Έκθεση του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch - HRW) που δημοσιοποιήθηκε σήμερα αναφέρει πως υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι ορισμένοι Λιβανέζοι αξιωματούχοι γνώριζαν και δέχθηκαν σιωπηλά τους θανάσιμους κινδύνους από τη νιτρική αμμωνία που είχε αποθηκευθεί στο λιμάνι της Βηρυτού πριν από τη φονική έκρηξη εκεί στις 4 Αυγούστου 2020.
Η έκρηξη, που προκλήθηκε από τα χημικά που ήταν αποθηκευμένα χωρίς τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας επί χρόνια στο λιμάνι, προκάλεσε τον θάνατο τουλάχιστον 200 ανθρώπων, τον τραυματισμό χιλιάδων άλλων και κατέστρεψε τμήματα της λιβανικής πρωτεύουσας.
Η έκθεση της διεθνούς οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων περιλαμβάνει περισσότερες από 700 σελίδες ευρημάτων και εγγράφων. Η έρευνα αναφέρει επίσης πως υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν πως διάφορες λιβανικές αρχές επέδειξαν εγκληματική αμέλεια, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Λιβάνου.
Η HRW στηρίχθηκε για την έρευνά της σε επίσημα έγγραφα και σε διάφορες συνεντεύξεις με ανώτατους αξιωματούχους περιλαμβανομένου του προέδρου, του υπηρεσιακού πρωθυπουργού και του επικεφαλής της κρατικής ασφάλειας της χώρας.
Η έκθεση αναφέρεται σε γεγονότα από το 2014 και στο εξής μετά την άφιξη του φορτίου στο λιμάνι της Βηρυτού και εντοπίζει επανειλημμένες προειδοποιήσεις κινδύνου από διάφορα επίσημα σώματα. «Ισχυρά στοιχεία δείχνουν πως ορισμένοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι είχαν προβλέψει τον θάνατο που θα μπορούσε να προκύψει από την παρουσία της νιτρικής αμμωνίας στο λιμάνι και είχαν αποδεχθεί σιωπηλά τον κίνδυνο να υπάρξουν θάνατοι», αναφέρει η έκθεση.
Κάλεσε το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ να δώσει εντολή για να διεξαχθεί έρευνα για την έκρηξη και τις ξένες κυβερνήσεις να επιβάλουν κυρώσεις σε αξιωματούχους για μη τήρηση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για διαφορά. Λιβανική έρευνα για την έκρηξη, με επικεφαλής τον δικαστή Τάρεκ Μπίταρ, έχει βαλτώσει. Πολιτικοί και υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι ασφαλείας δεν έχουν ακόμη δώσει καταθέσεις και αιτήματα για άρση της ασυλίας τους έχουν παρεμποδιστεί.
Η έκθεση της HRW ανέφερε πως ο πρόεδρος Μισέλ Αούν, ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Χάσαν Ντίαμπ, ο γενικός διευθυντής της υπηρεσίας κρατικής ασφάλειας Τόνι Σαλίμπα και άλλοι πρώην υπουργοί τους οποίους θέλει να ανακρίνει ο δικαστής Μπίταρ, απέτυχαν να αναλάβουν δράση για την προστασία του ευρύτερου κοινού παρότι είχαν ενημερωθεί για τους κινδύνους.
Το πρακτορείο Reuters σημειώνει ότι ζήτησε σχόλια για τα ευρήματα της έρευνας από τον Αούν, τον Ντίαμπ και τον Σαλίμπα. Το προεδρικό μέγαρο δεν έδωσε κανένα σχόλιο. Προς το παρόν δεν υπάρχει απάντηση από τον Ντίαμπ και τον Σαλίμπα. Ο Αούν δήλωσε την Παρασκευή ότι είναι έτοιμος να καταθέσει και πως κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου.
Σύμφωνα με έγγραφο που είδε το Reuters, το οποίο είχε σταλεί περίπου δύο εβδομάδες πριν από την έκρηξη, ο πρόεδρος και ο πρωθυπουργός είχαν προειδοποιηθεί για τον κίνδυνο που έθεταν για την ασφάλεια τα χημικά που ήταν αποθηκευμένα στο λιμάνι και πως αυτά θα μπορούσαν να καταστρέψουν την πρωτεύουσα.