλεσμα, οι ενωτικοί είχαν προσπαθήσει να υποβαθμίσουν τη σημασία που θα είχε η ανάδειξη μιας πλειοψηφίας καθολικών για το αν θα πραγματοποιηθεί δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία. Όμως, σύμφωνα με τη συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, ο βρετανός υπουργός που είναι αρμόδιος για τη Βόρεια Ιρλανδία οφείλει να οργανώσει ένα δημοψήφισμα, «αν του φαίνεται πιθανό ότι μια πλειοψηφία θα εξέφραζε την επιθυμία η Βόρεια Ιρλανδία να μην αποτελεί πλέον τμήμα του Ηνωμένου Βασιλείου».